Το πρώτο μέρος της πολύκροτης δίκης του  Τζούλιαν Ασάνζ στη Βρετανία ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα εν μέσω σφοδρών καταγγελιών για την όλη διαδικασία αλλά και τις συνθήκες κράτησης του ιδρυτή του Wikileaks.  Η διαδικασία, που θα συνεχιστεί στις 18 Μαΐου, αναμένεται να διαρκέσει τρεις εβδομάδες και η απόφαση εκτιμάται πως θα εκδοθεί το καλοκαίρι. Παράλληλα, δυναμικές ήταν οι κινητοποιήσεις συμπαράστασης έξω από το δικαστήριο στο Λονδίνο.

Ads

Υπενθυμίζεται ότι ο Τζούλιαν Ασάνζ , η κατάσταση υγείας του οποίου βρίσκεται σε οριακό σημείο και εκφράζονται φόβοι πως θα μπορούσε να πεθάνει μέσα στη φυλακή, κινδυνεύει – εφόσον καταδικαστεί – με έκδοση στις ΗΠΑ (όπως ζητούν επισήμως οι αμερικάνικες αρχές), όπου θα  τεθεί σε δίκη με την κατηγορία της προδοσίας για τη διαρροή απόρρητων εγγράφων. Μέσω των εν λόγω εγγράφων έρχονταν στο φως μεταξύ άλλων, στοιχεία σχετικά με τις συνθήκες κράτησης στο Γκουντάναμο, οι δολοφονίες αμάχων σε ΙΡΑ και Αφγανιστάν, η παρακολούθηση Αμερικάνων διπλωματών και διεθνών ηγετών από την NSA, τα μυστικά deal μεγάλων εταιρειών που παραβιάζουν τους διεθνείς κανονισμούς εμπορίου, αλλά και τα οφέλη που αποκόμισαν από πολέμου, όπως σε αυτόν της Συρίας κλπ.

Διαβάστε επίσης:

Από τη μεριά τους οι αμερικάνικες αρχές υποστηρίζουν ότι η δημοσιοποίηση των πάνω από 700.000 εγγράφων για τις στρατιωτικές και διπλωματικές δραστηριότητες των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ το 2010, συνιστά παραβίαση νόμων του 1917 περί κατασκοπείας και άλλων για πειρατεία κυβερνητικών ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αν δικαστεί στις ΗΠΑ, κινδυνεύει με κάθειρξη έως 175 χρόνια. Κατά την εξέταση του αιτήματος έκδοσης, το βρετανικό δικαστικό σύστημα πρέπει ειδικότερα να διασφαλίσει ότι αυτό δεν είναι δυσανάλογο ή ασυμβίβαστο με τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ads

Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στο δικαστήριο του Λονδίνου ο δικηγόρος που εκπροσωπεί τις ΗΠΑ υποστήριξε πως ο Ασάνζ καταζητείται για εγκλήματα που έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή ανθρώπων που είχαν βοηθήσει τη Δύση και πως η δημοσιογραφία δεν αποτελεί δικαιολογία για τη διάπραξη εγκλημάτων και χαρακτήρισε τη διαρροή απόρρητων εγγράφων μέσω των WikiLeaks το 2010 ως μια από τις μεγαλύτερες διαρροές διαβαθμισμένων πληροφοριών στην αμερικάνικη ιστορία.

Το γυάλινο κλουβί, η αντίδραση Ασάνζ και οι άθλιες συνθήκες κράτησης

Από τη μεριά του, ο ίδιος ο ιδρυτής των Wikileaks παρέστη στην ακροαματική διαδικασία κλεισμένος μέσα σε γυάλινο κλουβί, κάτι που προκάλεσε την έντονη διαμαρτυρία του ότι με αυτό τον τρόπο δεν μπορούσε να έχει πραγματική επαφή με τους δικηγόρους του. Ανέφερε δε χαρακτηριστικά ότι οι δικηγόροι του τελούν υπό παρακολούθηση, ενώ σχολίασε ότι ο ίδιος συμμετέχει στην διαδικασία της δίκης του, όσο συμμετέχει και σε ένα πρωτάθλημα τένις.

Από τη μεριά της η δικαστής Μπαράιτσερ απάντησε στον Ασάνζ, λέγοντας: «Μου φαίνεται ότι δεν έχετε κανένα πρόβλημα να προσελκύσετε την προσοχή των δικηγόρων σας». Παράλληλα, υποστήριξε ότι υπήρχαν διάφορες δυνατότητες, γραπτά σημειώματα και διαλείμματα, που θα μπορούσαν να τους επιτρέψουν να επικοινωνούν όταν το κρίνουν κατάλληλο. Του συνέστησε δε να μιλά μέσω των νομικών εκπροσώπων του. Όπως σημειώνουν πάντως άνθρωποι που παρακολουθούν από κοντά τη δίκη, εξαιτίας των μέτρων ασφάλειας -απέναντι σε έναν μη βίαιο άνθρωπο θα πρέπει να σημειωθεί- στην πραγματικότητα δεν του επιτρέπεται ούτε να περάσει γραπτά μηνύματα στην νομική ομάδα που τον εκπροσωπεί.

Λίγο αργότερα, η δικαστής απέρριψε κι επισήμως, για λόγους ασφαλείας, το αίτημα της υπεράσπισης για αφαίρεση του γυάλινου κλουβιού και αντιπρότεινε συχνότερες διακοπές της ακροαματικής διαδικασίας, ώστε να μπορεί ο Ασάνζ να συνεργάζεται με τους συνηγόρους του.

Επιπλέον, αλγεινή εντύπωση εξακολουθούν να προκαλούν οι συνθήκες κράτησης του Ασάνζ στις βρετανικές φυλακές, τις οποίες ο ειδικός ελεγκτής του ΟΗΕ, Νιλς Μέλτζερ, χαρακτήρισε ως «ψυχολογικά βασανιστήρια». Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μόνο την πρώτη μέρα της δίκης οι αρχές των φυλακών του φόρεσαν 11 φορές τις χειροπέδες, τον έγδυσαν και του έκαναν σωματικό έλεγχο δυο φορές, ενώ του αφαίρεσαν και σημαντικά έγγραφα που είχε μαζί του για την δίκη. Αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις με δεδομένο ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο με ιδιαίτερα επιβαρυμένη υγεία, αναγκάζοντας ακόμη και τον εισαγγελέα της υπόθεσης να ζητήσει  από το δικαστήριο να στείλει ένα μήνυμα προς τις αρχές των φυλακών ότι αυτή η συμπεριφορά είναι απαράδεκτη.

Τοποθετούμενη κατά τη διάρκεια της ακροαματική διαδικασία μια εκ των συνηγόρων του Ασάνζ, Τζένιφερ Ρόμπινσον, επεσήμανε ότι η υπόθεση του πελάτη της μπορεί να οδηγήσει στην ποινικοποίηση δραστηριοτήτων που έχουν κρίσιμη σημασία για τους ερευνητές δημοσιογράφους και ότι η δουλειά του έριξε για πρώτη φορά φως στον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ διεξάγουν τους πολέμους τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. «Μιλάμε για παράπλευρους φόνους, για στοιχεία περί εγκλημάτων πολέμου», δήλωσε η Ρόμπινσον. «Είναι μια αξιόλογη πηγή γι’ αυτούς από εμάς που επιδιώκουν να κάνουν τις κυβερνήσεις να λογοδοτούν για καταχρήσεις».

Η νομική ομάδα υπεράσπισης εξήγησε ότι ο Ασάνζ συνεργαζόταν με δημοσιογράφους από διάφορα διεθνή ΜΜΕ, όπως οι New York Times, ακριβώς για να μην τεθούν σε κίνδυνο ζωές ανθρώπων. Όταν με ευθύνη δύο άλλων δημοσιογράφων – που ούτε είχαν σχέση μαζί του ούτε ποτέ διώχθηκαν από τις ΗΠΑ – τα ονόματα δημοσιεύθηκαν, ο ίδιος ο Ασάνζ επικοινώνησε με τον Λευκό Οίκο για να τους ενημερώσει. Η απάντηση ήταν: «Καλέστε λίγο αργότερα»! Επιπλέον, προχώρησε και σε μια συγκλονιστική αποκάλυψη, αναφέροντας ότι οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες, το διάστημα που παρακολουθούσαν τον Τζούλιαν Ασάνζ το διάστημα που αυτός βρισκόταν στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο,  εξέταζαν και άλλους τρόπους για να τον αντιμετωπίσουν, όπως η περίπτωση της απαγωγής του ή ακόμη και της δολοφονίας του μέσω δηλητηρίασης.

Τα ερωτηματικά για την επικεφαλής της δικαστικής διαδικασίας

Την ίδια στιγμή, σοβαρά ερωτηματικά προκύπτουν σχετικά με την Βρετανίδα δικαστή, η οποία έχει την επίβλεψη της όλης διαδικασίας(η δικαστής Μπαράιτσερ που προεδρεύει ήταν δική της επιλογή). Πρόκειται για την Λαίδη Έμμα Άρμπυθνοτ, η οποία φέρεται να έχει «ανοιχτούς λογαριασμούς με τα Wikileaks».

Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι ο σύζυγός της, Λόρδος Τζέιμς Άρμπυθνοτ του Εντρομ, έχει διατελέσει υπουργός Άμυνας της Μ. Βρετανίας, ενώ πλέον είναι επικεφαλής σύμβουλος της εταιρείας οπλικών συστημάτων Thales Group, και μέχρι πρότινος ήταν σύμβουλος στην Babcock International, επίσης εταιρεία παραγωγής όπλων. Και οι δυο εταιρείες αυτές έχουν μεγάλα συμβόλαια με το βρετανικό Υπουργείο Αμύνης. Παράλληλα, όπως έγινε γνωστό το 2014 η Άρμπυθνοτ μαζί με τον σύζυγό της δέχθηκαν ως δώρο εισιτήρια για την ανθοκομική έκθεση του Τσέλσι στο Λονδίνο αξίας 1250 λιρών. Τα εισιτήρια ήταν δώρο της Bechtel Management Company Ltd, μιας αμυντικής βιομηχανίας με συμβόλαια με το βρετανικό Υπουργείο Άμυνας αξίας 215 εκατομμυρίων λιρών.

Το πρόβλημα είναι ότι τα Wikileaks είχαν αποκαλύψει το 2011 ότι η Bechtel είχε στενές σχέσεις με την αμερικανική εξωτερική πολιτική, «φέρνοντας στο φως» ένα τηλεγράφημα του Αμερικανού πρέσβη στην Αίγυπτο προς το αιγυπτιακό Υπουργείο Ηλεκτρισμού και Ενέργειας που ζητούσε να αναλάβει τον σχεδιασμό και την τεχνική υποστήριξη του πρώτου πυρηνικού εργοστασίου της Αιγύπτου η Bechtel. Επίσης το 2014, το ζεύγος δέχθηκε δώρο ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη αξίας 2426 λιρών. Το ταξίδι πληρώθηκε από το βρετανο-τουρκικό φόρουμ Tatlidil, που στοχεύει «στην έμπρακτη σύσφιξη των σχέσεων Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου σε κυβερνητικό, διπλωματικό, επιχειρηματικό, ακαδημαϊκό και μιντιακό επίπεδο». Με άλλα λόγια, ως πρόσωπα που εμπλέκονται στις αποκαλύψεις των Wikileaks, τόσο η Bechtel όσο και το Tatlidil είχαν λόγους να εναντιώνονται στην δουλειά του Τζούλιαν Ασάνζ.

Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι στις αρχές του Φεβρουαρίου ο Λόρδος Άρμπυθνοτ βρισκόταν στην Τουρκία, μέλος μιας βρετανικής αντιπροσωπείας, όπου συναντήθηκε με τον Μπεράτ Αλμπαϊράκ, τον γαμπρό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Το 2016 τα Wikileaks είχαν δημοσιεύσει δεκάδες χιλάδες email του Αλμπαϊράκ. Την ώρα που η Λαίδη Άρμπυθνοτ προέδρευε της υπόθεσης του Ασάνζ, ο σύζυγός της ήταν σε συνομιλίες με Τούρκους αξιωματούχους, που θα ήθελαν να δουν τον ιδρυτή των Wikileaks να τιμωρείται.

Με βάση όλα τα παραπάνω, προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσο η εν λόγω δικαστής μπορεί να είναι έστω και στοιχειωδώς αμερόληπτη. Και παρά το γεγονός ότι το βρετανικό δίκαιο ορίζει ότι οι δικαστές πρέπει να δηλώνουν εάν έχουν σύγκρουση συμφερόντων σε μια υπόθεση, από ότι φαίνεται η συγκεκριμένη λειτουργός δε φαίνεται να αισθάνθηκε την ανάγκη να το κάνει. Μάλιστα μόλις τον περασμένο Ιούλιο αρνήθηκε να εξαιρεθεί από τη διαδικασία παρά το γεγονός ότι υπήρξε σχετικό αίτημα.