Η Σεμίραμις, η μοναδική γυναίκα που κυβέρνησε την ισχυρή Ασσυριακή αυτοκρατορία, ενέπνευσε ποιητές και ζωγράφους από τη ρωμαϊκή εποχή μέχρι τον 19ο αιώνα. Η αρχαιολογία επιχειρεί να βρει τα χαμένα κομμάτια του παζλ και να δώσει απαντήσεις για την ιστορικότητα της βασίλισσας.

Ads

Η Ασσυρία, το Βασίλειο της Μεσοποταμίας στην εύφορη κοιλάδα του Τίγρη που έλαβε την ονομασία της από την πόλη-κράτος Ασσούρ (κοιτίδα των Ασσυρίων) και από το όνομα του Θεού του Ήλιου, υπήρξε μία κραταιά αυτοκρατορία, που γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της μεταξύ 9ου και 7ου αιώνα π.Χ. (το Ασσυριακό κράτος καταλύθηκε οριστικά το 612 π.Χ.).

Τον 9ο αι. π.Χ., την αυτοκρατορία εκείνη, που εκτεινόταν από την Μικρά Ασία μέχρι το σημερινό δυτικό Ιράν, διαφέντευε μία γυναίκα.

Η Σαμουραμάτ -το όνομα της σημαίνει «υψηλός ουρανός»- έμεινε στον θρόνο μόλις πέντε χρόνια, αλλά παρά τη σύντομη βασιλεία της κατάφερε να εμπνεύσει τον σεβασμό μεταξύ των υπηκόων της, αλλά και πέραν αυτών.

Ads

Αιώνες μετά, Έλληνες συγγραφείς και ιστορικοί έγραψαν για τη Sammu-ramat και τα επιτεύγματά της, εξελληνίζοντας το όνομά της σε «Σεμίραμις».

Μέσω των καταγραφών αυτών, η βασίλισσα των Ασσυρίων πέρασε για πάντα στη σφαίρα του θρύλου. Κάποιοι την παρουσίασαν ως μια όμορφη, μελαγχολική γυναίκα που έζησε μια τραγική ιστορία αγάπης, οι περισσότερες μαρτυρίες ωστόσο, αφορούν τα κατορθώματα της, όπως τη σοφή διοίκηση του στρατού, την ανοικοδόμηση των τειχών της Βαβυλώνας και την ανέγερση μνημείων σε όλη την αυτοκρατορία.

Η γοητεία της όχι μόνο δεν ξεθώριασε με το πέρασμα του χρόνου, αλλά αιώνες αργότερα, ενέπνευσε τον Ιταλό ποιητή Δάντη (1265 – 1321), ο οποίος της έδωσε ρόλο στο έργο του «Θεία Κωμωδία», συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος, στην «Κόλαση» επικαλούμενος τις «αισθησιακές αρετές» της, τον Βολταίρο, ο οποίος έγραψε το δράμα «Σεμίραμις» (1748), και τον Ροσίνι, που βασίστηκε στο έργο του Βολταίρου, χρησιμοποιώντας το ως λιμπρέτο για τη δίπρακτη, ομότιτλη  όπερα του (1823).

Η αληθινή ιστορία

Η πραγματική ιστορία της (με σάρκα και οστά) Sammu-ramat παραμένει ωστόσο, ένα μυστήριο. Τι ήταν αυτό που κατάφερε πριν από 2.800 χρόνια, το οποίο γοήτευσε τον κόσμο και έδωσε πρόσφορο έδαφος σε ρομαντικούς θρύλους;

Όπως γράφει το National Geographic, οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως τέσσερα ευρήματα, που όπως όλα δείχνουν, αποτελούν σημαντικά κομμάτια του παζλ που αφορά την αληθινή ιστορία της θρυλικής βασίλισσας.

Στην αρχαία πόλη Νιμρούντ (στο σημερινό Ιράκ), δύο αγάλματα αφιερωμένα στον Ναμπού, αναφέρουν το όνομά της -ο Ναμπού, θεός της γραφής και της σοφίας, ήταν κορυφαία σημιτική θεότητα που λατρευόταν από Ασσύριους και Βαβυλώνιους.

Επίσης, μνημονεύεται σε δύο στήλες, μία η οποία αποκαλύφθηκε στην τουρκική πόλη Κιζκαπάνλι, και μία δεύτερη στην Ασσούρ του Ιράκ.

Τα τέσσερα ευρήματα θεμελιώνουν, αν μη τι άλλο, τα βασικά σημεία της βιογραφίας της: Η βασίλισσα έζησε στην Ασσυριακή Αυτοκρατορία μεταξύ 9ου και 8ου αιώνα π.Χ., υπήρξε σύζυγος του βασιλιά Σαμσί Αντάντ του Ε’, ο οποίος βασίλευσε από το 823 έως το 811 π.Χ. και ήταν η μητέρα του βασιλιά Αντάντ Νιραρί του Γ’.

Με τα δεδομένα αυτά, οι ιστορικοί έχουν πλέον σαφέστερη εικόνα της σημασίας που είχε η περίοδος της βασιλείας της, καθώς γνωρίζουν ότι ήρθε στο προσκήνιο σε μια κρίσιμη στιγμή για την αυτοκρατορία.

Ο σύζυγός της ήταν ο εγγονός του μεγάλου ηγεμόνα της Ασσυρίας, Ασουρνασιρπάλ Β΄, του μονάρχη που έχτισε το μεγαλοπρεπές ανάκτορο στη Νιμρούντ  στις αρχές του 9ου αιώνα π.Χ.

Ο Ασουρνασιρπάλ Β΄ ενδυνάμωσε την εξουσία του καταπνίγοντας στο αίμα εξεγέρσεις. Μάλιστα, σύμφωνα με επιγραφή, ο βασιλιάς διέταξε για παραδειγματισμό να χτιστεί στύλος στην είσοδο της πόλης καλυμμένος με το δέρμα των εξεγερμένων.

Η αυτοκρατορία που κληρονόμησε ο εγγονός του ήταν σταθερή και πλούσια, αλλά η κατάσταση αυτή δεν κράτησε πολύ. Ο βασιλιάς Σαμσί Αντάντ ο Ε’ σπατάλησε πόρους πολεμώντας τον αδελφό του ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο. Μέχρι τον θάνατο του, το 811 π.Χ., η αυτοκρατορία ήταν οικονομικά και πολιτικά αποδυναμωμένη. Ο γιος του, Αντάντ Νιραρί ο Γ’ ήταν πολύ μικρός για να κυβερνήσει. Έτσι, ανατέθηκε στη Sammu-ramat να αποκαταστήσει τη σταθερότητα μέσω της αντιβασιλείας της.

Από τη μνήμη στον μύθο

Παρά το γεγονός ότι, οι τέσσερις κύριες πηγές, τα τέσσερα ευρήματα, δεν διευκρινίζουν εάν ανέλαβε την αντιβασιλεία, οι επιγραφές καταδεικνύουν ότι σε αντίθεση με οποιασδήποτε άλλη γυναίκα στην ιστορία της Μεσοποταμίας, η Sammu-ramat είχε πολιτική δύναμη.

Η στήλη από την πόλη Kizkapanli, για παράδειγμα, αναφέρει ότι η βασίλισσα συνόδευσε τον γιο της όταν εκείνος διέσχισε τον ποταμό Ευφράτη για να πολεμήσει τον βασιλιά της ασσυριακής πόλης Αρπάντ. Η παρουσία μίας γυναίκας ήταν ασυνήθιστη για την εποχή και το γεγονός ότι μνημονεύεται θεωρείται απόδειξη σεβασμού και τιμής στο πρόσωπο της.

image

Μέχρι τη στιγμή που Αντάντ Νιραρί ο Γ’ έφτασε σε ηλικία κατάλληλη για να ανέλθει στον θρόνο (κυβέρνησε μέχρι το 783 π.Χ.), σύμφωνα με τη στήλη της Ασσούρ, η Sammu-ramat κατάφερε να καθιερωθεί για τη δύναμη και τη σταθερότητα της.

Η επιγραφή είναι αφιερωμένη στην «Sammu-ramat, Βασίλισσα του Σαμσί Αντάντ, Βασιλιά του Σύμπαντος, Βασιλιά της Ασσυρίας, Μητέρα του Αντάντ Νιραρί , Βασιλιά του Σύμπαντος, Βασιλιά της Ασσυρίας» τοποθετώντας την στο ίδιο επίπεδο με τους άνδρες ηγεμόνες.

Από γενιά σε γενιά

Το όνομα της πέρασε από γενιά σε γενιά -άλλωστε, επρόκειτο για μία κοινωνία με πλούσια προφορική παράδοση- με τον απαραίτητο εξωραϊσμό, που κατά πάσα πιθανότητα, έπαιρνε από στόμα σε στόμα ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις.

Τον 5ο αι. π.Χ., ο Ηρόδοτος διαιωνίζει το όνομα της βασίλισσας χρησιμοποιώντας την ελληνική εκδοχή του ονόματός της, η οποία την ακολουθεί μέχρι τις μέρες μας.

Ωστόσο, ήταν ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός και συγγραφέας, Διόδωρος ο Σικελιώτης (80 π.Χ – 20 π.Χ.), που εδραίωσε τον θρύλο της. Στο έργο του Ιστορική Βιβλιοθήκη, που έγραψε κατά παραγγελία των Ρωμαίων, προσφέρει μια λεπτομερή, αν και μάλλον φανταστική, αφήγηση για τη βασίλισσα των Ασσυρίων.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο, η Σεμίραμις γεννήθηκε στο Ασκελόν, ΒΔ της Γάζας. Ήταν κόρη ενός θνητού, του Σύρου, και της θαλάσσιας θεότητας Δερκετούς (τοπική εκδοχή της Αστάρτης), η οποία αισθανόμενη ντροπή για τη σχέση της, εγκατέλειψε το μωρό, έπεσε και πνίγηκε στη θάλασσα. Η Σεμίραμις ανατράφηκε με τη βοήθεια περιστεριών, μέχρι που τη βρήκε και την ανέλαβε ο Σίμμας, βασιλικός βοσκός.

Η ομορφιά της Σεμίραμις γοήτευσε τον Όννη, στρατηγό του Νίνου, κυβερνήτη της Συρίας, ο οποίος την είδε ενώ έκανε έλεγχο στα βασιλικά κοπάδια και τη ζήτησε σε γάμο. Όταν ο Όννης εστάλη στην πολιορκία της Βακτριανής, η Σεμίραμις τον ακολούθησε. Η συνδρομή της υπήρξε καθοριστική, καθώς με τη βοήθεια της ο Όννης σχεδίασε τη στρατηγική που τον οδήγησε στη νίκη.

image

Όταν ο Νίνος πληροφορήθηκε το κατόρθωμα, θέλησε να γνωρίσει τη γυναίκα αυτή. Την ερωτεύθηκε με την πρώτη ματιά και πρότεινε στον Όννη να ανταλλάξει τη γυναίκα του με μία από τις κόρες του. Εκείνος αρνήθηκε, αλλά οι απειλές ήταν τόσο έντονες, ώστε ο Όννης οδηγήθηκε στην αυτοκτονία και η χήρα Σεμίραμις παντρεύτηκε τον Νίνο και έγινε βασίλισσα της Ασσυρίας.

Λίγα χρόνια αργότερα, ο Νίνος -που στην ελληνική μυθολογία θεωρείται ιδρυτής της πόλης Νινευί στη Μεσοποταμία και της βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας- πέθανε. Στο σημείο αυτό η εκδοχή του Διόδωρου συγκλίνει με την ιστορική, σύμφωνα με την οποία η Σεμίραμις ανέλαβε τη διακυβέρνηση ως αντιβασιλέας στη θέση του γιου της που ήταν ακόμη παιδί.

Βαβυλώνα

Σύμφωνα με ελληνικές πηγές, τα φιλόδοξα αρχιτεκτονικά έργα της νέας βασίλισσας κέρδισαν τον θαυμασμό και εδραίωσαν την εξουσία της. Ακολουθώντας την ατζέντα του συζύγου της, λέγεται ότι διέταξε να χτιστεί μια νέα πόλη στις όχθες του Ευφράτη, η Βαβυλώνα.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο, η Σεμίραμις όχι μόνο έχτισε την πόλη αλλά και όλα τα μεγάλα οικοδομήματα: Το ανάκτορο, τα τείχη, τον ναό του θεού Μαρδούκ.

image

Ο Στράβων της αποδίδει και τους υπέροχους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ωστόσο, δεν επιβεβαιώνεται ιστορικά.

Άλλωστε, η περίφημη πόλη Βαβυλώνα, κτισμένη πάνω στις δύο όχθες του ποταμού Ευφράτη, ιδρύθηκε πολύ πριν από εκείνη. 

image

Μετά την ανοικοδόμηση της Βαβυλώνας, ο Διόδωρος αναφέρει ότι η Σεμίραμις ανέλαβε να αντιμετωπίσει τις εξεγέρσεις στην Περσία, στα ανατολικά της αυτοκρατορίας και στη Λιβύη, ενώ αργότερα οργάνωσε την πιο φιλόδοξη και δύσκολη εκστρατεία: Την εισβολή στην Ινδία. Όμως, παρά τον προσεκτικό σχεδιασμό, το εγχείρημα αποδείχτηκε καταστροφικό και η βασίλισσα τραυματίστηκε.

image

Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας της στην Αφρική, ο θρύλος λέει ότι η βασίλισσα έκανε μία στάση στην Αίγυπτο για να συμβουλευθεί  το μαντείο του θεού Αμμωνα.

Σύμφωνα με την προφητεία ο γιος θα συνωμοτούσε εναντίον της και θα την σκότωσε. Μετά την αποτυχημένη κατάκτηση της Ινδίας, η προφητεία έγινε πραγματικότητα.

Κατά τον Διόδωρο, ο γιος της είχε εξυφάνει σχέδιο προκειμένου να καταλάβει το θρόνο. Όμως, κείνη αποφάσισε να μην τον πολεμήσει και να του μεταβιβάσει την εξουσία ειρηνικά.

Αλλά αυτή είναι μόλις μία από τις πολλές εκδοχές. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Γάιος Ιούλιος Υγίνος (και φίλος του ποιητή Οβίδιου) αφηγείται ότι, η θρυλική βασίλισσα αυτοκτόνησε πέφτοντας στην πυρά, ενώ ο Ρωμαίος ιστορικός Ιουστίνος διατείνεται ότι, τελικά όντως η βασίλισσα δολοφονήθηκε από τον γιο της…

Τα υλικά ενός καλού μύθου

Ο μύθος της Σεμίραμις παρουσιάζει σαφείς παραλληλισμούς με άλλους μύθους της αρχαιότητας.

Η θεϊκή προέλευση της παραπέμπει σε αφηγήματα για τον βίο μυθολογικών ηρώων, όπως ο Ηρακλής. Η εγκατάλειψή της ως μωρό θυμίζει τη βιβλική ιστορία του Μωυσή (Έξοδος), που εγκαταλείφθηκε ως βρέφος και βρέθηκε στον Νείλο από την κόρη του Φαραώ, αλλά και τον αντίστοιχο, προγενέστερο μύθο του βασιλιά των Ακκάδων, Σαργών.

Επίσης, η «συνομιλία» της με τον θεό Άμμωνα και η προσπάθεια της να εισβάλει στην Ινδία, ήταν θέματα γνωστά στον Διόδωρο από τον Μέγα Αλέξανδρο (ο Αλέξανδρος επισκέφτηκε το μαντείο του Άμμωνα στην Όαση Σίβα, όπου οι ιερείς τον ονόμασαν γιο του Άμμωνα, τίτλο που δέχτηκε και υιοθέτησε, κάτι που βοήθησε στην αποδοχή και λατρεία από τον τοπικό πληθυσμό γύρω από το πρόσωπό του).