Όχι μόνο τα μίντια αλλά και η πολιτική πλήττεται από αυτό που θεωρείται μια σύγχρονη μάστιγα. Τα fake news. Οι ψευδείς ειδήσεις βρίσκουν εύκολα το δρόμο τους προς το κοινό κυρίως μέσα από τα social media και επηρεάζουν πολύ περισσότερα από ότι φανταζόμαστε, ίσως και την ίδια τη δημοκρατία. 

Ads

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιήθηκαν ως βασικά εργαλεία από πολιτικούς και πολιτικές εκστρατείες κι αυτό το έκαναν ικανοποιητικά για τους χρήστες καθώς επιτάχυναν την επικοινωνία και αύξησαν την αμεσότητα. Ωστόσο, η πολιτική μέσω των social media δεν ήρθε χωρίς κινδύνους καθώς το κοινό άρχισε να ενημερώνεται όλο και περισσότερο από αυτές τις πηγές. 

Μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science, γράφει ότι «περίπου το 47% των Αμερικανών πολιτών αναφέρουν ότι λαμβάνουν ειδήσεις από τα social media συχνά ή μερικές φορές. Η κυρίαρχη πηγή αυτών των ειδήσεων είναι το Facebook». 

Τα μποτς και τα τρολς παίζουν μεγάλο ρόλο στη διάδοση των ψευδών ειδήσεων αφού ακριβώς η διάδοση των fake news είναι ο στόχος τους. Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια έρευνα τα fake news διαδίδονται έξι φορές πιο γρήγορα από τις αληθινές ειδήσεις στο twitter κι αυτό οφείλεται σε χρήστες – ανθρώπους κι όχι σε μποτς.

Ads

Διαβάστε ακόμα: «Ηθική ευθύνη στο διαδίκτυο» του Νίκου Σμυρνάκη

Υπολογίστηκε ότι οι αληθινές ειδήσεις συνήθως διαδίδονται σε περίπου 1.000 χρήστες ενώ οι ψευδείς μπορεί να ξεπεράσουν τους 10.000. Ακόμη πιο γρήγορα και ευρύτερα διαδίδονται οι ψευδείς ειδήσεις που έχουν πολιτικό περιεχόμενο. 

Συνολικά αναλύθηκαν 126.000 φήμες που εξαπλώθηκαν μέσω twitter και μελετήθηκε ο τρόπος που η προπαγάνδα εξαπλώθηκε πολύ πιο γρήγορα από τα πραγματικά γεγονότα. Οι χρήστες έλκονται από τις ψευδείς ειδήσεις, τους αρέσει να τα μοιράζονται και τα social media υπερχρεώνουν αυτή τη διαδικασία, λένε οι ερευνητές που διενέργησαν τη μελέτη. 

Επιπλέον σε ένα ξεχωριστό άρθρο στο περιοδικό Science, 15 κοινωνικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι αυτή η δυναμική συντελεί στην εξάπλωση του πολιτικού εξτρεμισμού. «Ο στόχος μας είναι να προωθήσουμε την έρευνα για να μειώσουμε την εξάπλωση των fake news και να αντιμετωπίσουμε τις παθολογίες», αναφέρεται στο σχετικό άρθρο με τίτλο «The Science of Fake News» («Η επιστήμη των ψευδών ειδήσεων»). 

«Πρέπει να επανασχεδιάσουμε το οικοσύστημα των πληροφοριών… Πρέπει να απαντήσουμε στο θεμελιώδες ερώτημα: Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα οικοσύστημα ειδήσεων και μια κουλτούρα που θα εκτιμά και θα προωθεί την αλήθεια;», καταλήγουν. 

Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια τέτοια έκκληση αλλά αυτή δείχνει πόσο μεγάλη είναι η πρόκληση. Τα social media χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη που μιμείται τον εγκέφαλο και προωθεί το περιεχόμενο που εμφανίζεται στους χρήστες. Αυτό γίνεται με βάσει υπολογιστικές μεθόδους που δημιουργούν ένα προφίλ για τον διαδικτυακό χρήστη. 

Αυτή η τεχνολογία αναπτύχθηκε για τις διαφημίσεις ώστε αυτές να πηγαίνουν στοχευμένα σε χρήστες και να προωθούν τις πωλήσεις. Αλλά όταν αυτή άρχισε να χρησιμοποιείται στις πολιτικές εκστρατείες, το αποτέλεσμα ήταν ένα ξέσπασμα προπαγάνδας και προκλήσεων που θολώνουν τις γραμμές μεταξύ της αντίληψης και της πραγματικότητας, μεταξύ της προκατάληψης και της αντικειμενικής αλήθειας. 

Οι πολιτικοί σύμβουλοι απαντούν σχετικά με αυτή τη δυναμική ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πως θα αντιδράσουν τα άτομα που λαμβάνουν τα μηνύματά τους. Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικοί επιστήμονες και οι αναλυτές των μίντια και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης υποστηρίζουν ότι δεν ακριβώς έτσι. Πιο συγκεκριμένα τονίζουν ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι συχνά προβλέψιμη. Έτσι κάποιοι ακαδημαϊκοί αναλυτές έχουν αρχίσει να συνδέουν τις τελίτσες και να δημιουργούν ενός είδους μοντέλο. 

Ο δημοσκόπος και συνεργάτης του Forbes Τζον Ζόγκμπι, μιλώντας στο Alternet, εκφράζει φόβους ότι οι τεχνολόγοι πίσω από τις κορυφαίες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης της Silicon Valley βρίσκονται στο σκοτάδι σχετικά με το τι έχουν εξαπολύσει στον κόσμο της πολιτικής. Δεν συνειδητοποιούν ότι οι συσκευές και αυτά που παρουσιάζονται στις οθόνες των χρηστών σχεδιασμένα έτσι ώστε να εκμεταλλεύονται την ανθρώπινη φύση και είναι εξαιρετικά ισχυρά σε πολιτικά πλαίσια. 

Γιατί για παράδειγμα οι άνθρωποι και όχι τα μποτς είναι κυρίως υπεύθυνοι για τη διάδοση ψευδούς περιεχομένου; Γιατί η ανθρώπινη φύση ελκύεται περισσότερο από κάτι ασυνήθιστο, συνωμοσιολογικό και ο χρήστης ενδιαφέρεται περισσότερο να μοιραστεί κάτι που αποτελεί την άποψή του ή εκφράζει την προκατάληψή του από το να μοιραστεί μια πραγματική είδηση. 

«Τα παιδιά στο Facebook και τη Google είναι πολύ έξυπνοι άνθρωποι, αλλά δεν έχουν ιδέα τι δημιούργησαν», υποστηρίζει ο Ζόγκμπι. «Κι αυτό για εμένα είναι το πιο τρομακτικό κομμάτι. Δεν μπορούν να το χαλιναγωγήσουν επειδή δεν καταλαβαίνουν ακόμη πως προκαλεί κακοποίηση κι έχει μεγάλο αντίκτυπο». Αυτό είναι το πεδίο πάνω στο οποίο εργάζονται αρκετοί ακαδημαϊκοί στις ΗΠΑ τώρα. Προσπαθούν να εντοπίσουν με ακρίβεια τον τρόπο με τον οποίο τα social media στρεβλώνουν τις πολιτικές επικοινωνίες. 

«Υπάρχει μια συλλογική φρίκη σχετικά με τις επιπτώσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στο σύνολο της κοινωνίας», δηλώνει ο Ήθαν Ζούκερμαν, διευθυντής του Κέντρου για τα Πολιτικά Μέσα του ΜΙΤ. «Οι τέσσερις βασικές κατηγορίες ανησυχίας είναι οι εξής: Τα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης είναι εθιστικά. Τα social media σκοτώνουν τη δημοσιογραφία. Τα social media λυμαίνονται επιτήδειοι για να διαδίδουν προπαγάνδα, τα social media οδηγούν σε ιδεολογική απομόνωση και πόλωση». 

Το 2018 πάντως βρισκόμαστε σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι αναφορικά με τα social media και την πολιτική. Από την μία πλευρά, τα χαρακτηριστικά που επιτρέπουν την εξάπλωση της παραπληροφόρησης είναι αναγνωρίσιμα. Από την άλλη πλευρά, το πως τα fake news υποκινούν πολιτικές συμπεριφορές και ιδίως επηρεάζουν την ψήφο είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί. Πάντως θεωρείται δεδομένο ότι συμβαίνει καθώς ακόμη κι αν κάποιος χρήστης δεν πείθεται απευθείας από αυτά που διαβάζει στα social media δεν αποκλείεται να διαβάσει τα ίδια πράγματα και σε κάποια μέσα ενημέρωσης. Κι αυτό γιατί τα μίντια τείνουν να επηρεάζονται πολύ και να ακολουθούν τις τάσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. 

Ο Ζούκερμαν πάντως δεν πιστεύει ότι είναι πολύ αργά για τα social media να πάρουν μέτρα κατά της διάδοσης ψευδών ειδήσεων και της παραπληροφόρησης μέσα από τις πλατφόρμες τους. Ωστόσο, ανησυχεί ότι θα «καταλήξουμε να επικεντρωθούμε στο πρόβλημα των επιτήδειων και να μην εστιάσουμε σε αυτό που είναι και το δυσκολότερο πρόβλημα, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο τα συστήματα αυτά μπορούν να βλάψουν τη δημοκρατία ακόμη κι όταν χρησιμοποιούνται καλή τη πίστη».