Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πόσοι μαύροι ζούσαν στη Γερμανία όταν οι Ναζί πήραν την εξουσία το 1933. Ενώ πολλοί από αυτούς προέρχονταν αρχικά από τη βραχύβια αποικιακή ιστορία της Γερμανίας στην Αφρική (1884-1920), ήταν στην πραγματικότητα «ένας ποικίλος και αρκετά μετακινούμενος πληθυσμός», λέει ο Robbie Aitken, καθηγητής του Πανεπιστημίου Sheffield Hallam, ο οποίος ειδικεύεται στην ιστορία των Αφρογερμανών. «Και ήδη γύρω στο 1933, μερικοί μαύροι άνδρες και οι οικογένειές τους είχαν φύγει από τη Γερμανία λόγω της ανόδου των Ναζί».

Ads

Μια άλλη σημαντική ομάδα Αφρογερμανών έγινε γνωστή ως «τα μπάσταρδα της Ρηνανίας», όπως ήταν η ρατσιστική και υποτιμητική ονομασία των Ναζί για παιδιά που θεωρούνταν ότι είχαν γεννηθεί από Γάλλους στρατιώτες αφρικανικής καταγωγής ενώ βρίσκονταν στη Ρηνανία μετά πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

«Αν συμπεριλάβουμε τα 600 – 900 παιδιά της Ρηνανίας, υπήρχαν το πολύ 1.500 – 2.000 άνθρωποι που μπορούμε να ονομάσουμε κατοίκους», λέει ο Aitken, προσθέτοντας ότι πολύ περισσότεροι μαύροι άνδρες και γυναίκες ήταν επίσης προσωρινά εγκατεστημένοι στη Γερμανία εκείνη την εποχή και  εργάζονταν ως καλλιτέχνες, αθλητές ή διπλωμάτες.

Στη Γερμανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υπάρχουν περισσότερα από 75.000 πέτρινα μνημεία – πλακέτες τοποθετημένες στο πεζοδρόμιο για να σηματοδοτήσουν τα ονόματα και τις μοίρες των θυμάτων ναζιστικών διωγμών.

Ads

Αλλά μέχρι στιγμής, η Γερμανία έχει μόνο τέσσερις από αυτές τις πλακέτες αφιερωμένες στα μαύρα θύματα του ναζιστικού καθεστώτος. Οι δυο εξ αυτών τοποθετήθηκαν τον Αύγουστο στο Βερολίνο στη μνήμη της Martha Ndumbe και του Ferdinand James Allen.

Η τελετή συγκέντρωσε ανθρώπους από αντιρατσιστικά κινήματα και πρωτοβουλίες.

Ο Γκούντερ Ντέμνιγκ, ο καλλιτέχνης που είχε την ιδέα αυτών των αναμνηστικών λίθων, συμμετείχε επίσης στην τελετή και έβαλε προσεκτικά τις πέτρες μπροστά από τα σπίτια όπου ζούσαν τα θύματα πριν από τη σύλληψή τους από τους Ναζί.

Η Μάρθα Ντούμπε γεννήθηκε το 1902 στο Βερολίνο. Ο πατέρας της, Jacob Ndumbe, καταγόταν από το Καμερούν, ενώ η μητέρα της, Dorothea Grunwaldt, ήταν Γερμανίδα από το Αμβούργο.

Ο πατέρας της Μάρθα ήρθε στη Γερμανία ως μέρος της Πρώτης Γερμανικής Αποικιακής Έκθεσης στο Βερολίνο. Μετά το τέλος της έκθεσης, έμεινε στο Βερολίνο, όπου γεννήθηκε η Μάρθα.

Όταν η Μάρθα μεγάλωνε στο Βερολίνο, οι διακρίσεις έκαναν την κοινωνική και οικονομική κατάσταση για τους περισσότερους μαύρους στη Γερμανία επισφαλή και της ήταν αδύνατο να βρει μια αξιοπρεπή δουλειά. «Στράφηκε στην πορνεία και στα μικρά εγκλήματα για την επιβίωσή της», λέει ο Robbie Aitken, ο οποίος κατέγραψε επίσης την υπόθεση αυτών των δύο ατόμων.

Οι Ναζί τη φυλάκισαν επειδή ήταν «εγκληματίας κατ’ επάγγελμα». Στις 9 Ιουνίου 1944, στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ravensbrück, όπου πέθανε στις 5 Φεβρουαρίου 1945.

Ο Ferdinand James Allen γεννήθηκε το 1898. Ο πατέρας του, Τζέιμς Κορνήλιος Άλεν, ήταν μαύρος Βρετανός μουσικός από την Καραϊβική και ζούσε στο Βερολίνο. Η Γερμανίδα μητέρα του, Lina Panzer, καταγόταν επίσης από το Βερολίνο.

Ο Φερδινάνδος αγωνιζόταν επίσης για επιβίωση του. Έπασχε επιπλέον από επιληψία. Σύμφωνα με τον Aitken, εξαιτίας της υγείας και της βιολογικής του κατάστασης, δολοφονήθηκε στο ψυχιατρείο του Μπέρνμπουργκ στις 14 Μαΐου 1941, στο πλαίσιο της εκστρατείας μαζικών δολοφονιών των Ναζί μέσω ακούσιας ευθανασίας, γνωστής ως Aktion T4.

Με αυτά τα δύο νέα μνημεία ​​που εγκαταστάθηκαν στις 29 Αυγούστου, το Βερολίνο διαθέτει τώρα τρία ανάλογα για μαύρα θύματα της ναζιστικής Γερμανίας. Το πρώτο εγκαταστάθηκε το 2007, για τον Mahjub bin Adam Mohamed.

Ο Mahjub bin Adam Mohamed γεννήθηκε το 1904 στο Dar es Salaam, την σημερινή  οικονομική πρωτεύουσα της Τανζανίας. Εκείνη την εποχή, η πόλη ήταν μέρος της Γερμανικής Ανατολικής Αφρικής, η οποία περιελάμβανε τη σημερινή Τανζανία, τη Ρουάντα και το Μπουρούντι. Εργάστηκε εκεί ως παιδί στρατιώτης για τον γερμανικό αποικιακό στρατό και αργότερα μετακόμισε στο Βερολίνο το 1929, λίγο πριν αναλάβουν την εξουσία οι Ναζί το 1933.

Παλεύοντας να επιβιώσει καθώς αντιμετώπισε διακρίσεις, ο Ματζούμπ χρειάστηκε να κάνει αρκετές δουλειές, όπως δάσκαλος Σουαχίλι, σερβιτόρος σε ξενοδοχεία και ηθοποιός σε διάφορες αποικιακές ταινίες. Οι Ναζί τον κατηγόρησαν για «παράβαση των φυλετικών φραγμών» επειδή είχε σχέσεις με Γερμανίδες και τον έστειλαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Σάκσενχάουζεν το 1941. Πέθανε εκεί στις 24 Νοεμβρίου 1944.

Αυτές οι τρεις αναμνηστικές πλάκες δεν απέχουν πολύ η μία από την άλλη, στην περιοχή Mitte του Βερολίνου, όπου ζούσαν τότε οι περισσότεροι μαύροι Βερολινέζοι, σύμφωνα με τον Robbie Aitken. «Ήταν κυρίως φτωχές κοινότητες των μαύρων, που και ακόμη και όταν είχαν χρήματα, δεν επέλεξαν να ζήσουν σε άλλα μέρη», επισημαίνει η Τανζανή ακτιβίστρια με έδρα το Βερολίνο, Mnyaka Sururu Mboro.

Εκτός από τις τρεις πλάκες του Βερολίνου για τα μαύρα θύματα των ναζιστικών διώξεων, υπάρχει και μια τέταρτη στη Φρανκφούρτη στη Marburgerstrasse 9. Μνημονεύει έναν Νοτιοαφρικανό, τον Hagar Martin Brown, ο οποίος γεννήθηκε το 1889 και μεταφέρθηκε στη Γερμανία ως υπηρέτης αριστοκρατική οικογένεια. Κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ, οι γιατροί τον χρησιμοποίησαν για να δοκιμάσουν ιατρικές χημικές ουσίες, οι οποίες οδήγησαν στο θάνατό του το 1940.

«Ελπίζω ότι θα έχουμε περισσότερες πλάκες ​​κάποια στιγμή», λέει ο καθηγητής Robbie Aitken. «Υπήρχαν σαφώς περισσότερα μαύρα θύματα, αλλά η δυσκολία βρίσκεται στην εξεύρεση συγκεκριμένων, τεκμηριωμένων στοιχείων που να το αποδεικνύουν. Αυτό είναι δύσκολο λόγω της καταστροφής των αρχείων από τους Ναζί».

Πηγή: Deutsche Welle