Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βόρεια Κορέα εκτοξεύουν απειλές μεταξύ τους. Στην Ιαπωνία, η πώληση των καταφυγίων βόμβας εξαντλείται. Στη Νότια Κορέα οι πολίτες έχουν κυριευθεί από  έντονο στρες για το ενδεχόμενο πολέμου.

Ads

Μπορεί ο πόλεμος να ξεσπάσει στην Κορεατική Χερσόνησο; Μπορεί ένας συμβατικός πόλεμος να οδηγήσει στην πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων από το 1945; Είναι πραγματικά πιθανόν;

Υπάρχουν καλά νέα και κακά νέα. Αλλά πρέπει να πούμε ότι τα καλά νέα δεν είναι τόσο σπουδαία και τα κακά νέα είναι δυνητικά τρομακτικά.

Πρώτον, τα καλά νέα. Η ιστορία δείχνει ότι οι σφοδροί πόλεμοι μεταξύ μεγάλων χωρών δεν συμβαίνουν πολύ συχνά. Η πιθανότητα ενός μεγάλου πολέμου, πόσο μάλλον ενός πολέμου που περιλαμβάνει πυρηνικά όπλα, είναι εξαιρετικά μικρή. Και στην Κορεατική Χερσόνησο, αυτή η πιθανότητα αποδυναμώνεται, δεδομένου ότι κανένας από τους βασικούς παίκτες λογικά δεν θέλει πόλεμο. Η Βόρεια Κορέα δεν θέλει έναν πόλεμο, επειδή γνωρίζει ότι θα χάσει και θα χάσει συντριπτικά. Αυτό θα σήμαινε το τέλος της δυναστείας των Κιμ, και αν υπάρχει κάτι που θέλει ο πρόεδρος Kim Jong-un, είναι να παραμείνει στην εξουσία.

Ads

Οι περισσότεροι Νοτιοκορεάτες είναι εξίσου αλλεργικοί στην ιδέα μιας μεγάλης κλίμακας σύγκρουσης, αφού μπορεί η Βόρεια Κορέα να χάσει, αλλά κατά μήκος της, ένα μεγάλο κομμάτι της Σεούλ, της νοτιοκορεατικής πρωτεύουσας και του σημαντικότερου οικονομικού της κέντρου, θα καταστραφεί από το βορειοκορεατικό πυροβολικό. Ακόμη και αν η σύγκρουση τερματιστεί χωρίς ο Βορράς να δεχθεί ένα πυρηνικό ή χημικό χτύπημα, η επίθεση θα εξακολουθεί να είναι καταστροφική. Γιατί καταρχήν ο Νότος θα αντιμετωπίσει ένα ανθρώπινο παλιρροιακό κύμα προσφύγων, σοβαρό οικονομικό πλήγμα αλλά και μια Κίνα που θα αναπτύσσει άμυνα, ανησυχώντας για τα σύνορά της. Και αυτά είναι αν όλα πάνε «καλά».

Η Κίνα, επίσης, από την πλευρά της δεν θέλει έναν πόλεμο, καθώς το συμφέρον της είναι η πολιτική σταθερότητα για τη συνέχεια της οικονομικής ανάπτυξής της και τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης, που σημαίνει την ηρεμία του φτωχού κι επικεντρωμένου στο όνειρο της μεσαίας τάξης πληθυσμού της. 

Όσο για την Ιαπωνία, δεν έχει να περιμένει τίποτα θετικό από αυτόν τον ενδεχόμενο πόλεμο, παρά την πιθανή ανακίνηση αντι-ιαπωνικών συναισθημάτων που έχουν απομείνει από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και το τελευταίο πράγμα που θέλει και χρειάζεται ο Ντόναλντ Τραμπ  είναι ένας πόλεμος, με εμπλοκή δεκάδων χιλιάδων αμερικανικών στρατιωτών στη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Η προεδρία του θα τελείωνε πριν αρχίσει.

Δυστυχώς όμως, οι πόλεμοι μπορούν να ξεσπούν ακόμη και όταν κανένα από τα μέρη δεν θέλει έναν πόλεμο. Οι ηγέτες μπορεί να είναι λογικοί, ναι και ο Kim Jong-un, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αλάνθαστοι. Μπορούν να υπολογίσουν ή να ερμηνεύσουν ή να προβλέψουν λάθος την κίνηση/απάντηση του αντιπάλου. Μπορούν να «διαβάσουν» λανθασμένα την κατάσταση. Μπορούν τελικά να βρεθούν στη γωνία, όπου η μόνη «ορθολογική» επιλογή είναι να πολεμήσουν.

Αυτοί οι ακούσιοι ή τυχαίοι πόλεμοι είναι επίσης σπάνιοι, ακόμη και λιγότερο πιθανοί από τους πολέμους που έγιναν σκόπιμα, αλλά μπορούν να συμβούν. Και η Κορεατική Χερσόνησος συμβαίνει να είναι ένας τόπος όπου πολλές από τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας σύγκρουσης είναι ήδη παρούσες. Κακή επικοινωνία και ελάχιστη κατανόηση των προθέσεων του αντιπάλου, λίγες αλήθειες και πολλές μπλόφες από τα εμπλεκόμενα μέρη,  στρατιωτικά δόγματα και στάσεις δυνάμεων που μπορούν να προωθήσουν μικρά επεισόδια ενισχύοντας την πιθανότητα μιας μεγάλης αντιπαράθεσης.

Η Βόρεια Κορέα είναι η πιο απομονωμένη και λιγότερο κατανοητή χώρα στον κόσμο. Οι ΗΠΑ έχουν επανειλημμένα ερμηνεύσει λάθος ή «παρεξηγήσει» σοβιετικές προθέσεις κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου που κράτησε δεκαετίες και στην περίπτωση τώρα της Βόρειας Κορέας οι «παρεξηγήσεις» δείχνουν ακόμη πιο θολές και επικίνδυνες.

Φυσικά, οι Βορειοκορεάτες μπορούσαν να πουν στις ΗΠΑ τι θέλουν. Θα μπορούσαν να γνωστοποιήσουν τις κόκκινες γραμμές τους, αλλά οι ΗΠΑ δεν έχουν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με τους Βορειοκορεάτες και σπάνια συνομιλούν. Αλλά και αν οι Βορειοκορεάτες λέγανε στην Ουάσινγκτον πού είναι αυτές οι κόκκινες γραμμές, οι Αμερικανοί θα τις πίστευαν ή θα τις σεβότανε; Πώς μπορούμε να διακρίνουμε τις υπερβολικές απειλές από τις σοβαρές προειδοποιήσεις;

Και δυστυχώς, η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει τα δικά της ζητήματα σε αυτό το θέμα. Μεταξύ των tweets, των αντιφατικών δηλώσεων των ανώτατων αξιωματούχων της αμερικανικής κυβέρνησης και των απειλών που πολλές είναι σαφώς μπλόφα, πώς θα έπρεπε η Πιονγκγιάνγκ να ερμηνεύει τα αμερικανικά «σήματα; Πως μπορεί η Βόρεια Κορέα να διακρίνει πότε αυτό που λέει ο Τραμπ είναι σοβαρό και πότε «κάνει παιχνίδι»;

Η Κίνα θα μπορούσε να δράσει ως καταλυτικός παράγοντας μεταξύ τους, αλλά πρέπει να αναρωτηθούμε τι χάνεται στη μετάφραση, ειδικά όταν το Πεκίνο έχει τα δικά του συμφέροντα και η σχέση Κίνας-Βόρειας Κορέας επιδεινώνεται, λόγω της κινεζικής πίεσης.

Λιγότερο κατανοητά αλλά ίσως πιο σημαντικά είναι τα στρατιωτικά δόγματα και οι στάσεις των δυνάμεων. Ο Βορράς είναι ξεπερασμένος, και το ξέρουν. Οι δυνάμεις της Νότιας Κορέας και των ΗΠΑ είναι πολύ πιο ικανές και εργάστηκαν επιμελώς για να μπορέσουν να χτυπήσουν κάθε στρατιωτικό «επίτευγμα» στη Βόρεια Κορέα. Εάν είστε Αμερικανός ή Νοτιοκορεάτης, αυτό ακούγεται ως καλό, μέχρι να συνειδητοποιήσετε πώς φαίνεται αυτό σε έναν Βρειοκορεάτη.

Αν ήμουν ο Κιμ και ήξερα ότι οι εχθροί μου μπορούν να πάρουν αυτό που έχω κατακτήσει σε μια σύγκρουση, θα είχα το χέρι στη σκανδάλη. Ας πούμε ότι υπάρχει ένα περιστατικό ή μια θολή αναφορά ενός συμβάντος. Δεν είναι τίποτα ή είναι η αρχή μιας πολύ συζητημένης ανελέητης σύγκρουσης; Κι αν είναι το δεύτερο μήπως πρέπει ο Κιμ να κινηθεί πρώτος και με όλες τις δυνάμεις που διαθέτει, και τις πυρηνικές, έτσι ώστε, όπως λέει και ο ίδιος «να τις χρησιμοποιήσει ή να τις χάσει»;

Μήπως η χρήση των πυρηνικών όπλων του για να αποτραπεί η κατάρρευση του καθεστώτος του θα είναι ένας ισχυρός πειρασμός; Ίσως πάλι σκεφτεί ότι χρησιμοποιώντας πυρηνικό όπλο σε περιορισμένο βαθμό, μπορεί να αναγκάσει τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα να σταματήσουν την ανάπτυξή τους ή ίσως να αναγκάσει μια κινεζική παρέμβαση που θα παγώσει την κατάσταση. Αλλά ίσως οι Αμερικανοί και οι Νότιο Κορεάτες δεν λαμβάνουν το μήνυμα. Ίσως πιστέψουν ότι θα έπρεπε να κλιμακώσουν καλύτερα την απάντηση.

Έτσι ναι, είναι πιθανό ενώ καμία κυβέρνηση δεν θέλει έναν πόλεμο, να επιλέξουν τον πόλεμο, ακόμη και τον πυρηνικό πόλεμο, επειδή θα είναι η «ορθολογική» επιλογή σε ακραίες συνθήκες.

Τα καλά νέα είναι ότι αυτό είναι απίθανο. Τα κακά νέα είναι ότι είναι δυνατόν και το αποτέλεσμα θα είναι πολύ χειρότερο από ό, τι μπορεί να φανταστεί κανείς.

* O Jim Walsh είναι ειδικός στη διεθνή ασφάλεια και ανώτερος ερευνητικός συνεργάτης στο Πρόγραμμα Μελετών Ασφαλείας του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Αljazeera.