Το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε νόμιμη την υπό όρους απαγόρευση της κυκλοφορίας οχημάτων με κινητήρες ντίζελ στις πόλεις, ανοίγοντας τον δρόμο για τη λήψη αυτού του εξαιρετικά επίμαχου μέτρου στη Γερμανία, πατρίδα της τεχνολογίας αυτής.

Ads

Το Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές των ομόσπονδων κρατών της Βάδης-Βιρτεμβέργης και της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, βυθίζοντας στην αβεβαιότητα εκατομμύρια ιδιοκτητών αυτοκινήτων.

Η απόφαση του δικαστηρίου της Λειψίας αφορά αμέσως τις πόλεις της Στουτγάρδης και του Ντίσελντορφ, που έχουν τη δυνατότητα να θέσουν σε εφαρμογή τέτοια απαγόρευση. Στέλνει επίσης ένα ισχυρό μήνυμα σε εθνικό επίπεδο, καθώς δεκάδες πόλεις ξεπερνούν τα επιτρεπόμενα όρια ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Η απόφαση του Δικαστηρίου προβλέπει προθεσμίες εφαρμογής, εξαιρέσεις για τους βιοτέχνες και σταδιακή εφαρμογή των απαγορεύσεων. Ετσι, στη Στουτγάρδη τα μέτρα δεν μπορούν να τεθούν σε ισχύ πριν από τον Σεπτέμβριο 2019 για τα αυτοκίνητα ντίζελ τύπου Euro 5, που βγήκαν στην αγορά μέχρι το 2015.

Ads

«Είναι μία μεγάλη μέρα για την καθαρή ατμόσφαιρα», δήλωσε από τη Λειψία ο επικεφαλής της Ενωσης Προστασίας του Περιβάλλοντος DUH, που έχει πρωτοστατήσει στην εκστρατεία άσκησης πίεσης προς τις τοπικές αρχές για την ενίσχυση των μέτρων αντιμετώπισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Οι ιδιοκτήτες αυτοκινήτων ντίζελ παλαιότερης τεχνολογίας, δηλαδή όσων δεν ανήκουν στον τύπο Euro 6 «δεν μπορούν να είναι βέβαιοι ότι θα έχουν τη δυνατότητα να κυκλοφορούν στο κέντρο των πόλεων ανά πάσα στιγμή, 365 μέρες τον χρόνο», προειδοποιεί η εταιρεία συμβούλων EY. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, η απόφαση αφορά περισσότερα από δέκα εκατομμύρια οχήματα που κυκλοφορούν στη Γερμανία.

Η DUH έχει προσφύγει κατά πολλών πόλεων για παραλείψεις ως προς την διατήρηση της ποιότητας του αέρα και το Βερολίνο, αρνητικό μέχρι σήμερα στη λήψη μέτρων απαγόρευσης της κυκλοφορίας, απειλείται με κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Περί τις 70 γερμανικές πόλεις παρουσιάζουν αυξημένες τιμές διοξειδίου του αζώτου σε σχέση με τον ετήσιο μέσο όρο των 40 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο αέρα που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ενωση, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος.