«Έχετε δει ποτέ έναν υποστηρικτή του Ισλαμικού Κράτους (IS) να συλλαμβάνεται με χειροπέδες;» ρώτησε ένας Τούρκος δημοσιογράφος κατά τη διάρκεια ενός τηλεοπτικού talk show. «Όχι» απάντησε ο παρουσιαστής της εκπομπής. Το ερώτημα ήταν άκρως δικαιολογημένο και υπογράμμιζε την επιείκεια, για να πούμε το λιγότερο, με την οποία οι τουρκικές αρχές αντιμετωπίζουν ως τώρα τους υποστηρικτές του ριζοσπαστικού Ισλάμ εδώ, στην Τουρκία. Του ανταποκριτή μας στην Τουρκία Νιγιαζί Νταλυαντζί.

Ads

Η αγριότητα και η βιαιότητα που επιδεικνύει η αστυνομία για την καταστολή κάθε αντικυβερνητικής έκφρασης ξαφνικά εξαφανίζεται, όταν οι πρωταγωνιστές συμβαίνει να είναι ισλαμιστές. Η ιδεολογική συγγένεια ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ριζοσπαστικό Ισλάμ εκφράζεται και σε άλλες πρακτικές της τουρκικής κυβέρνησης. Για παράδειγμα, από την ψήφιση του νόμου για τον έλεγχο των κοινωνικών μέσων δικτύωσης το 2007, ο αριθμός των ιστοσελίδων στις οποίες απαγορεύεται η πρόσβαση έφθασε στο εντυπωσιακό αριθμό των 70.000. Ωστόσο, μπορείτε ακόμα να κατεβάσετε σε μορφή pdf το περιοδικό “Konstantiniyye” στην τουρκική του έκδοση, που εκδίδεται από το IS, χωρίς κανένα πρόβλημα. Στο πρώτο τεύχος του που κυκλοφόρησε τον Μάιο του τρέχοντος έτους, το 46-σελίδο, μηνιαίο περιοδικό εξηγεί γιατί οι εκδότες επέλεξαν ως όνομα το «Konstantiniyye». «Ευχόμαστε η Κωνσταντινούπολη να μας ανοίξει τις πύλες της για να την κατακτήσουμε, χωρίς αιματοχυσία. Προσευχόμαστε στον Αλλάχ να μας χαρίσει την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, όπως είχε αναφέρει ο Προφήτης. Αμήν». Το περιοδικό διατίθεται επίσης στα αραβικά και τα ρωσικά!

Παρ’όλη την επιεική μεταχείριση από την πλευρά της τουρκικής κυβέρνησης, δεκάδες ιστοσελίδες καθώς και αυτό το συγκεκριμένο περιοδικό δεν επιδεικνύουν καμία φιλική στάση απέναντι στην Άγκυρα. Δεδομένου ότι η Σαρία δεν εφαρμόζεται πλήρως στην Τουρκία, εξηγούν ότι η Τουρκία θα πρέπει να θεωρείται ως Dar-ul harb (τόπος πολέμου), που πρέπει να κατακτηθεί από τους τζιχαντιστές. Περιττό να πούμε ότι όλοι αυτοί οι ιστότοποι όπως το Tevhid_Ekip, Tevhid_Dersleri, και πολλοί άλλοι, που διαδίδουν ακραία ισλαμιστική προπαγάνδα, είναι προσβάσιμοι.

Η επίθεση στην Άγκυρα θέτει επί τάπητος το ζήτημα των σχέσεων με το IS

Ads

Το λουτρό αίματος στην Άγκυρα στις 10 Οκτωβρίου, που άφησε περισσότερους από 100 νεκρούς ― ακόμα δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό ― και περίπου 500 τραυματίες, έθεσε και πάλι επί τάπητος το ζήτημα των σχέσεων της τουρκικής κυβέρνησης με το IS. Οι αρχές ανακοίνωσαν ότι έχουν ταυτοποιήσει τους δύο βομβιστές αυτοκτονίας, αλλά δεν δίνουν στη δημοσιότητα τις πληροφορίες, εν αναμονή της ολοκλήρωσης της έρευνας που διεξάγεται για να εντοπιστούν εκείνοι που μπορεί να έχουν παράσχει υλικοτεχνική βοήθεια και εκείνοι που μπορεί να προγραμμάτισαν την επίθεση. Η εφημερίδα Cumhuriyet γράφει σήμερα, ότι αν και είναι αρκετά σίγουρο ότι η επίθεση σχεδιάστηκε από το IS, οι αρχές αποφεύγουν να ανακοινώσουν το όνομα της οργάνωσης από το φόβο ότι «μπορεί να αφυπνίσουν τους εν υπνώσει πυρήνες  του IS στην Τουρκία».

Τον Μάιο η Cumhuriyet δημοσίευσε εικόνες φορτηγών TIR που είχαν σταματήσει κοντά στα σύνορα με τη Συρία η τοπική χωροφυλακή και εισαγγελείς πέρυσι τον Οκτώβριο, διαπιστώνοντας ότι μετέφεραν όπλα και πυρομαχικά. Αρκετοί πράκτορες της ΜΙΤ (Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Τουρκίας) συνόδευαν το φορτίο. Τέσσερις εισαγγελείς και ένας συνταγματάρχης συνελήφθησαν αργότερα, επειδή διέταξαν την έρευνα και επιβλήθηκε  απαγόρευση μετάδοσης ειδήσεων για το περιστατικό. Όταν η Cumhuriyet δημοσίευσε φωτογραφίες με τις μαρτυρίες των συλληφθέντων εισαγγελέων, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξαγριώθηκε και απείλησε έξαλλος τον Can Dundar, το διευθυντή της εφημερίδας λέγοντας: «Εγώ δεν θα τον αφήσω να πάει ατιμώρητος, θα πληρώσει για όσα έχει κάνει» Αμέσως κινήθηκε δικαστική διαδικασία κατά του Dundar με την κατηγορία της υποβοήθησης και υποκίνησης τρομοκρατίας. Η υπόθεση συνεχίζεται, ενώ ο δημοσιογράφος δεν συνελήφθη, κατά πάσα πιθανότητα για να αποφευχθεί η έντονη αντίδραση από το εξωτερικό.

Ο Ozcan Sisman, έναν από τους συλληφθέντες εισαγγελείς ανέφερε στην κατάθεσή του ότι βρήκαν κεφαλές πυραύλων στα φορτηγά και ότι το φορτίο εκφορτώθηκε στο στρατόπεδο των ακραίων Ισλαμιστών, το Ahrar esh-Sham, απέναντι ​​από τα τουρκικά σύνορα στο έδαφος της Συρίας.

Δεν είναι μυστικό ότι η τουρκική κυβέρνηση έλαβε ενεργά μέρος στη δημιουργία του βαλτωμένου αδιέξοδου της Συρίας από τη στιγμή που ο Ερντογάν ανακοίνωσε, στις 5 Σεπτεμβρίου του 2012: «Θα πάμε και θα προσευχηθούμε στα τζαμιά των Ομμεϋάδων στη Δαμασκό το συντομότερο δυνατό». Στα τρία χρόνια που ακολούθησαν, η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στη Συρία αποδείχθηκε μια ολοκληρωτική καταστροφή. Η Τουρκία χορήγησε στην λεγόμενη αντιπολίτευση εναντίον του Μπασάρ Άσαντ διευκολύνσεις στο έδαφός της, άνοιξε τα σύνορά της για να περάσουν φονταμενταλιστές ισλαμιστές τρομοκράτες, περιέθαλψε τους τραυματίες στα νοσοκομεία της,  επέτρεψε στους ηγέτες των ομάδων της αντιπολίτευσης κατά του Άσαντ, να συναντώνται ελεύθερα στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις και ως αποτέλεσμα έφερε τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή στην πρωτεύουσά της με την αιματηρή επίθεση σε με πορεία ειρήνης το περασμένο Σάββατο. Προηγουμένως η βομβιστική επίθεση σε προεκλογική συγκέντρωση του HDP (Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών), δύο ημέρες πριν από τις εκλογές της 7ης  Ιουνίου και η βομβιστική επίθεση στο Σουρούτς τον περασμένο Ιούλιο, που σκότωσε 33 νέους άνδρες και γυναίκες που βρίσκονταν σε αποστολή για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση του Κομπάνι και να μεταφέρουν παιχνίδια για τα παιδιά της πόλης-σύμβολο, ήταν προάγγελοι της σφαγής της Άγκυρας, όμως οι αρχές έκαναν τα στραβά μάτια τότε, αποφεύγοντας να αποκαλύψουν τους πραγματικούς δράστες.

Με περισσότερα από δύο εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία, ως επί το πλείστον στους δρόμους των μεγάλων πόλεων της Τουρκίας, που πετάχτηκαν έξω από το παιχνίδι μετά τη συμφωνία ΗΠΑ και Ιράν και εμπλεκόμενη σε μια αντιπαράθεση με τη Ρωσία, όταν η τελευταία μπήκε στο παιχνίδι αρχίζοντας να βομβαρδίζει το IS, η Άγκυρα φαίνεται να έχει θέσει τον εαυτό της κάτω από ένα υπερβολικά μεγάλο βάρος και να έχει δημιουργήσει ένα πρόβλημα που είναι τελικά πολύ πέρα ​​από τις δυνατότητές της να επιλύσει.