Οι ηγέτες των 20 οικονομικά πιο εύρωστων χωρών στο κόσμο συναντώνται στη Αγία Πετρούπολη, στο πλαίσιο της συνεδρίας του G20, υπό τη σκιά της σχεδιαζόμενης στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία. Το συριακό δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη της συνόδου, ωστόσο αναμένεται να συζητηθεί έντονα στο παρασκήνιο, ενώ ήδη στις πρώτες τους δηλώσεις οι Βλαντιμίρ Πούτιν και Μπαράκ Ομπάμα έκαναν σχετική αναφορά. Η βασική ατζέντα της συνόδου περιλαμβάνει τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία, ωστόσο ο οικοδεσπότης Πούτιν δήλωσε πως το συριακό θα συζητηθεί στο δείπνο.  

Ads

 
«Κάποιοι συμμετέχοντες μου ζήτησαν να δώσω τον χρόνο και τη δυνατότητα να συζητηθούν και άλλα πολύ επείγοντα θέματα διεθνούς πολιτικής, κυρίως η κατάσταση στη Συρία. Πρότεινα αυτό να γίνει στη διάρκεια του δείπνου» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ο πρόεδρος της Ρωσίας και ο αμερικανός ομόλογός του επανέλαβαν τις θέσεις τους για τη σχεδιαζόμενη επίθεση στη Συρία. Όπως είπε ο Βλαντιμίρ Πούτιν «οποιαδήποτε δράση χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ θα αναγνωριστεί ως απροσχημάτιστη επίθεση». Ο εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου δήλωσε ότι οι ηγέτες των χωρών BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική) εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι ένα στρατιωτικό πλήγμα στη Συρία θα μπορούσε να βλάψει την παγκόσμια οικονομία. 

Ο εκπρόσωπος της κινεζικής αντιπροσωπείας στη Σύνοδο της G20 δήλωσε ότι μια πολιτική λύση είναι «ο μόνος δυνατός δρόμος» για την επίλυση της κρίσης στη Συρία. «Η Κίνα είναι αντίθετη σε οποιονδήποτε χρησιμοποιεί χημικά όπλα» υπογράμμισε ο Κινέζος εκπρόσωπος, επισημαίνοντας  πως «τα αποτελέσματα της έρευνας» του ΟΗΕ για τη χρήση χημικών όπλων στη Συρία «θα είναι η βάση για το επόμενο βήμα».

Ads

Από την πλευρά του ο Μπαράκ Ομπάμα, που αναζητά «πρόθυμους», επανέλαβε πως το ζήτημα της Συρίας είναι κομβικό για την αξιοπιστία της διεθνούς κοινότητας. Ο αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε στο περιθώριο της Συνόδου με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε, ο οποίος «συμμερίζεται την άποψή ότι η χρήση χημικών όπλων στη Συρία είναι μια παραβίαση του διεθνούς δικαίου, η οποία πρέπει να απαντηθεί».

Οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσία, που συχνά το τελευταίο διάστημα χαρακτηρίζονται από αναλυτές ακόμα και ως «ψυχροπολεμικές», είχαν ήδη διαταραχθεί, πριν από τις εξελίξεις στο συριακό, λόγω της απόφασης της Μόσχας να χορηγήσει προσωρινό άσυλο στον πρώην πράκτορα της NSA που αποκάλυψε το αμερικανικό πρόγραμμα παρακολουθήσεων των επικοινωνιών. Μάλιστα λόγω της «υπόθεσης Σνόουντεν» ο Ομπάμα ανέβαλε τον προηγούμενο μήνα συνάντηση με τον Πούτιν. 
 

Ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, μετά την καταψήφιση από το βρετανικό κοινοβούλιο της πρότασής του για στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, αποφάσισε να αναφερθεί στο ζήτημα των Σύρων προσφύγων, σημειώνοντας πως «η συριακή προσφυγική κρίση είναι η μεγαλύτερη του 21ου αιώνα», καλώντας παράλληλα σε πιο γενναία χρηματοδότηση των οργανώσεων ανθρωπιστικής βοήθειας, αλλά και σε διευκόλυνσή τους και από τις δύο πλευρές του συριακού εμφυλίου.
 
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Φαν Ρομπάι και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, μιλώντας πριν από την έναρξη των εργασιών της συνόδου των G20, τάχθηκαν κατά μιας στρατιωτικής δράσης ενάντια στη συριακή κυβέρνηση εκτός πλαισίου ΟΗΕ.
 
«Αν και σεβόμαστε τις πρόσφατες εκκλήσεις για την ανάληψη δράσης στη Συρία, πρέπει να προχωρήσουμε με τη διαδικασία του ΟΗΕ», δήλωσε ο Ρομπάι, σημειώνοντας ωστόσο πως η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να παραμείνει άπραγη μετά τη χημική επίθεση της 21ης Αυγούστου κοντά στη Δαμασκό, ώστε πρέπει να αποφευχθεί να υπάρξει ένα «φοβερό προηγούμενο». Η Ευρωπαϊκή Ένωση επεξεργάζεται μια κοινή απάντηση, η οποία θα είναι «στο πλαίσιο των όσων είπα» κατέληξε.

Ο Πάπας Φραγκίσκος σε επιστολή που έστειλε στον Βλαντιμίρ Πούτιν, με σκοπό να διαβαστεί στην Σύνοδο Κορυφής της G20, κάλεσε τους ξένους ηγέτες «να αφήσουν στην άκρη την μάταιη επιδίωξη μιας στρατιωτικής λύσης» στη Συρία. «Αντί για αυτό, ας υπάρξει μία νέα δέσμευση να αναζητηθεί, με θάρρος και αποφασιστηκότητα, μια ειρηνική λύση μέσα από τον διάλογο και τις διαπραγματεύσεις των μερών, η οποία θα έχει την ομόφωνη στήριξη της διεθνούς κοινότητας» αναφέρει στην επιστολή ο Πάπας.