Το Ιρακινό Κουρδιστάν, μια ημιαυτόνομη επαρχία στο βόρειο Ιράκ, οδεύει προς την ανεξαρτησία του, με κρίσιμες συμμαχίες που του εξασφαλίζουν τα κοιτάσματα πετρελαίου, τα οποία βρίσκονται στις ελεγχόμενες από το ίδιο περιοχές του Βορείου Ιράκ και κυρίως στο Κιρκούκ. Συχνά οι συμμαχίες που συνάπτουν οι Κούρδοι χαρακτηρίζονται ως «παράδοξες» αλλά ταυτόχρονα αναγκαίες για την υπεράσπιση των εδαφών τους. Της Μικαέλας Κόλλια

Ads

Στο βόρειο Ιράκ, η κατάσταση στην περιοχή μεταξύ του Κιρκούκ και της Χαουίτζα είναι αρκετά τεταμένη. Πρόσφατα μετατράπηκε σε σύνορο καθώς πέρασε από τον έλεγχο των Ιρακινών στους Πεσμεργκά*. Λίγα μέτρα μακριά βρίσκονται οι δυνάμεις των σουνιτών τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε». Εξάλλου το Κιρκούκ αποτελεί επί χρόνια σημείο τριβής μεταξύ της κεντρικής ιρακινής κυβέρνησης και των Κούρδων, που ιστορικά επιδιώκουν την ένταξή του στα εδάφη τους.
 
Σε μια χώρα της οποίας οι εθνοτικές και θρησκευτικές διαχωριστικές γραμμές είναι αρκετά λεπτές, τo Κιρκούκ κατοικείται από Τουρκμάνους, Άραβες, Σύριους και Κούρδους, οι οποίοι διεκδικούν ιστορικά  αυτή τη πλούσια σε πετρέλαιο γη. Έτσι, η περιοχή έχει συχνά μετατραπεί σε πεδίο συγκρούσεων. Ο Σαντάμ Χουσεΐν είχε για πολύ καιρό βάλει στο στόχαστρο το κουρδικό πληθυσμό της πόλης. Από το 1991, σε μια επιχείρηση «αραβοποίησης», περισσότεροι από 100.000 Κούρδοι εκδιώχθηκαν και στην περιοχή εγκαταστάθηκαν αραβικές οικογένειες. Ωστόσο, μετά την εισβολή των ΗΠΑ το 2003, οι Κούρδοι άρχισαν να επιστρέφουν στο Κιρκούκ. ΄Όπως είχαν τονίσει τότε μέλη της Πεσμεργκά, η  επανεγκατάσταση ήταν μια επιστροφή στην πατρίδα και μια διεκδίκηση της γης, που όπως αναφέρουν τους ανήκει δικαιωματικά και ιστορικά.

Πρόσφατα, οι μαχητές του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε», που κήρυξαν τη δημιουργία χαλιφάτου στις περιοχές που ελέγχει η οργάνωση παρακλάδι της Αλ Κάιντα, κατά την επέλασή τους έθεσαν υπό τον έλεγχό τους έξι ζώνες της επαρχίας Κιρκούκ, μεταξύ άλλων και τη Χαουίτζα, αφού πρώτα είχαν καταλάβει τη Μοσούλη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, Κατά την επέλαση των τζιχαντιστών ο ιρακινός στρατός εγκατέλειψε τις θέσεις του και άφησε μόνους τους Κούρδους απέναντι στους μαχητές του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε». Η αποχώρηση των κυβερνητικών δυνάμεων, που άφησαν τις βάσεις και τα όπλα τους, δημιούργησε ένα κενό ασφαλείας, το οποίο έσπευσαν να καλύψουν οι Κούρδοι. Η περιοχή αυτή είναι γεμάτη από «αμφιλεγόμενα εδάφη», και από το 2003 τη διεκδικούν τα δύο κύρια κουρδικά κόμματα: το Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (KDP) και η Πατριωτική Ένωση του Κουρδιστάν (PUK).

Σημειώνεται πως μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, και αφού η κεντρική κυβέρνηση που κυριαρχείται από σιίτες έχασε τον έλεγχο του βόρειου Ιράκ, το ιρακινό Κουρδιστάν κέρδισε συνταγματική αναγνώριση της αυτονομίας του, υλοποιώντας κάποιες από τις εδαφικές φιλοδοξίες του. Επιπλέον, η προσάρτηση του Κιρκούκ στο αυτόνομο ιρακινό Κουρδιστάν έρχεται να περιπλέξει και τις προσπάθειες των ΗΠΑ για συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας -από σιίτες, σουνίτες και Κούρδους- ως ανάχωμα στην προέλαση των τζιχαντιστών της οργάνωσης του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε». Πλέον οι διαφιλονικούμενες περιοχές εκτείνονται από τη μεθόριο μεταξύ του Ιράκ και το Ιράν ως τα σύνορα με τη Συρία.

Ads

Στο φυλάκιο ανάμεσα στο Κιρκούκ και την Χαουίτζα, ο διοικητής των κουρδικών δυνάμεων της περιοχής δήλωσε στη Le Monde Diplomatique, ότι θα παραμείνουν εκεί για να εξασφαλίσουν ότι η κουρδική επικράτεια που εγκαταλείφθηκε από τον ιρακινό στρατό δε θα εμπλακεί στον πόλεμο μεταξύ των τζιχαντιστών και των κυβερνητικών δυνάμεων.

Νέα κουρδικά σύνορα

Το κύριο μέτωπο των μαχών στο Ιράκ βρίσκεται στις πόλεις που έχουν καταλάβει οι τζιχαντιστές, όπου συγκρούονται με κυβερνητικές δυνάμεις και ένοπλες ομάδες σιιτών, οι οποίες συνδράμουν στις κυβερνητικές επιχειρήσεις. Στο περιθώριο αυτής της σύγκρουσης, οι Κούρδοι έχουν ωφεληθεί εδαφικά. Το νέο σύνορο ανάμεσα στο ιρακινό Κουρδιστάν και περιοχές που ελέγχουν οι τζιχαντιστές, εκτείνεται νοτιοανατολικά και βορειοδυτικά σε ολόκληρο το Ιράκ, από τα σύνορα με το Ιράν στα ανατολικά μέχρι τις κουρδικές περιοχές της Συρίας δυτικά, οι οποίες βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος (συριακό παρακλάδι του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος, του ΡΚΚ) και πλέον επίσης απειλούνται από τους τζιχαντιστές που συμμετέχουν στον συριακό εμφύλιο.

Οι αψιμαχίες στα σύνορα είναι συχνές, ωστόσο οι τελευταίες εξελίξεις στο Ιράκ και η θρησκευτικός διχασμός έχει δημιουργήσει και παράδοξες συμμαχίες. Μεγάλο μέρος των σουνιτών μιλούν για την ανάγκη να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τους Κούρδους. Παράλληλα, η Περιφερειακή Κυβέρνηση του Κουρδιστάν έχει ταχθεί υπέρ μιας αυτόνομης περιοχής σουνιτών στην Μοσούλη.  Ανεξάρτητα από τις περιστασιακές συμμαχίες οι εξελίξεις επέτρεψαν στο κουρδικό κίνημα στο Ιράκ να ικανοποιήσει ένα βασικό του αίτημα: τον έλεγχο της πόλης και της επαρχίας του Κιρκούκ.

Ο ηγέτης της αυτόνομης κουρδικής περιοχής Μασούντ Μπαρζάνι, έστειλε προς όλους ένα σαφές μήνυμα: Οι Κούρδοι του Ιράκ δεν πρόκειται να παραδώσουν τον έλεγχο  του Κιρκούκ. «Κάναμε υπομονή δέκα χρόνια με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να λύσουμε τα προβλήματα αυτών των περιοχών. Υπήρχαν ιρακινές δυνάμεις σε αυτές τις περιοχές, στη συνέχεια υπήρξε ένα κενό ασφαλείας και οι Πεσμεργκά ήρθαν να κλείσουν το κενό. Τώρα το θέμα έληξε» δήλωσε.
 
Με την απόσυρση των δυνάμεων της ιρακινής κυβέρνησης από το Κιρκούκ επισφραγίστηκε ο de facto έλεγχος της περιοχής από τους Κούρδους. Αφού κυριάρχησαν στο τοπικό συμβούλιο μετά την εισβολή των ΗΠΑ το 2003, ιδιοποιούνται τώρα τον εγκαταλελειμμένο στρατιωτικό εξοπλισμό και αποκτούν σημαντική στρατιωτική ισχύ στην περιοχή, την οποία φαίνονται αποφασισμένοι να διατηρήσουν ακόμη και εάν η κεντρική κυβέρνηση επιχειρήσει να επανακτήσει τον έλεγχο.

Με αυτό το τρόπο καταρρίφθηκαν και τα σενάρια καταμερισμού της εξουσίας μεταξύ της Βαγδάτης και της Αρμπίλ (πρωτεύουσας του ιρακινού Κουρδιστάν) στο πλαίσιο μιας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών. Οι Κούρδοι, οι οποίοι απέκτησαν μέρος των τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου στο Κιρκούκ το 2008, μπορούν τώρα και να τα ελέγχουν ολοκληρωτικά. Λίγο μετά την αποχώρηση του Ιρακινών δυνάμεων από την περιοχή, ο Κούρδος υπουργός φυσικών πόρων, Αστί Χαουράμι, ανακοίνωσε ότι σκοπεύουν να ξεκινήσουν  έργα υποδομής, ώστε να καταστήσουν δυνατή την άντληση πετρελαίου, που επίσημα βρίσκεται ακόμη υπό ομοσπονδιακό έλεγχο. Έτσι, οι Κούρδοι θα ελέγχουν την εξαγωγή αυτόνομα, μέσω της Τουρκίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στις 21 Ιουνίου, το πρώτο φορτίο κουρδικού πετρελαίου έφυγε από το Τσεϊχάν και ξεφόρτωσε το πετρέλαιο στο Ισραηλινό λιμάνι του Ασκελόν. Οι Κούρδοι θα μπορούσαν πλέον να πιέσουν τη Βαγδάτη να τους χορηγήσει ευνοϊκούς όρους.

Ωστόσο, όπως σημειώνει η Monde Diplomatique, θα ήταν λάθος να συμπεράνουμε πως η αυξανόμενη δύναμη του ιρακινού Κουρδιστάν, ως αυτόνομη περιοχή, αποκλείει και τη συμμετοχή των Κούρδων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Οι Κούρδοι θα μπορούσαν και σε αυτήν την περίπτωση μέσω της πίεσης στη Βαγδάτη να ικανοποιήσουν μεγάλο μέρος των συμφερόντων τους και να πετύχουν ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.

Ένα συνονθύλευμα στα σύνορα

Αξίζει να σημειωθεί πως οι Κούρδοι του Ιράκ δεν αποτελούν ένα απόλυτα συνεκτικό σώμα, με μια σαφή, κοινή ατζέντα. Η Monde Diplomatique υπογραμμίζει πως το Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (KDP) και η Πατριωτική Ένωση του Κουρδιστάν (PUK), που εξακολουθούν να είναι τα κυρίαρχα κόμματα, ελέγχει το καθένα τα δικά του εδάφη και έχει το δικό του στρατό. Παράλληλα επιδιώκουν να προωθήσουν το δικό τους σχέδιο για το ανεξάρτητο Κουρδιστάν με περιστασιακά αποκλίνουσες συμμαχίες. Το KDP, που δεσπόζει στις βορειοδυτικές περιοχές, εμφανίζεται περισσότερο πρόθυμο να αναζητήσει κοινό τόπο με τους σουνίτες, ενώ έχει ιδιαίτερα καλές σχέσεις και με την Τουρκία. Αντίθετα το PUK κυριαρχεί στις νοτιοανατολικές περιοχές του Ιρακινού κουρδιστάν και έχει καλές σχέσεις με τον ιρακινό στρατό, αλλά και με το Ιράν και έμμεσα με το PKK στην Τουρκία. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί ανάμεσα στις δύο δυνάμεις στο Ιρακινό Κουρδιστάν είναι πως στρατιωτικά φυλάκια δεν υπάρχουν μόνο μεταξύ των συνόρων με το Ιράκ αλλά και μεταξύ των ζωνών επιρροής του PUK και KDP.

Αν και οι ηγέτες των δύο πλευρών φαίνονται πρόθυμοι να παρακάμψουν αυτές τις αποκλίσεις, η τεταμένη κατάσταση στο Ιράκ τείνει να τις επιδεινώνει. Αυτή η τάση διάσπασης είναι ισχυρότερη στα εδάφη που διεκδικούνται και από τη Βαγδάτη, λόγω της ποικιλομορφίας του πληθυσμού. Εκτός από τις εθνοτικές διαιρέσεις μεταξύ των Κούρδων, των Τουρκομάνων και των Αράβων, υπάρχουν και θρησκευτικές διαιρέσεις. Και οι τρεις κοινότητες χωρίζονται σε σιίτες και σουνίτες. Σε όσες περιοχές δεν ελέγχονται από τα κουρδικά PUK και KDP – είτε από κοινού ή χωριστά – έχουν αναπτυχθεί ένοπλες πολιτοφυλακές, όλες με την αίσθηση ότι είναι διακριτές από τους γείτονές τους, ότι είναι κάτι «άλλο» από αυτούς. Επιπλέον, όλες  περιλαμβάνουν μέλη πρώην ομοσπονδιακών δυνάμεων ασφαλείας, και ο καθένας βρίσκει μακρινούς συμμάχους εναντίον γειτονικών εχθρών.

Έτσι ένα μεγάλο μέρος των νέων συνόρων του ιρακινού Κουρδιστάν είναι ένα συνονθύλευμα σημείων ελέγχου και θυλάκων που καταλήφθηκαν από διαφορετικές ομάδες. Κύριο χαρακτηριστικό τους η στρατιωτική ισχύς, η μαχητικότητα, ο μεταξύ τους ανταγωνισμός ή στην καλύτερη η αδιαφορία τους ενός για τον άλλον, σημειώνει η Monde Diplomatique.

Με την επίθεση του «Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε», ο στρατός των Κούρδων ήταν η δύναμη που απέτρεψε να πέσει το Κιρκούκ στα χέρια των τζιχαντιστών. Ωστόσο η δημιουργία ενός ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μια δεδομένη εξέλιξη. Εξάλλου, το Κιρκούκ, με τα πλούσια πετρελαϊκά του κοιτάσματα, θα αποτελεί πάντα το μήλον της Εριδος μεταξύ της Βαγδάτης και της τοπικής κουρδικής κυβέρνησης του Αρμπίλ, η οποία επιθυμεί να το ενσωματώσει στην αυτόνομη κουρδική περιοχή.
 
* Ο όρος, που κυριολεκτικά σημαίνει «όσοι αντιμετωπίζουν το θάνατο», είναι πλέον η επίσημη ονομασία των ενόπλων δυνάμεων της Περιφερειακής Κυβέρνησης του Κουρδιστάν.