Στα μέσα του 15ου αιώνα ολόκληρα σχεδόν τα Βαλκάνια είχαν πέσει στα χέρια μιας ανερχόμενης και τρομερής δύναμης από την Ανατολή: τους Οθωμανούς Τούρκους. Το 1453 η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας -σκιά πλέον του παλιού ένδοξου εαυτού της- πέφτει κι αυτή στα χέρια των Τούρκων και γίνεται η νέα πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που με την πρωτόγνωρη στρατιωτική της δύναμη, βασισμένη κυρίως στους Γενίτσαρους και στο πυροβολικό, θα απειλήσει σύντομα και την καρδιά της Ευρώπης.
 
Οι Οθωμανοί σάρωσαν την παραπαίουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ισοπέδωσαν το ένα μετά το άλλο τα Φραγκικά κρατίδια, που είχαν εγκαθιδρυθεί μετά την Δ’ Σταυροφορία του 1204, και υπέταξαν τα άλλοτε ισχυρά βασίλεια της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Μόνον κάποιοι Σέρβοι πρίγκιπες συνέχισαν να αντιστέκονται, με τη βοήθεια της Ουγγαρίας, αλλά όχι για πολύ ακόμη. Σύντομα οι Οθωμανοί κατέκτησαν όλες τις περιοχές νοτίως του Δούναβη, αλλά και τη Βοσνία (1463), και άρχισαν να στρέφουν τα λαίμαργα μάτια τους βόρεια προς τη Μολδοβλαχία και βορειοδυτικά προς την Ουγγαρία, που ήταν τότε και η ισχυρότερη δύναμη της Κεντρικής Ευρώπης. Η Ευρώπη βρίσκονταν και πάλι υπό την απειλή ενός επιθετικού Ισλάμ, το οποίο είχε αυτή τη φορά το πρόσωπο των Οθωμανών Τούρκων που είχαν αποκτήσει τη φήμη του αήττητου.

Ads

«Τουρκοφάγοι»: Εκείνοι που σταμάτησαν την επέλαση των Οθωμανών στην Ευρώπη

Η φήμη αυτή επρόκειτο ωστόσο να πληγεί σοβαρά χάρη στις απρόσμενες στρατιωτικές επιτυχίες και νίκες δύο ατρόμητων Βαλκάνιων ηγεμόνων, που θα μπορούσαν κάλλιστα να αποκαλεστούν και «Τουρκοφάγοι», καθώς και οι δυο τους, στηριζόμενοι κυρίως στις δικές τους δυνάμεις. κατάφεραν να αποκρούσουν μια σειρά από οθωμανικές επιθέσεις, να κατατροπώσουν οθωμανικά εκστρατευτικά σώματα και να αποδείξουν στη Χριστιανοσύνη της Ευρώπης πως οι νεοφώτιστοι στο Ισλάμ Τούρκοι μπορούσαν να νικηθούν. 

Ο ένας ήταν ο αλβανικής καταγωγής αριστοκράτης Γεώργιος Καστριώτης (Gjergj Kastrioti) ή Σκεντέρμπεης (1405-1468), που έδρασε στην Αλβανία και όσο ζούσε συνέτριψε αρκετές οθωμανικές στρατιές και ως το θάνατο του κυμάτιζε στο κάστρο του στην Κρόια της βόρειας Αλβανίας ο σταυρός και η σημαία του δικέφαλου αετού. Ο άλλος ήταν ο περιβόητος ηγεμόνας (Βοεβόδας) της Βλαχίας Βλαντ Γ’ Dracula ή Βλαντ Τέπες (1428/31-1477), γιος του ηγεμόνα Βλάντ Β’ Dracul, που με την άτεγκτη αντίσταση και την ανελέητη και αιμοβόρα τακτική του, με τα “δάση από παλουκωμένους” να υποδέχονται το τουρκικό εκστρατευτικό σώμα στη Βλαχία, κατάφερε να κάμψει το ηθικό των “ατρόμητων” Τούρκων και να τους τρέψει σε φυγή νοτίως του Δούναβη. Και οι δυό τους είχαν τη δυσάρεστη εμπειρία να περάσουν ένα διάστημα της ζωής τους ως όμηροι στην Οθωμανική Πύλη, να εκπαιδευτούν ως Οθωμανοί και να προσφέρουν αρχικά τις υπηρεσίες τους στο Σουλτάνο.

Ads

Ο Καστριώτης μάλιστα, που υπηρέτησε επί είκοσι χρόνια τον Σουλτάνο (1423-1443), αναγκάστηκε να εξισλαμιστεί και να πάρει το όνομα Σκεντέρμπεης (εκ του Ισκεντέρ που σημαίνει Αλέξανδρος), προτού αποφασίσει να εγκαταλείψει τους Οθωμανούς, να ξαναεπιστρέψει στο Χριστιανισμό και με 300 Αλβανούς πολεμιστές, που υπηρετούσαν κι αυτοί στον οθωμανικό στρατό, να γυρίσει στη βόρεια Αλβανία και στο κάστρο της Κρόιας, που έγινε και το προπύργιο του, ξεκινώντας έναν αποφασιστικό αντιτουρκικό αγώνα υπέρ της ανεξαρτησίας της Αλβανίας και της Χριστιανοσύνης. 

image

Ο Βλαντ Γ’, αν και απέφυγε να εξισλαμιστεί όσο ήταν όμηρος των Οθωμανών (σε αντίθεση με τον αδελφό του Ραντού του Ωραίου), είχε αρχικά προγραμματιστεί να γίνει ηγεμόνας-μαριονέτα του Σουλτάνου στη Βλαχία, αλλά όταν επέστρεψε στα πατρώα εδάφη στράφηκε κι εκείνος με μένος κατά του Σουλτάνου, προβάλλοντας τον εαυτό του ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας της Βλαχίας και της Χριστιανοσύνης. Και οι δύο “Τουρκοφάγοι” Βαλκάνιοι ηγεμόνες, που έδρασαν την ίδια περίοδο, με τις νίκες τους ανέκοψαν και καθυστέρησαν την ακατανίκητη ως τότε προέλαση των Οθωμανών, δίνοντας έτσι τον απαραίτητο χρόνο στη κατακερματισμένη Χριστιανική Ευρώπη να οργανώσει καλύτερα την άμυνά της, διότι δίχως αυτούς οι Οθωμανοί θα έφταναν στα τείχη της Βιέννης έναν αιώνα νωρίτερα. Σημαντική “λεπτομέρεια”: Και οι δυό τους ήταν μυημένοι στο μυστικό “Τάγμα του Δράκου” (Ordo Draconum), η φήμη του οποίου έχει ξεπεράσει την αχλή του χρόνου και φτάνει ως τις μέρες μας. 

Ο ατρόμητος Καστριώτης έλαβε τον τίτλο του μέλους του Τάγματος του Δράκου από τον βασιλέα Αλφόνσο Ε’ της Αραγονίας, ενώ ο ανελέητος Βλαντ Γ’ Dracula (γιος του Dracul) τον κληρονόμησε από τον πατέρα του Βλαντ Β΄ Dracul (δηλαδή μέλος του Τάγματος του Δράκου). 

Το Τάγμα του Δράκου και ο Βλαντ Γ’ Δράκουλας

Στην εποχή μας σχεδόν όλοι έχουν ακούσει το όνομα Dracula (Δράκουλας), το οποίο ταυτίζουν με τον θρυλικό κόμη-βρικόλακα της Τρανσυλβανίας του μυθιστορήματος του Μπραμ Στόκερ, ο χαρακτήρας του οποίου μεταφέρθηκε ουκ ολίγες φορές σε πάμπολλες κινηματογραφικές ταινίες.  Το μυθιστόρημα του Στόκερ εκτυλίσσεται στην Τρανσυλβανία, μια χώρα που για τους Άγγλους αλλά και για τους περισσότερους Δυτικοευρωπαίους ήταν «μεταξύ Ευρώπης και Ανατολής», πολιτισμένη και βάρβαρη ταυτόχρονα, μυστηριώδης και απόμακρη, αποπνέοντας μια απόκοσμη αίσθηση μυστικιστικού ενδιαφέροντος. Η χώρα «πέρα από τα δάση» (terra ulstrasilvana στα λατινικά, απ’ όπου και προήλθε το όνομα Τρανσυλβανία), όπως συνήθιζαν να τη χαρακτηρίζουν, θα αποτελούσε το ιδανικό μέρος για να δράσει ένας βρικόλακας, με τη μορφή ενός εκφυλισμένου μεσαιωνικού αριστοκράτη που ζούσε μεταξύ φωτός και σκότους, ο οποίος και θα στοίχειωνε το σύγχρονο ανθρώπινο φαντασιακό ως Κόμης Δράκουλας.

Αυτό που δε γνωρίζουν όμως οι περισσότεροι είναι πως η λέξη Dracula προέρχεται από τη λατινική ρίζα της λέξης Δράκος και αποτελούσε τιμητικό τίτλο του πρίγκιπα της Τρανσυλβανίας και της Βλαχίας Βλαντ Γ’ (Vlad III) Τσέπες του «ανασκολοπιστή» ή πασσσαλωτή/Παλουκωτή. Ο Βλαντ Γ’ είχε λάβει το παρώνυμο Draculea, που σημαίνει γιος του Dracul, κάτι δηλαδή σαν «γιος του Δράκου». Ο πατέρας του Βλαντ Γ’ ήταν ο Βλάντ Β’  (Vlad II), που είχε το παρώνυμο Dracul, που σημαίνει στα Ρουμανικά Δράκος, καθώς είχε χριστεί από τον βασιλιά Σιγισμούνδο της Ουγγαρίας, ιππότης του μυστικού Τάγματος του Δράκου (Ordo Draconum). Αυτό το  θρυλικό τάγμα, που ονομάζονταν στα Λατινικά και Societas Draconistarum (κυριολεκτικά «Κοινότητα των Δράκων»), ιδρύθηκε το 1408 από τον αυτοκράτορα Σιγισμούνδο με κύρια αποστολή του να προστατεύει τα σύνορα της χριστιανικής Ευρώπης από τους αλλόπιστους Οθωμανούς εισβολείς. 

Ο Ούγγρος βασιλιάς Σιγισμούνδος ως «προστάτης της Χριστιανοσύνης»

Συγκεκριμένα ο Σιγισμούνδος, ο οποίος ήταν βασιλιάς της Ουγγαρίας (1387-1437) την εποχή εκείνη και αργότερα έγινε και Αυτοκράτορας (1433-1437), είχε αναλάβει την «ιερή αποστολή» να προστατεύει κυρίως τα σύνορα της λεγόμενης Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (του γερμανικού έθνους) στο θρόνο της οποίας βρισκόταν και δευτερευόντως ολόκληρη την ευρωπαϊκή Χριστιανοσύνη. Φαίνεται πως πήρε αυτή την απόφαση μετά την καταστροφική ήττα που υπέστησαν οι δυτικοί Σταυροφόροι από τους Οθωμανούς στη Μάχη της Νικόπολης (1396) στις νότιες όχθες του Δούναβη. Εκεί, μέσα σε λίγες ώρες σκοτώθηκαν 12.000 Σταυροφόροι μαζί με τους  αρχηγούς τους, ενώ ο Ούγγρος βασιλιάς Σιγισμούνδος μόλις που κατάφερε να ξεφύγει. Η ήττα αυτή τον σημάδεψε και έκτοτε στοχοποίησε τους Οθωμανούς ως τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για την Ουγγαρία αλλά και τη Χριστιανοσύνη. Για το σκοπό αυτό εκστράτευσε πολλάκις κατά των Οθωμανών, ελπίζοντας όχι μόνο να τους αναχαιτίσει στα Βαλκάνια αλλά και να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας. Έτσι μύησε στο Τάγμα του Δράκου σημαντικούς Βαλκάνιους και Ευρωπαίους βασιλείς, ηγεμόνες και πολέμαρχους, ώστε να τους υποχρεώσει να συστρατευτούν στον αγώνα του.

image

Η ίδρυση και η οργάνωση του Τάγματος του Δράκου

Το Τάγμα του Δράκου ιδρύθηκε στα πρότυπα των Σταυροφόρων, επηρεασμένο κι από το Ναϊτικο  μυστικιστικό πνεύμα του μοναχού-ιππότη, απαιτώντας από τους μυημένους σε αυτό να υπερασπιστούν το Σταυρό και να πολεμήσουν τους εχθρούς του Χριστιανισμού, και ιδιαίτερα τους Οθωμανούς μουσουλμάνους. Τα αρχικά μέλη του Τάγματος του Δράκου ήταν 21, όπως καταγράφηκαν το 1408 στο ιδρυτικό Καταστατικό, στα οποία περιλαμβάνονταν αυτοκράτορες, βασιλείς, πρίγκιπες, ηγεμόνες, ευγενείς και στρατηλάτες. Όλοι τους ήταν ορκισμένοι με «ιερό όρκο» να υπερασπίζονται τις αρχές και τους σκοπούς του Τάγματος, καθώς και τα συμφέροντα του Ούγγρου βασιλέα Σιγισμούνδου και μετέπειτα Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σε αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τους τα μέλη του Τάγματος θα μπορούσαν να απολαμβάνουν βασιλική προστασία, τιμητικές διακρίσεις και υψηλά αξιώματα. Όταν αυξήθηκαν τα μέλη το Τάγμα  του Δράκου έφτασε να έχει δύο ιεραρχικές βαθμίδες. 

Στην πρώτη βαθμίδα υπήρχε μια ανώτερη τάξη, η οποία μεταξύ του 1408 και του 1418 φορούσε τόσο το δράκο όσο και το σταυρό ως έμβλημα του Τάγματος και μια πιο περίτεχνη εκδοχή αργότερα. Στη δεύτερη βαθμίδα όπου συνωστίζονταν ένας σχετικά μεγάλος αριθμός μελών είχε ως σύμβολό της μόνο τον Δράκο. Μετά το θάνατο του Σιγισμούνδου το 1437 το Τάγμα απώλεσε την ανώτερη βαθμίδα του. Ωστόσο, το περίφημο έμβλημα του Τάγματος, ο δράκος, διατηρήθηκε στο οικόσημο πολλών ουγγρικών και  άλλων αριστοκρατικών οικογενειών.

Societas Draconistarum και Τάγμα του Αγίου Γεωργίου

Το Καταστατικό του τάγματος ήταν γραμμένο στα Λατινικά και γι’ αυτό ονομάζονταν Societas (Κοινότητα), ενώ τα μέλη του έφεραν τον τίτλο signum draconis. Στα  αρχεία ωστόσο εκείνης της εποχή το Τάγμα του Δράκου αναφέρεται με μια ποικιλία παρόμοιων, αν και ανεπίσημων ονομάτων, όπως «Gesellschaft mit dem Drachen», «Divisa seu Societas Draconica», «Societas Draconica seu Draconistarum» και «Fraternitas Draconum» (Αδελφότητα του Δράκου). Σύνθημα του Τάγματος ήταν η λατινική φράση «Quam Misericors est Deus, Pius et Justus».

Το σύμβολο του Ordo Draconum ήταν ένας δράκος κρεμασμένος από έναν κόκκινο σταυρό, ακόμη και ο ουροβόρος δράκος (ή όφις). Ο δράκος συμβόλιζε τους επελαύνοντες Οθωμανούς και ο σταυρός την απειλούμενη Χριστιανοσύνη. Το Τάγμα του Δράκου ήταν κατά κάποιο τρόπο διαμορφωμένο σύμφωνα με την παλαιότερη ουγγρική μοναρχική τάξη από το Τάγμα του Αγίου Γεωργίου, που ιδρύθηκε το 1318 από τον βασιλιά Κάρολο Ρόμπερ της Ανζού. Με διάταγμα τότε το τάγμα υιοθέτησε τον Άγιο Γεώργιο ως προστάτη του, η θρυλική μορφή του οποίου χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο για τη στρατιωτική και θρησκευτική ηθική του τάξη. 

Ο σκοπός της Τάγματος ήταν να καταπολεμήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, να υπερασπιστεί την ουγγρική μοναρχία από ξένους και εγχώριους εχθρούς και την Καθολική Εκκλησία από αιρετικούς (κυρίως Βογόμιλους και άλλους νεομανιχαίους και νεογνωστικούς) και παγανιστές. Περιλάμβανε επίσης στα μέλη του και μη καθολικούς Χριστιανούς, όπως ο ορθόδοξος Σέρβος ηγεμόνας Στέφανος Λαζαρέβιτς καθώς και ηγεμόνες της Βλαχίας.

Πιθανότατα το Τάγμα αυτό να εμπνεύστηκε την ονομασία του από τον Δρακοκτόνο Άγιο Γεώργιο. Ο άγιος αυτός απεικονίζεται σε πολλές αγιογραφίες να κατατροπώνει το ερπετό –ή, αν θέλετε, τον ερπετώδη φλοιό του ανθρώπινου εγκεφάλου όπου κατοικοεδρεύουν τα ένστικτα, τα πάθη, τα μίση και γενικώς όλα τα κατώτερα συναισθήματα– δηλαδή τον Διάβολο. Άλλωστε στα ρουμανικά η λέξη Dracul σημαίνει και τον Διάβολο. Έτσι η λέξη DRACULA, δεν σημαίνει μόνο γιος του Dracul αλλά και γιος του Διαβόλου… 

*Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος