Στο νοσοκομείο Μπουστ, στην περιοχή Λασκάρ Γκαχ, πρωτεύουσα της περιφέρειας Χελμάντ στο Νότιο Αφγανιστάν, σε κάθε κρεβάτι της παιδιατρικής μονάδας υπάρχουν δύο παιδιά. Όπως συμβαίνει παντού στο Αφγανιστάν, έτσι και εκεί, από τις αρχές Νοεμβρίου, οι πόροι είναι περιορισμένοι και η εισροή των ασθενών, πρωτοφανής. Η Φατιμά, μία 20χρονη μητέρα τεσσάρων παιδιών, κάθεται στην άκρη ενός από αυτά τα κρεβάτια, όπου κοιμάται η τριών μηνών εύθραυστη κόρη της. Δεν έχει ακόμη όνομα.

Ads

«Εδώ, δεν επιλέγουμε όνομα για τα παιδιά μας μέχρι να είμαστε σίγουροι ότι θα επιβιώσουν. Και η κόρη μου δεν αναπνέει καλά», εξηγεί η νεαρή μητέρα. Τις τελευταίες επτά ημέρες, παρακολουθεί στενά την υγεία του νεογέννητου μωρού της, το οποίο, όπως εκατομμύρια Αφγανάκια, πάσχει από οξύ υποσιτισμό. «Μπορεί να αναπτύξει οποιαδήποτε ασθένεια», εξηγεί ένας γιατρός του νοσοκομείου Μπουστ, που υποστηρίζεται από τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα» («MSF»).

Η γειτονιά, όπου ζει η Φατιμά, στη Λασκάρ Γκαχ, ξαναβρήκε την ηρεμία μετά το τέλος των συγκρούσεων μεταξύ του παλαιού καθεστώτος της Καμπούλ και των Ταλιμπάν, των νέων αφεντικών της χώρας. Αλλά η ζωή δεν είναι πλέον εύκολη. «Δεν έχουμε τίποτα να φάμε», παραπονιέται. Ο σύζυγός της, ανειδίκευτος εργάτης, τραυματίστηκε σε ατύχημα και δεν μπορεί πλέον να εργαστεί.

Υπό κανονικές συνθήκες, η οικογένειά τους θα μπορούσε να ζητήσει βοήθεια από τους συγγενείς, αλλά μετά την πτώση της Καμπούλ στις 15 Αυγούστου και την ανακατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, πολλοί υπάλληλοι δεν έχουν πληρωθεί. Πολλοί πρώην κυβερνητικοί υπάλληλοι (στρατιωτικοί, υπάλληλοι υπουργείων, ιδίως οι γυναίκες) απολύθηκαν. Ελλείψει εισοδήματος, ελεύθεροι επαγγελματίες αναγκάστηκαν να βάλουν λουκέτο στις επιχειρήσεις τους. Η Φατιμά και ο σύζυγός της δεν τρώνε πλέον κρέας ή φρούτα, αλλά τρέφονται, κυρίως, με πατάτες, γεγονός που δυσκολεύει το θηλασμό. Η περίπτωσή της, ωστόσο, δεν είναι η μόνη.

Ads

«Ανάγκη για μια σανίδα σωτηρίας»

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση (8/11) του Παγκόσμιου Προγράμματος Τροφίμων («WFP») και του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας, του ΟΗΕ («FAO»), περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού -περίπου 22,8 εκατομμύρια άνθρωποι σε πληθυσμό 38 εκατομμυρίων- αντιμετωπίζει πλέον οξεία επισιτιστική ανασφάλεια, και σχεδόν εννέα εκατομμύρια άνθρωποι κινδυνεύουν από πείνα.

Τον Οκτώβριο, ο ΟΗΕ είχε διαβεβαιώσει ότι περισσότερα από 3.000.000 παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών αντιμετώπιζαν οξύ υποσιτισμό. Τέλος, το Ταμείο του ΟΗΕ για τα Παιδιά (Unicef) είχε προειδοποιήσει ένα μήνα νωρίτερα ότι, χωρίς άμεση θεραπεία, ένα εκατομμύριο παιδιά κινδύνευαν να πεθάνουν από υποσιτισμό. «Τα πράγματα είναι χειρότερα από ότι φαντάζεστε. Στην πραγματικότητα, είμαστε τώρα μάρτυρες της χειρότερης ανθρωπιστικής κρίσης στον πλανήτη. Τουλάχιστον το 95% των ανθρώπων δεν έχουν αρκετό φαγητό», προειδοποίησε ο εκτελεστικός διευθυντής του Προγράμματος «WFP», Ντέιβιντ Μπίσλεϊ, στις 8 Νοεμβρίου, στο BBC.

Αντιμέτωπος με την επισφαλή κατάσταση στο Αφγανιστάν, μια χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διεθνή βοήθεια, ο ΟΗΕ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου ήδη από το Σεπτέμβριο. «Οι Αφγανοί χρειάζονται μια σανίδα σωτηρίας», για να αντιμετωπίσουν τη «σοβαρότερη στιγμή» τους, δήλωσε ο επικεφαλής του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, στην εναρκτήρια ομιλία του στη διάσκεψη για το Αφγανιστάν στη Γενεύη, στις 13 Σεπτεμβρίου, καλώντας τις χώρες δωρητές να δεσμευτούν και να βοηθήσουν το Αφγανιστάν. Έχει ξεκινήσει μία ανθρωπιστική εκστρατεία, προς εξεύρεση 600 εκατ. δολ. για την προμήθεια τροφίμων ή εξοπλισμού έως το τέλος του έτους.

Αντιμέτωπη με την έλλειψη εγγυήσεων από τους Ταλιμπάν, η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζει να παγώνει τα κεφάλαια της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν (9,5 δισεκατομμύρια δολάρια, ήτοι 8,42 δισεκατομμύρια ευρώ), τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή των μισθών των κρατικών υπαλλήλων. Ομοίως, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), εμποδίζει βοήθεια 400 εκατομμυρίων δολαρίων (340 εκατομμυρίων ευρώ).

Το τέλος της κυκλοφοριακής συμφόρησης

Με περισσότερους από 1.000 Αφγανούς και διεθνείς υπαλλήλους, το νοσοκομείο Μπουστ είναι η μόνη μονάδα που λειτουργεί στην περιφέρεια Χελμάντ – εκτός από ένα κέντρο υπό τη διεύθυνση της ιταλικής ΜΚΟ «Emergency», η οποία δέχεται αποκλειστικά τραυματίες πολέμου. Λόγω έλλειψης ρευστότητας, εξοπλισμού και φαρμάκων, τα περισσότερα νοσοκομεία στη χώρα καταρρέουν. Το Μπουστ προσελκύει, έτσι, ασθενείς από τις περιφέρειες Φάρα, Ορουζγκάν, Νιμρούζ και Κανταχάρ.

Το τέλος των συγκρούσεων διευκολύνει αυτές τις άλλοτε υπερβολικά επικίνδυνες κινήσεις. Στο Νοσοκομείο Μπουστ, πολλά νεογνά δεν παίρνουν αρκετό βάρος. Η Αμίνα, Αφγανή από ένα χωριό στην περιοχή Marjah, 25 χιλιόμετρα από το Λασκάρ Γκαχ, είναι η μητέρα του νεότερου μωρού στο νοσοκομείο: «Ενός μηνός και τριών ημερών», διευκρινίζει. Πάσχει από οξύ υποσιτισμό και ζυγίζει μόνο 1,9 κιλά. Ούτε αυτό έχει όνομα.

«Στην πόλη Λασκάρ Γκαχ με 500.000 κατοίκους, σχεδόν κανείς δεν πληρώνεται πια. Τα άλλα νοσοκομεία βρίσκονται σε πολύ επισφαλή κατάσταση», εξηγεί ο διευθυντής του Νοσοκομείου Μπουστ, Fayzollah Muhammadi. «Η κατάσταση στο Αφγανιστάν δεν ήταν ποτέ πιο τραγική. Εάν δεν αλλάξει, μας περιμένει μια μεγάλη καταστροφή».

Η φτώχεια κατακλύζει όλο το Αφγανιστάν. Στην Καμπούλ, κυκλοφορούν ελάχιστα αυτοκίνητα στους δρόμους. Η παλιά κυκλοφοριακή συμφόρηση έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Πολλοί άνθρωποι πωλούν τα πράγματά τους στο δρόμο. Οι λούστροι και οι ανειδίκευτοι εργάτες είναι πάρα πολλοί, περιμένοντας μια δουλειά. Στη Δυτική Καμπούλ, στις 13 Νοεμβρίου, 20.500 άπορες οικογένειες παρουσιάστηκαν στο κάλεσμα της «WFP» -με τη συνδρομή πολλών τοπικών ΜΚΟ- για να λάβουν από 3500 αφγάνι (33 ευρώ) σε μετρητά που προσφέρθηκαν από πιο εύπορες οικογένειες. Από τα ξημερώματα, στο παγωμένο κρύο, εκατοντάδες άνδρες και γυναίκες παρατάσσονται έξω από το γυμνάσιο Chahardahi, για να συμπληρώσουν τις απαραίτητες φόρμες.

Η Σουμάγια ξύπνησε νωρίτερα από ό,τι συνήθως, για να φτάσει στο γυμναστήριο. Για αυτήν την 32χρονη μητέρα, δεν ετίθετο καν θέμα να πάρει ταξί. «Δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα», λέει. Έτσι, η Σουμάγια περπάτησε με τα πόδια, ενώ τα τρία παιδιά της την περίμεναν στο σπίτι. Αυτή η -ντυμένη προσεκτικά, με το κεντημένο μαντήλι ασορτί με το παλτό της- δασκάλα καλύπτει καλά το πρόσωπό της, για να μην την αναγνωρίζουν.

Δανεικά για το γάλα σε σκόνη

Ο σύζυγος της Σουμάγια, ο οποίος εργαζόταν σε κατάστημα ως πωλητής, έχασε τη δουλειά του. Αυτή, επίσης, δεν επέστρεψε στη δουλειά της ως δασκάλα, ούτε μπόρεσε να παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα. «Οι άνθρωποι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα», λέει. Έχουν περάσει τέσσερις μήνες από τότε που αυτή η οικογένεια δεν μπόρεσε να πληρώσει το ενοίκιο των 5.000 αφγάνι.

«Έχουμε ήδη εξαντλήσει όλες τις αποταμιεύσεις μας και χρωστάμε 20.000 αφγάνι», λέει με θλίψη. Στο σπίτι, έχουν μόνο ξερό ψωμί και αμυλούχες τροφές. «Ρεβίθια, μαύρα φασόλια και μερικές φορές λίγο ρύζι», λέει, καθισμένη στο λιτό πλινθόκτιστο σπίτι τους στη γειτονιά Afshar Silu, όπου φιλοξενεί τη σιιτική μειονότητα των Χαζάρων.

Οι δύο γιοι της, οι Σομπάιρ και Ζαχίρ, ηλικίας 11 και 13 ετών, αντιστοίχως, δεν πηγαίνουν πλέον στο σχολείο λόγω των διδάκτρων, 500 αφγάνι το μήνα για τον καθένα. «Συνεχίζουμε να μελετάμε με τα σχολικά εγχειρίδια της περασμένης χρονιάς στο σπίτι», λέει ο Σομπάιρ. Για να αγοράσει γάλα σε σκόνη για την ενός έτους κόρη της, η Σουμάγια αναγκάστηκε να δανειστεί από τους γείτονές της. Πολλοί από τους συγγενείς της έχουν ήδη πουλήσει μερικά από τα υπάρχοντά τους – ψυγεία και χαλιά. «Σύντομα, θα πρέπει να κάνουμε το ίδιο», λέει η Σουμάγια.

Πηγή: Le Monde