Μπαμπά, πότε θα γυρίσουμε στο σπίτι μας; Η πεντάχρονη Ράνα θέλει να επιστρέψει στην Άγκυρα. Για να το καταφέρει όμως, πρέπει να εκπληρώσει ένα τελευταίο στόχο, να μάθει ελληνικά. Αυτοί είναι οι όροι του παιχνιδιού, που επινόησαν οι γονείς της για να βιώσει όσο πιο ανώδυνα γίνεται την τραυματική εμπειρία του ξεριζωμού και της καταδίωξης από τις αρχές της πατρίδας της.

Ads

Η οικογένεια του Ταχσίν κατέφυγε στην Ελλάδα μετά τις μαζικές διώξεις του Ερντογάν. Ο ίδιος περιγράφει την απίστευτη περιπέτειά του στο euronews και συχνά ξεσπά σε δάκρυα.

Ανώτατος υπάλληλος σε υπουργείο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, ο Ταχσίν, έχασε δουλειά και περιουσία, ως γκιουλενιστής. Για ένα χρόνο κρυβόταν στην Τουρκία για να αποφύγει τη σύλληψη.

Πατέρας τριών παιδιών, ο 46χρονος δεν είχε άλλη επιλογή εάν παραδινόταν θα κατέληγε στη φυλακή χωρίς δίκη. Οι αρχές πραγματοποίησαν τουλάχιστον 8 εφόδους στο σπίτι του στην Άγκυρα, χωρίς αποτέλεσμα. Τον αναζητούσαν παντού και πρώτοι στη λίστα των αρχών ήταν οι στενοί συγγενείς του.

Ads

Ο 68χρονος πατέρας του είναι τυφλός, αυτό όμως, δεν εμπόδισε τις τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας να τον συλλάβουν και να βρεθεί υπό κράτηση για 3 μήνες. Από το πογκρόμ δεν γλίτωσε ούτε η αδελφή του, παρ’ ότι ήταν έγκυος.

Στις 17 Μαΐου 12 πάνοπλοι άνδρες εισέβαλαν στο σπίτι της. Τα δύο αδέλφια του καταδικάστηκαν σε ποινές κάθειρξης έξι και επτά ετών, ως γκιουλενιστές.

Ελλάδα-Τουρκία: Ένα «παιχνίδι» δρόμος…

Τον Αύγουστο πήρε την απόφαση να πάρει την οικογένεια του και να φύγει από τη χώρα. Ήθελε ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά του. Χωρίς διαβατήριο, πλέον, απευθύνθηκε σε κυκλώματα διακινητών για να ξεφύγει.

Αρχικά του ζητούσαν 14.000 ευρώ. Τελικά κατάφερε να συγκεντρώσει 10.000 ευρώ, τα οποία έδωσε στους διακινητές για να διασχίσει με τα παιδιά και τη γυναίκα του Μεριέμ τα σύνορα από τον Έβρο.

Από την Άγκυρα το κύκλωμα μετέφερε την οικογένεια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί στην Ανδριανούπολη.

Τη νύχτα 25ης Αυγούστου θα ξεκινούσε η επικίνδυνη διάσχιση του ποταμού. Η 5χρονη Ράνα, ο 13χρονος Ενές και ο 15χρονος Άλπερεν ήταν φοβισμένοι. Ο Ταχσίν και η Μεριέμ έπρεπε να σκεφτούν κάτι για να καταπολεμήσουν το φόβο και βρήκαν το καλύτερο αντίδοτο, ένα παιχνίδι.

«Πήρα τη Ρἀνα την έβαλα απέναντι μου και της είπα πως πρόκειται για ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι με τρία επίπεδα. Εάν τα καταφέρναμε θα μας έδιναν στο τέλος ένα δώρο.

Πρώτο επίπεδο. Πρέπει να περάσουμε το ποτάμι προς την Ελλάδα να πάμε στην Αλεξανδρούπολη. Της είπα πως έπρεπε να περπατήσουμε πολύ, να περάσουμε από βάλτους αλλά δεν πρέπει να μιλάμε καθόλου. Δεύτερο επίπεδο, όταν φτάσουμε στην Ελλάδα θα μας πάρουν οι αστυνομικοί και ίσως μας βάλουν σε ένα κλειστό δωμάτιο για 2-3 ημέρες. Δεν πρέπει να ρωτάς τίποτα και να υπακούς. στους κανόνες. Εάν δεν κλάψεις εκεί θα πάρεις ένα δώρο και θα πάμε στο τρίτο επίπεδο, της είπα. Στο τρίτο επίπεδο όταν μας αφήσουν ελεύθερους θα πάμε στην Αθήνα. Εκεί θα ζούμε με ανθρώπους που δεν μιλούν τουρκικά. Εάν μάθεις τη γλώσσα και ξεκινήσεις να πηγαίνεις στο σχολείο, τότε θα πάμε πίσω στο σπίτι μας στην Άγκυρα», λέει συγκινημένος ο Ταχσίν.

Η ιστορία τους εξελίχθηκε ακριβώς έτσι. Τη νύχτα της 25ης Αυγούστου επιβιβάστηκαν σε μια μικρή πλαστική βάρκα για να διασχίσουν τον Έβρο, στην οποία επέβαιναν συνολικά 16 άτομα.

Δύο φορές χρειάστηκε να περισυλλέξουν ανθρώπους που έπεσαν στο νερό. Τελικά τα κατάφεραν και η μικρή Ράνα παρέμεινε σιωπηλή. Όταν έφθασαν στην ελληνική όχθη ξεκίνησε το περπάτημα. Μια νύχτα ατελείωτη. Η Μεριέμ διακόπτει τον άνδρα της. Τα δάκρυα που με δυσκολία συγκρατούσε νωρίτερα, ποτίζουν το ταλαιπωρημένο πρόσωπό της.

«Οι περισσότεροι ενήλικες δεν μπορούν να ακολουθήσουν αυτή τη διαδρομή. Αλλά η μικρή επειδή πίστευε πως είναι ένα παιχνίδι και υπάρχει ένα μεγάλο δώρο στο τέλος, την περπάτησε όλη. Όταν προσπάθησα να την πάρω αγκαλιά μου είπε: “Μαμά άσε με κάτω θέλω να κερδίσω το παιχνίδι”»

Την αυγή εντόπισε την οικογένεια μια ομάδα Ελλήνων αστυνομικών. «Τα παιδιά ήταν βρεγμένα, μας έφεραν κουβέρτες και κάτι για φαγητό. Ακόμα τους θυμάμαι και τους ευχαριστώ», λέει ο Ταχσίν. Η οικογένεια έμεινε σε χώρο κράτησης για δύο ημέρες, και στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερη για να συνεχίσει το ταξίδι της. Από εκεί έφτασε στην Αθήνα. Η Ράνα πιστεύει ακόμα στο παιχνίδι, το μόνο που της απομένει για να το ολοκληρώσει είναι να μάθει ελληνικά… Ο Ταχσίν έχει αιτηθεί ασύλου και ελπίζει σε μια νέα ζωή μακριά από τις διώξεις Ερντογάν.

image

Η τραγωδία στη Λέσβο

Η οικογένεια του Ταχσίν στάθηκε τυχερή. Για εκείνους το επικίνδυνο ταξίδι είχε αίσιο τέλος. Δεν συνέβη όμως, το ίδιο με την οικογένεια του Χουσεϊν Μαϊντάν. Με τον Ταχσίν ήταν φίλοι αδελφικοί από παιδιά. Τα τρία πτώματα που ξεβράστηκαν στις ακτές της Λέσβου στις αρχές Νοεμβρίου εκτιμάται πως ανήκουν στην οικογένεια Μαϊντάν. Ο Χουσεϊν και η γυναίκα του Νουρ απολύθηκαν με προεδρικό διάταγμα Ερντογάν. Οι δύο ιστορίες έχουν πολλά κοινά σημεία αλλά μια διαφορά που στάθηκε μοιραία για τον Χουσεϊν. Εκείνος δεν είχε τα χρήματα για να πληρώσει τους διακινητές και να δραπετεύσει από την Τουρκία. Αγόρασε για 1000 ευρώ μια ξύλινη βάρκα και αποφάσισε να περάσει στην Ελλάδα από το Αιγαίο.

Η φωνή του Ταχσίν σπάει όταν μιλά για τον φίλο του. «Μαϊντάν στη γλώσσα μας σημαίνει ορυχείο. Ο Χουσεϊν ήταν πραγματικά ένα διαμάντι, που ποτέ δεν έκανε κακό σε κανένα», λέει ο Ταχσίν. Λίγες ημέρες πριν ξεκινήσει το ταξίδι ο Χουσεϊν, ο αδελφός του Ραμαντάν Μαϊντάν επικοινώνησε με τον Ταχσίν και του ζήτησε να τον βοηθήσει όταν θα έφτανε στην Ελλάδα. Ο Ταχσίν περίμενε για αρκετές ημέρες μάταια όμως. Ο αδελφός του Χουσεϊν επικοινώνησε ξανά μαζί του, του είπε πως τα ίχνη του Μαϊντάν, της Νουρ και των τριών παιδιών έχουν χαθεί και του ζήτησε να ψάξει για εκείνους στην Ελλάδα.

Ο Ταχσίν ρώτησε όπου μπορούσε σε νοσοκομεία, προσφυγικούς καταυλισμούς, την αστυνομία, αλλά δεν είχε αποτέλεσμα. Τότε είπε στην οικογένεια του Χουσεϊν να επικοινωνήσει με την τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα. Τα αδέλφια του Χουσεϊν, Ραμαντάν και Σατιλμίς Μαϊντάν βρίσκονται επίσης, στις «μαύρες λίστες» του καθεστώτος. Στον Σατιλμίς μάλιστα, ανήκει η ταυτότητα που βρέθηκε πάνω στο πτώμα του άνδρα που εντοπίστηκε στη Λέσβο. Ο Ραμαντάν Μαϊντάν ήταν στρατιωτικός. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα αποτάχθηκε και το διαβατήριο του κατασχέθηκε. Ο Σατιλμίς εργάζεται στην Istikball. Πρόκειται για μια από τις 1000 και πλέον ιδιωτικές εταιρείες που εθνικοποίησε ο Ερντογάν και συνέλαβε τους ιδιοκτήτες. Οι δύο άνδρες χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα αδυνατούν να ταξιδέψουν στη Λέσβο. Θεωρούν όμως, βέβαιο πως ο αδελφός τους και η οικογένεια του είναι νεκροί. Έστειλαν δείγματα DNA και περιμένουν τα αποτελέσματα για να επιβεβαιωθούν οι φόβοι τους.

Όσο για τους γονείς: «Δεν μπορούμε να πούμε στον πατέρα και τη μητέρα του Χουσεϊν Μαϊντάν πως αυτά τα πτώματα ανήκουν στον γιό και τα εγγόνια τους. Ελπίζουν ακόμα και περιμένουν τα αποτελέσματα των εξετάσεων DNA», λέει ο Ταχσίν.

Οι διώξεις και το στίγμα στους «γκιουλενιστές»

Στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξαπέλυσε μια εκστρατεία μαζικών διώξεων εις βάρος εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών και των οικογενειώντους που θεωρήθηκαν υποστηρικτές του Φετουλάχ Γκιουλέν.

Είναι χαρακτηριστικό πως τις δύο πρώτες ημέρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος είχαν εκδοθεί προεδρικά διατάγματα για την αποπομπή 20.000 δημοσίων υπαλλήλων. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων εκδόθηκαν και εντάλματα σύλληψης εις βάρος των ανθρώπων αυτών.

Οι αρχές παραδέχθηκαν πως τα ονόματα και οι λίστες των διώξεων ήταν έτοιμες πριν την απόπειρα πραξικοπήματος αλλά η νομοθεσία τότε δεν επέτρεπε την πραγματοποίηση των εκκαθαρίσεων σε αυτή τη μαζική μορφή. Είναι χαρακτηριστικό πως είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης κατά του εισαγγελέα Αχμέτ Μπιτσέρ, ο οποίος είχε πεθάνει δύο μήνες, πριν δημοσιοποιηθεί η λίστα με τους τους διωκόμενους και εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του.

Τα ονόματα των διωκόμενων δημοσίων λειτουργών δημοσιοποιήθηκαν στην εφημερίδα της κυβέρνησης. Είναι χαρακτηριστικό πως στους ανθρώπους αυτούς δόθηκαν νέες ταυτότητες που διέθεταν έναν ειδικό κωδικό. Ακόμα και αν δεν είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον τους δεν θα μπορούσαν να βρουν δουλειά ούτε στον ιδιωτικό τομέα. Πλέον έφεραν το «στίγμα» των γκιουλενιστών.

Η περιουσία των αποπεμφθέντων δημοσίων λειτουργών κατασχέθηκε. Πιστωτικές κάρτες, τραπεζικοί λογαριασμοί, σπίτια και αυτοκίνητα κατασχέθηκαν χωρίς να υπάρχει απόφαση δικαστηρίου. Το ίδιο συνέβη και με τα διαβατήρια τόσο των ιδίων όσο και των οικογενειών τους.

Περισσότερες από 1000 μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας πέρασαν στον έλεγχο του κράτους και πολλοί επιχειρηματίες φυλακίστηκαν.

Ουσιαστικά οι άνθρωποι αυτοί χωρίς περιουσία, διαβατήρια και την δυνατότητα να βρουν αλλού δουλειά τέθηκαν στο κοινωνικό περιθώριο και επέλεξαν το δρόμο της φυγής από τη χώρα.

Oι εκκαθαρίσεις Ερντογάν με αριθμούς

– 146.713 δημόσιοι λειτουργοί απολύθηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Μεταξύ αυτών 8.693 ακαδημαϊκοί και 4.463 δικαστές και εισαγγελείς.

-128.998 άνθρωποι τέθηκαν υπό κράτηση

-61.247 άνθρωποι συνελήφθησαν και κρατούνται ακόμη χωρίς δίκη. Μεταξύ αυτών 308 δημοσιογράφοι, 17.000 γυναίκες και 668 μικρά παιδιά. Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, σε κάποιες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί βασανισμοί κρατουμένων και θάνατοι μέσα στις φυλακές.

-3.003 Σχολεία, ιδρύματα και πανεπιστήμια έκλεισαν.

-187 μέσα μαζικής ενημέρωσης έβαλαν λουκέτο ή πέρασαν σε κυβερνητικό έλεγχο.

– Περισσότερες από 1000 επιχειρήσεις πέρασαν στα χέρια του κράτους και αρκετοί από τους ιδιοκτήτες φυλακίστηκαν.

Πηγή: euronews