Ads

Η πρώτη δοκιμαστική παραγωγή φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ είναι γεγονός. Η Κυπριακή Δημοκρατία διασφαλίζει την ικανοποίηση των ενεργειακών αναγκών της για τα επόμενα 150 χρόνια και επιπλέον καθίσταται εξαγωγέας φυσικού αερίου με κύριο αποδέκτη την αγορά της ΕΕ: Το 2030 θα εισάγει το 85% το αέριο που θα καταναλώνει. Ο καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντίνος Φίλης εξηγεί στο tvxs.gr τη σημασία της ενεργειακής και κατ’ επέκταση γεωπολιτικής αναβάθμισης της Μεγαλονήσου, αναλύοντας τις εκδοχές για την εμπλοκή της Ελλάδας αλλά και τις προθέσεις της Τουρκίας σε σχέση με το Κυπριακό.

Η είδηση: Ανάβει η φλόγα του φυσικού αερίου στην Κύπρο

Είναι ικανή η δοκιμαστική εξόρυξη φυσικού αερίου στην Κύπρο να «ανάψει τη φλόγα» και σε άλλα επίπεδα;

Πρόκειται για μία πολύ σημαντική εξέλιξη, κατ’ αρχάς σε ό,τι αφορά την οικονομία αλλά και τη γεωπολιτική θέση της Κύπρου στην περιοχή. Ουσιαστικά, λόγω του πολύ μικρού πληθυσμού της χώρας, η Κύπρος θα μπορούσε να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες της από τα υφιστάμενα κοιτάσματα (το πιθανότερο είναι να ακολουθήσουν και νεότερες ανακαλύψεις) για τα επόμενα 150 χρόνια. Ακριβώς λόγω των περιορισμένων αναγκών, η Κύπρος θα εξάγει το μεγαλύτερο μέρος των αποθεμάτων. Εδώ μένει να δει κανείς αφενός προς τα πού, αφετέρου με ποιον τρόπο.

Ads

Προς τα πού;

Λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας, λόγω του γεγονότος ότι η Κύπρος συμμετέχει σε αυτήν ως κράτος – μέλος και λόγω των αυξανόμενων αναγκών της ίδιας παρ’ όλη την ύφεση στην οποία βρίσκεται (το 2030 θα εισάγει το 80-85% του φυσικού αερίου που θα καταναλώνει), η ευρωπαϊκή αγορά είναι η πιθανότερη για να δεχτεί το κυπριακό αέριο.

Με ποιον τρόπο;

Ήδη είναι σε εξέλιξη συζήτηση για τη δημιουργία ενός τερματικού σταθμού LNG, δηλαδή υγροποιημένου φυσικού αερίου, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι θα μπορούσε το κυπριακό αέριο να μεαφέρεται στην ευρωπαϊκή αγορά υγροποιημένο με τάνκερ. Εδώ να τονίσουμε ότι αυτό μπορεί να γίνει και μέσω της Ελλάδας, η οποία μπορεί να φτιάξει σταθμούς -αεροποίησης πλέον- φυσικού αερίου στη Βόρεια Ελλάδα, στην περιοχή της Καβάλας. Έτσι, το LNG θα μπορεί να πηγαίνει στη Βόρεια Ελλάδα, να αεροποιείται, κατόπιν να μπαίνει σε αγωγό και από εκεί να πηγαίνει πρωτίστως στην αγορά της νοτιοανατολικής και έπειτα στην αγορά της κεντρικής Ευρώπης, η οποία είναι και η πιο «διψασμένη».

Η δεύτερη εκδοχή είναι η μεταφορά του αερίου μέσω αγωγού. Και εδώ η Ελλάδα, παρ’ ό,τι υπάρχουν τεχνικές δυσκολίες αλλά όχι ανυπέρβλητες, το σχέδιο είναι οικονομικά βιώσιμο και αποτελεί προοπτική την οποία θα εξετάσει η Κπυριακή Δημοκρατία.

Βεβαίως, υπάρχει και η προοπτική μεταφοράς στην Ευρώπη μέσω αγωγού που θα περνάει από την Τουρκία. Εδώ κάποιοι κύκλοι επιχειρούν να συνδέσουν το θέμα του Κυπριακού με τα ενεργειακά αποθέματα της Κύπρου, λέγοντας με λίγα λόγια ότι η λύση του Κυπριακού θα διευκολύνει την Κυπριακή Δημοκρατία να διαχειριστεί τα αποθέματά της. Προσωπικά, θεωρώ ότι θα είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο λάθος να συνδέσουμε είτε την παρούσα πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση της Κύπρου, είτε την εξεύρεση των όποιων αποθεμάτων (κυρίως φυσικού αερίου) με τη λύση του Κυπριακού και να επιχειρήσουμε να επισπεύσουμε τις εξελίξεις σε αυτό το «μέτωπο».

Θα έλεγα μάλιστα ότι ισχύει το ακριβώς ανάποδο. Το Κυπριακό έχει ήδη αρκετά προβλήματα για να του προσθέσουμε ακόμη δύο θέματα τα οποία δεν είναι βέβαιο ότι θα φέρουν γρηγορότερα τη λύση του. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να βρίσκεται υπό οικονομική πίεση μετά την υπογραφή του Μνημονίου (γνωρίζουμε όλοι τις συνέπειες της ένταξης σε αυτόν τον μηχανισμό για την οικονομία και τους πολίτες της χώρας), αλλά αυτό επ’ ουδενί δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να επιταχύνουμε διαδικασίες και εξελίξεις. Ακριβώς λόγω της ευνοϊκής θέσης στην οποία περιέρχεται η Κυπριακή Δημοκρατία μετά την ανακάλυψη των ενεργειακών πόρων, δεν έχει κανέναν λόγο να είναι εκείνη η επισπεύδουσα σε αυτήν τη διαδικασία.

Η παράμετρος των τουρκικών αξιώσεων σε σχέση με τα κοιτάσματα της Κύπρου;

Δεν θα την έβλεπα σε αυτήν τη φάση πολύ σοβαρά. Η Τουρκία μέχρι στιγμής έχει προβεί στις εξής ενέργειες: Πρώτον, έχει εκτοξεύσει πάρα πολλές απειλές σε βάρος της κυπριακής Δημοκρατίας. Δεύτερον, έχει απειλήσει και εκβιάσει εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Κύπρο ότι θα χάσουν τα συμβόλαια τα οποία «τρέχουν» στην Τουρκία. Τρίτον, έχει συνάψει μία υποτιθέμενη συμφωνία Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος (το οποίο δεν αναγνωρίζει κανείς άλλος στον κόσμο με εξαίρεση την Τουρκία) η οποία κινείται στα όρια του νομικά γελοίου. Τέταρτον, κάτι για το οποίο έτσι και αλλιώς μας είχε προϊδεάσει η Τουρκία στο παρελθόν, είναι η αποστολή κάποιου ωκεανογραφικού ή σεισμογραφικού πλοίου το οποίο θα διεξάγει έρευνες στην περιοχή της βόρειας Κύπρου, με τη λογική της αμφιβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ωστόσο, όλες οι άνω ενέργειες της Άγκυρας δεν έχουν καταφέρει επί της ουσίας να πλήξουν ή να υπονομεύσουν την προσπάθεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης συνεχίζεται ομαλά. Εταιρείες από πάρα πολλά μέρη του κόσμου (Ιταλία, Ρωσία, Κορέα, Αυστραλία, Γαλλία) συμμετέχουν κανονικά, χωρίς να αισθάνονται κάποια πίεση από την Τουρκία. Αντιθέτως, η Άγκυρα εκτίθεται στην αγορά ενέργειας όταν απειλεί εταιρείες ότι θα διακόψει τη συνεργασία μαζί τους. Διότι η αγορά ενέργειας επιζητεί σταθερότητα και όταν μια χώρα με τη συμπεριφορά της προκαλεί αβεβαιότητες και δείχνει τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της προφανώς αυτοϋπονομεύεται αντί να υπονομεύει, εν προκειμένω την Κύπρο. Επίσης, λόγω των ανοιχτών μετώπων της Τουρκίας, όπως η Συρία, το κουρδικό στοιχείο ή οι σχέσεις με το Ισραήλ (όπου παρά την προσπάθεια των ΗΠΑ δεν έχει καταστεί εφικτή η επαναπροσέγγιση των δύο μερών, μάλιστα το αντίθετο θα έλεγα), δεν πιστεύω ότι η Τουρκία θα πάει πολύ μακριά. Δεν θα προβεί σε κάποια ενέργεια η οποία θα πλήξει στον πυρήνα της την όλη διαδικασία από την πλευρά των Κυπρίων.

Αντιθέτως, θεωρώ ότι διπλωματικά θα επιχειρήσει να πιέσει προς την κατεύθυνση επίλυσης του Κυπριακού στη λογική ότι θα πρέπει όλα τα μέρη της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή και οι Τουρκοκύπριοι, να απολαύσουν τα όποια οφέλη θα προκύψουν από τη διαχείριση του ενεργειακού πλούτου που υπάρχει αυτήν τη στιγμή. Αλλά από την άλλη θεωρώ ότι η Κύπρος δεν έχει κανέναν λόγο να αισθάνεται πιεζόμενη, από τη στιγμή που δεν μπορεί να διακοπεί αυτή η πορεία που έχει ξεκινήσει. Μακάρι να βρεθεί μία λύση για το Κυπριακό η οποία θα είναι βιώσιμη και το τουρκοκυπριακό κομμάτι (το οποίο δυστυχώς πλέον κατοικείται περισσότερο από έποικους Τούρκους και λιγότερο από Τουρκοκύπριους) να απολαύσει και αυτό τα όποια οφέλη. Αλλά αυτό να γίνει μετά τη λύση του Κυπριακού και όχι πριν από αυτήν.

Υπάρχει από την άλλη πλευρά η δεινή οικονομική θέση στην οποία βρίσκεται η Λευκωσία.

Οι Τούρκοι προσπαθούν να ενισχύσουν τα συμφέροντά τους και να πιέσουν για λύση στο κυπριακό δια της διατήρησης μίας «δαμόκλειου σπάθης» αποσταθεροποίησης. Λέει δηλαδή η Τουρκία: «αν δεν γίνουν σεβαστά τα συμφέροντά μας και κατ’ επέκταση των Τουρκοκύπριων, εμείς είμαστε σε θέση να αποσταθεροποιήσουμε την κατάσταση», ώστε να μην έρθουν εταιρείες στην Κύπρο και να χαθεί το τρένο για την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συνδέονται αυτά τα θέματα, γεγονός το οποίο θα επέφερε επιλογές οι οποίες άλλωστε δεν θα «περπατούσαν» σε βάθος χρόνου μέσα στις κοινωνίες.

Διαβάστε επίσης: DWN: Κρατάμε την Ελλάδα στο ευρώ για το φυσικό αέριο