Μια πολύ σημαντική ανακάλυψη για τη θεραπεία του καρκίνου πιστεύουν ότι έκαναν επιστήμονες από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, καθώς η έρευνά τους δίνει την ελπίδα ότι η νέα γενιά των υπό ανάπτυξη αντικαρκινικών ανοσοθεραπειών θα είναι στοχευμένη στην ιδιαιτερότητα των όγκων κάθε ασθενούς.

Ads

Λόγω της αδυναμίας εξατομίκευσης στη θεραπεία, τα αποτελέσματα της καταπολέμησης του καρκίνου μέσω της χορήγησης φαρμάκων ήταν, μέχρι σήμερα, θετικά μόνο για το ένα τρίτο των ασθενών.

Όπως επισημαίνουν τώρα οι επιστήμονες, η «καθοδήγηση», με ακρίβεια, των αμυντικών κυττάρων του σώματος πάνω σε συγκεκριμένους «ευάλωτους» στόχους, στους καρκινικούς όγκους, μπορεί να οδηγήσει στην αποτελεσματικότερη δράση των φαρμάκων της ανοσοθεραπείας, καθώς μπορούν πλέον να «πιάνουν» όλα τα καρκινικά κύτταρα και όχι μόνο ένα μέρος τους.

image

Ads

Μερικοί καρκίνοι φέρουν επάνω τους τους σπόρους της καταστροφής τους

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Τσαρλς Σουάντον του University College του Λονδίνου (UCL) και του Ινστιτούτου Φράνσις Κρικ, έδειξαν για πρώτη φορά ότι μερικοί τουλάχιστον καρκίνοι φέρουν επάνω τους τούς σπόρους της καταστροφής τους (την «αχίλλειο πτέρνα» τους).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: 

* Επαναστατική μέθοδος: Θεραπεύτηκαν 9 στους 10 ασθενείς με λευχαιμία

Ο επιστήμονας που έδωσε ελπίδα μιλά για τη θεραπεία του καρκίνου

Μέσα σε κάθε καρκινικό όγκο υπάρχουν ανοσοποιητικά κύτταρα που μπορούν να αναγνωρίσουν τα ευάλωτα αυτά σημεία, τα οποία στη συνέχεια είναι δυνατό να αποτελέσουν στόχο του ανοσοποιητικού συστήματος.

Ξεχωριστή θεραπεία για κάθε ασθενή – Υψηλό κόστος 

Η νέα μέθοδος, αναμένεται να είναι υψηλού κόστους, καθώς θα αφορά κάθε έναν ξεχωριστό ασθενή.

Πρώτη δοκιμή σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα 

Δεν έχει δοκιμαστεί κλινικά ακόμη σε ανθρώπους, κάτι που αναμένεται να γίνει μέσα στην επόμενη διετία ή τριετία σε ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο των πνευμόνων.

Η νέα θεραπεία αναμένεται να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με υπάρχοντα φάρμακα, που εμποδίζουν τους καρκίνους να εξουδετερώνουν τα Τ-κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.

Οι επιστήμονες δημοσιοποίησαν την έρευνα τους στο περιοδικό «Science».