Ο καλός ύπνος βοηθά τη μνήμη, τη μάθηση και τη διάθεση του ανθρώπου. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι μια βιομηχανία «επιχειρηματιών ύπνου» έχει πλέον δημιουργηθεί και αναπτύσσεται ραγδαία γύρω από την αναζήτηση του καλύτερου, βαθύτερου και ποιοτικότερου ύπνου. Στο εμπόριο μπορεί πλέον να βρει κανείς τα πάντα, από μηχανήματα παρακολούθησης του ύπνου και παραγωγής white noise (ήχου δηλαδή που βοηθά σε αυτόν), μέχρι και πυτζάμες υψηλής τεχνολογίας που ισχυρίζονται ότι δημιουργούν ένα «προηγμένο σύστημα ύπνου για καλύτερη ξεκούραση και ανάκαμψη», κατασκευασμένο από βιοκεραμικό υλικό που «απορροφά τη θερμότητα του σώματος και αντανακλά αυτή την ενέργεια πίσω στο δέρμα». Η πιο πρόσφατη προσθήκη του εμπορίου, μάλιστα, είναι ένα νέο ρομπότ, που υπόσχεται να παρέχει την απαραίτητη χαλάρωση για να κοιμάται κανείς ήσυχα, υπό τον όρο να το έχει στην αγκαλιά του, αλλά και να πληρώσει το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 539 ευρώ για να το αποκτήσει.

Ads

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη το 2017, η βιομηχανία γύρω από τον ύπνο σίγουρα δεν αναπαύεται και υπολογίζεται πως τα πάντα γύρω από αυτή – από τα σχετικά αξεσουάρ και τις ηλεκτρονικές συσκευές, μέχρι τους συμβούλους ύπνου και τα συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά σκευάσματα – κοστολογούνται στα 30 με 40 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ παρατηρείται αύξηση κατά 8% ετησίως. Πώς όμως εξηγείται αυτό;

Σε καιρούς που η έμφυτη δυνατότητα αλλά και ανάγκη μας για ύπνο συνεχώς εμποδίζεται από τις συνθήκες της ζωής μας και τη δουλειά, ο καπιταλισμός εφευρίσκει διάφορους τρόπους για να μας «πουλήσει» εκ νέου τον ύπνο. Μάλιστα σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη πρόσφατα, το 30% των Αμερικανών πολιτών επιθυμούν ένα «διαζύγιο ύπνου», ένα διάλειμμα δηλαδή από τις κοινωνικές σχέσεις και τις υποχρεώσεις για την ξεκούρασή τους.

Τα τελευταία χρόνια, τα στρώματα ύπνου έχουν μετατραπεί σε εξαιρετικά επιθυμητό εμπόρευμα, το οποίο πωλείται από εταιρείες που συμπεριφέρονται ολοένα και περισσότερο σαν startups, θέτοντας την ανάπτυξη στον πυρήνα της δουλειάς τους και αποκτώντας πρόσβαση στις αγορές επιχειρηματικών κεφαλαίων που συνήθως συνδέονταν με τη Silicon Valley. Η εταιρία Casper, για παράδειγμα, που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, έφτασε τα 100 εκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις στρωμάτων το 2015, έναν μόλις χρόνο μετά την ίδρυσή της. Η βρετανική εταιρεία Simba, από την άλλη, αναμένει πωλήσεις ύψους 100 εκατομμυρίων λιρών έως το επόμενο έτος, έχοντας ξεκινήσει τη λειτουργία της μόλις το 2016.

Ads

Στα ίδια πλαίσια,η εφαρμογή Pzizz ξεκίνησε να λειτουργεί τον Οκτώβριο του 2016 και σήμερα απαριθμεί πάνω από μισό εκατομμύριο downloads σε 160 χώρες. Σκοπός της είναι η χαλάρωση και η βοήθεια του ατόμου να κοιμηθεί χωρίς άγχος. Μάλιστα ο δούκας του York και η JK Rowling συγκαταλέγονται στους φανατικούς χρήστες της.

Τι υποδηλώνει όμως η άνοδος αυτής της βιομηχανίας για τη ζωή μας; Βρίσκεται άραγε η ανθρωπότητα σε μια κρίση του ύπνου; «Η απλή απάντηση είναι πως ναι, βρίσκεται», αναφέρει ο Dr Guy Meadows στο Guardian. Ο συνιδρυτής και κλινικός διευθυντής του “Sleep School”, που διαθέτει κλινικές αντιμετώπισης της αϋπνίας στο κεντρικό Λονδίνο, αναφέρει πως «βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια επιδημία αϋπνίας». Για εκείνον η κούραση είναι ο νέος κανόνας.

Το διαδίκτυο είναι πλέον γεμάτο ανησυχία για τον ύπνο, την ποιότητα, τη διάρκεια και την κανονικότητά του. Ταυτόχρονα, τα παιδιά σε όλο τον κόσμο κοιμούνται λιγότερο – στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, οι επισκέψεις σε νοσοκομεία για παιδιά κάτω των 14 ετών με διαταραχές ύπνου τριπλασιάστηκαν τα τελευταία 10 χρόνια. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων αναφέρουν ότι το ένα τρίτο των ενηλίκων των ΗΠΑ αναφέρουν ότι κοιμούνται συνήθως λιγότερο σε σχέση με τη συνιστώμενη διάρκεια ύπνου. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει μεταξύ επτά και εννέα ώρες τη νύχτα, αλλά μια μελέτη του 2013 από το National Sleep Foundation έδειξε ότι ο μέσος ενήλικας στο Ηνωμένο Βασίλειο κοιμάται για μόλις 6 ώρες και 49 λεπτά κάθε νύχτα σε μια τυπική καθημερινή ημέρα. Οι πολίτες μάλιστα κοιμούνται τόσο πολύ και τόσο συχνά στο μετρό της Νέας Υόρκης που ο δήμαρχός της, Bill de Blasio, στήριξε την εφαρμογή ενός προγράμματος που προβλέπει την ύπαρξη υπαλλήλων που θα τους ξυπνά.

Πολλοί επιστήμονες κάνουν λόγο για τη σχέση μας με την τεχνολογία, που ενδέχεται να ευθύνεται για την κακή ποιότητα ύπνου αλλά και τον περιορισμό των ωρών που αφιερώνουμε σε αυτόν. Και δεν είναι μόνο το μπλε φως της οθόνης που πρέπει να φοβόμαστε, το οποίο επηρεάζει τα επίπεδα της ορμόνης της μελατονίνης που προκαλεί τον ύπνο. «Είμαστε πιο συνδεδεμένοι και πιο διεγερμένοι – με μια γνωστική έννοια», αναφέρει ο Meadows. «Ο εγκέφαλός μας δεν αναπαύεται, γεγονός που επηρεάζει την ικανότητά του να προετοιμάζεται σταδιακά για τη διαδικασία του ύπνου».
 
Η εφεύρεση της ηλεκτρικής ενέργειας κατέστησε δυνατό στην ανθρωπότητα το να παραμένει ξύπνια όλες τις ώρες. «Έχουμε κατακτήσει τη νύχτα», αναφέρει στο Guardian ο Russell Foster, διευθυντής του Sleep and Circadian Neuroscience Institute στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, και «έχουμε προσθέσει ολοένα και περισσότερες ασχολίες στην εργάσιμη ημέρα. Ο ύπνος ήταν το πρώτο θύμα αυτής της συνθήκης».
 
Η δουλειά ήταν κάποτε απίθανο να επιτραπεί στην κρεβατοκάμαρα, αλλά τώρα εντοπίζεται συχνά εκεί, και όχι μόνο με τη μορφή ενός απλού ελέγχου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τα μεσάνυχτα. Πολλοί άνθρωποι δεν αντέχουν οικονομικά το να μην εργάζονται για πολλές περισσότερες από οκτώ ώρες, συνεπώς ο καλός ύπνος έχει μετατραπεί σε πολυτέλεια για αυτούς. Σύμφωνα με μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Σικάγο από το 2006, οι ενήλικες των ΗΠΑ είναι πιο πιθανό να κοιμούνται περισσότερο και καλύτερα μόνο αν είναι λευκοί, πλούσιοι και, ίσως παραδόξως, γυναίκες, κάνοντας το ζήτημα του ύπνου βαθύτατα ταξικό.
 
Η πρόσφατη εμμονή της ανθρωπότητας με τον ύπνο και η ανάπτυξη της βιομηχανίας του συνέπεσε, και με έναν τρόπο ενσωματώθηκε, στην βιομηχανία της ευεξίας, του λεγόμενου wellness, που αποφέρει και αυτή αρκετά εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Όμως παρά το γεγονός αυτό, το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι ανεξαιρέτως χρειάζονται τον ύπνο και μάλιστα τον καλής ποιότητας και επαρκή ύπνο. Ο Foster αναφέρει: «Δικαιολογημένα παίρνουμε πλέον τον ύπνο στα σοβαρά. Αποτελεί το 36% της βιολογίας μας και έχει περιθωριοποιηθεί και αγνοηθεί».
 
Σήμερα, τράπεζες, νομικές εταιρίες και διαφημιστικές που κάποτε εκπαίδευαν τον κόσμο τους πως να μην κοιμάται, αφιερώνουν χρόνο και χρήμα ώστε να διδάξουν το προσωπικό τους πως να κοιμάται καλύτερα. Κι αυτό καθώς οι εργαζόμενοι που αντιμετωπίζουν έλλειψη ύπνου, άρα και αρρωσταίνουν συχνότερα, κοστίζουν μόνο στη Μεγάλη Βρετανία 40 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
 
Τα τελευταία χρόνια, στη λίστα με τα best sellers του Amazon φιγουράρει ένα παιδικό βιβλίο με τίτλο “The Rabbit Who Wants to Fall Sleep” («Ο λαγός που θέλει να κοιμηθεί»). Γραμμένο από έναν Σουηδό ψυχολόγο, εστιάζει στο πως θα κάνει τα παιδιά να εκτιμούν τη διαδικασία του ύπνου και να κοιμούνται αμέσως μετά την ανάγνωσή του. Οι ενήλικες από την άλλη, σπεύδουν να αγοράσουν το δίσκο του Max Richter, “Sleep”, ένα οκτάωρο άλμπουμ σχεδιασμένο ακριβώς για έναν καλό ύπνο.
 
Η αλλαγή στη νοοτροπία του κόσμου οφείλεται σύμφωνα με το Foster στο ότι «σοβαροί νευροεπιστήμονες έχουν αρχίσει να παίρνουν τον ύπνο σοβαρά και τα δεδομένα που αναδύονται είναι αρκετά θεαματικά». Ενδεικτικά, τα τελευταία χρόνια έχουν δημοσιευθεί εκατοντάδες σχετικές μελέτες, όπως το “beautiful experiment” του Jan Born, πάνω στην επίδραση που μπορεί να έχει ο ύπνος στην επίλυση προβλημάτων, αλλά και το “nice data” από το εργαστήριο της Eve Van Cauter στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, για τη σύνδεση της έλλειψης ύπνου σε υγιείς εφήβους και την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2. Το πιο γνωστό πείραμα μέχρι στιγμής είναι αυτό που συνδέει την έλλειψη ύπνου με την αποφυγή της χρήσης ενός λεξιλογίου αποτελούμενου από θετικές λέξεις.
 
Σε κάθε περίπτωση η βιομηχανία ύπνου είναι εδώ για να μείνει, ενώ τα όλο και πιο ενδιαφέροντα επιστημονικά ευρήματα των τελευταίων ετών είναι σίγουρο ότι θα τροφοδοτήσουν την αγορά με ακόμα περισσότερα σχετικά gadgets.