Δεν έγινε ποτέ κανένα μαζικό κίνημα στην Ιστορία, χωρίς τη συμμετοχή των γυναικών. Στην εποχή μας, ανάλογα παραδείγματα μπορούμε να δούμε με τις γυναίκες της Αιγύπτου στην πλατεία Ταχρίρ ή με τις γυναίκες της Κωνσταντινούπολης για το θάρρος που επέδειξαν. Το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο της ιστορικού Τασούλας Βερβενιώτη, Η γυναίκα της αντίστασης, τονίζει, αυτά ακριβώς που δεν πρέπει να ξεχνάμε: Αφενός τη σημασία της συμμετοχής των γυναικών στον αγώνα ενάντια στο φασισμό και το ναζισμό, κατά τη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης (1941-1944) και  αφετέρου τον απεχθή ρόλο των γερμανοτσολιάδων συνεργατών τους.
(Επιμέλεια: Κρυσταλία Πατούλη)

Ads

Η γενιά της Αντίστασης έζησε και έδρασε με την προσδοκία μιας μελλοντικής κοινωνικής ευτυχίας. Ανάμεσα στο προσωπικό και το πολιτικό, το ατομικό και το συλλογικό συμφέρον, έδωσε προτεραιότητα στο “γενικότερο καλό”…

Η μαζικότερη και δυναμικότερη εμφάνιση των γυναικών στην Αντίσταση γίνεται ακριβώς στην πιο αιματηρή φάση της Κατοχής.

Είναι η περίοδος που οι οργανώσεις υιοθετούν ως μέσο πάλης κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις που γίνονται αποκλειστικά από γυναίκες. Σε αυτή τη φάση σχηματίζονται οι διμοιρίες ανταρτισσών και οι γυναίκες αναλαμβάνουν επικίνδυνα ή “αντρικά” καθήκοντα.

Ads

Τα γεγονότα που ακολουθούν έγιναν από Ελληνίδες που εκείνη την εποχή δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και υφίσταντο αυστηρούς περιορισμούς ακόμα και για την πρόσβασή τους στην πλατεία του χωριού τους!

Αυτές οι γυναίκες στάθηκαν αντιμέτωπες όχι μόνο με τα στρατεύματα κατοχής αλλά και με τους Έλληνες που είχαν οπλιστεί από τους Γερμανούς ενάντια στους συμπατριώτες τους που αντιστέκονταν. 

Και αυτοί οι δοσίλογοι των Γερμανών, ή “ταγματαλήτες”, ή ράλληδες, ή μπουραντάδες, ή εασαδίτες, ή τριεψιλίτες, πολλές φορές ξεπερνούσαν σε αγριότητα ακόμα και τους ίδιους τους Ναζί: δεν τους αρκούσε να σκοτώνουν αντιστασιακούς, αλλά απαγόρευαν και την ταφή τους! Σε άκρα αντίθεση, αυτές οι γυναίκες αντιστέκονται στους κατακτητές με αλληλεγγύη, σύμπνοια, και πίστη στους σκοπούς του αγώνα τους: “Καμιά δε μαρτυράει!”

Απόσπασμα από το βιβλίο Η γυναίκα της αντίστασης:

«Στην αρχή της κατοχής, πολλές γυναικείες κινητοποιήσεις δεν καθοδηγούνται από τις οργανώσεις, αλλά αποτελούν ένα αυθόρμητο ξέσπασμα.

Οι γυναίκες δρουν συλλογικά κινημένες από το δίκιο τους για θέματα που αφορούν την επιβίωση, την υγεία και την καθαριότητα.

Ελάχιστες πληροφορίες όμως μπορούμε να έχουμε για τέτοιου είδους ενέργειες. Οι γυναίκες δε γράφουν, δεν εκδίδουν εφημερίδες και το κυριότερο -και οι ίδιες και το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα- δε θεωρούν σημαντικές αυτές τις πράξεις.

Η “θέση” των γυναικών βρίσκεται στον ιδιωτικό χώρο και η παρουσία τους στο δημόσιο χώρο βιώνεται ως “στιγμιαία” και “συμπτωματική”. Αφορά μόνο το συγκεκριμένο γεγονός. Μετά από αυτό αποχωρούν από τη σκηνή και ξαναγυρίζουν στα “έργα” τους.

Πάντως οι περισσότερες γυναικείες κινητοποιήσεις -μαζικές ή με επιτροπές- μέχρι την ‘Ανοιξη του 1943, φαίνεται ότι έγιναν στην Αθήνα. Οι προφανείς αιτίες είναι η ένταση και η οξύτητα των προβλημάτων, αλλά και ο βαθμός ανάπτυξης του κινήματος. 

Και αν οι κινητοποιήσεις των γυναικών της Αθήνας μπορούν να θεωρηθούν “φυσικές”, εκείνο που πραγματικά προκαλεί έκπληξη είναι οι κινητοποιήσεις των γυναικών στις αγροτικές περιοχές και ιδίως οι μαζικές διαδηλώσεις και η κάθοδος των γυναικών από τα χωριά στις πόλεις -πρωτεύουσες των νομών.

Χρονικά οριοθετούνται από το Φθινόπωρο του 1943 και μετά και απηχούν τις συνθήκες κατάκτησης όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, τη δημιουργία ομάδων ελλήνων οπλισμένων από τους γερμανούς, τα γεγονότα στα πολεμικά μέτωπα, τις ανάγκες των γερμανών σε εργατικά χέρια, καθώς και την αλματώδη ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος -ένοπλου και πολιτικού- μετά το καλοκαίρι του 1943.

Μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: τις “μικρές” (όσες δηλ. γίνονται για κάποιο συγκεκριμένο λόγο που αφορά ένα χωριό ή μια περιοχή και στις οποίες μετέχουν λιγότερες γυναίκες) ή τις “μεγάλες” (που σχετίζονται με γενικότερα ή πολιτικά ζητήματα).

Η έμπνευση, η οργάνωση και η ευθύνη των γυναικείων αυτών κινητοποιήσεων ανήκει στο ΕΑΜ/ΚΚΕ. Ηγούνται γυναίκες στελέχη του Κόμματος. Καταγράφονται στις αντιστασιακές εφημερίδες -ως παράδειγμα προς μίμηση, ίσως και φόρος τιμής- και γι αυτό διαθέτουμε περισσότερα στοιχεία. Και στις “μικρές” και στις “μεγάλες” κινητοποιήσεις οι γυναίκες δείχνουν την ίδια τόλμη και αποφασιστικότητα, το ίδιο θάρρος και πάθος.[…]

Το 1944 το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η αντίσταση είναι η τρομοκρατία που ασκούν οι έλληνες συνεργάτες των γερμανών.

Με τις συλλήψεις, τα βασανιστήρια, τις εκτελέσεις, δημιουργούν μια ασφυκτική ατμόσφαιρα, μια αφόρητη ψυχολογική πίεση τόσο στους αγρότες όσο και στους κατοίκους των πόλεων.

Οι οργανώσεις της αντίστασης για να σπάσουν αυτό το κλίμα και να τονώσουν το φρόνημα, θα απαντήσουν ένοπλα αλλά και με διαδηλώσεις ειρηνικές. […]

Στη Θεσσαλία, η πρώτη μεγάλη κινητοποίηση γυναικών έγινε το Δεκέμβρη του 1943 στα κατεχόμενα από τους γερμανούς Τρίκαλα. Πήραν μέρος 300 γυναίκες από τα χωριά της περιοχής Παραληθαίων Φαρκαδόνας.[1]

“Υπεύθυνη” για τη γυναικεία δουλειά στην περιοχή -και για την κινητοποίηση- ήταν η δασκάλα Βάγια Παπακόγκου που διέθετε “μια μοναδική δύναμη να επικοινωνεί με τις αγρότισσες”.[2]

Για να μπορέσουν να μπουν στην πόλη επέλεξαν τη μέρα που γινόταν το παζάρι. Οι γυναίκες ντυμένες καραγκούνικα, παρέες παρέες πάνω στα κάρα έφτασαν τις πρώτες πρωινές ώρες στην πόλη και συγκεντρώθηκαν έξω από τη Νομαρχία.

Η Βάγια Παπακόγκου, η Ευγενία Γουβρή, η γυναίκα του γραμματέα της ΚΟ του Κουρμπαλί και άλλες ανέβηκαν στη Νομαρχία και συναντήθηκαν με το Νομάρχη. Ζήτησαν να διανεμηθούν τα τρόφιμα του ΕΣ, είδη του μονωπωλίου και να σταματήσει το πλιάστικο και η φυγάδευση τροφίμων για την Αθήνα. Πιο μαχητική αποδείχτηκε η γυναίκα από το Κουρμπαλί.

Η κινητοποίηση έληξε ειρηνικά. Οι Γερμανοί δεν επενέβησαν και οι γυναίκες διαλύθηκαν μέσα στο παζάρι.[3]

Πρόβλημα αποκλεισμού από τις διανομές τροφίμων όμως αντιμετώπιζε και η Καρδίτσα.

Το Γενάρη του 1944 το ΕΑΜ/ΚΚΕ καταγγέλλει ότι ενώ ο Νομάρχης δήλωσε στον τύπο ότι θα μοιραστούν τρόφιμα στην περιφέρεια και στην πόλη των Τρικάλων “ούτε μια κουβέντα δεν είπε για τις επαρχίες Καρδίτσας και Καλαμπάκας” τη στιγμή που στην Καρδίτσα υπάρχουν 8.000 άποροι, το ψωμί έχει 60.000, το λάδι 400.000, τα κάρβουνα 15.000, οι εργάτες δεν έχουν δουλειά, οι υπάλληλοι παίρνουν 500.000 το μήνα, οι επαγγελματίες έχουν “αδειανά ράφια” και οι αγρότες δεν έχουν ούτε σπόρο για να σπείρουν. “Οι κατακτητές αποφάσισαν να καταδικάσουν το λαό της Καρδίτσας σε θάνατο με αποκλεισμό”.

Ο ΕΣ Καρδίτσας “κινείται σα χελώνα ή βρίσκεται σε χειμέρια νάρκη” και οι υπεύθυνοι του “ρεκλαμάρονται προσωπικά για δραστηριότητα που δεν έδειξαν απ’ τη γερμανόδουλη λαχανοφυλλάδα “Ηχώ των Τρικκάλων”. ‘

Εχουν κάνει μόνο μια διανομή, ενώ στο Βόλο μοιράστηκαν 110.000 οκ. στάρι που προρίζονταν για την περιφέρεια Καρδίτσας.

“Οι πυροπαθείς και οι άποροι των χωριών μαζί με τους άνεργους της πόλης πρέπει ν’ αρχίσουν ένα σκληρό αγώνα”.[4] Αντί γι αυτούς, την Τετάρτη στις 2-2-44, οι οργανώσεις κινητοποιούν τις γυναίκες.

Πάνω από 200σες συγκεντρώνονται έξω από το Δημαρχείο. Επιτροπές παρουσιάζονται στο Δήμαρχο και τον αντιπρόσωπο του Νομάρχη ζητώντας “άμεση διανομή αλεύρων και τροφίμων”.

Από κει οι επιτροπές και οι συγκεντρωμένες γυναίκες κατευθύνονται προς τον Ερυθρό Σταυρό απαιτώντας “τη δραστηριοποίηση των ενεργειών του τμήματος Καρδίτσας”. Η κινητοποίηση πέτυχε. Διανεμήθηκαν τρόφιμα στον πληθυσμό και δόθηκαν διαβεβαιώσεις ότι οι διανομές θα διενεργούνται πιο τακτικά.[5]

Δεν εξελίχτηκαν όμως όλες οι κινητοποιήσεις ομαλά. Μια από τις πιο δραματικές συνέβη στα Τρίκαλα στις 11 Μάρτη 1944.[6]

Υπεύθυνη ήταν πάλι η Βάγια Παπακόγκου. Πήραν μέρος 700 γυναίκες από τα χωριά της περιφέρειας.[7]

Ο στόχος ήταν να διαμαρτυρηθούν στο Νομάρχη για την ακρίβεια, τις αγγαρίες, το πλιάτσικο, την τρομοκρατία...[8]

Το Σάββατο τα ξημερώματα συγκεντρώθηκαν φορώντας τα καραγκούνικα στην πλατεία του χωριού Ζούλιανη, κοντά στα Τρίκαλα. Τους μίλησε η Βάγια. Ξεκίνησαν για την πόλη χωρισμένες σε δεκαρχίες.

Σε κάθε δεκαρχία υπήρχε μια υπεύθυνη. Είχε οριστεί και μια επιτροπή από 24 γυναίκες, με επικεφαλής τη Μαρία Κανδύλη, πλουσιοκόρη από το Κριτσίνι. Μπήκαν στην πόλη από διάφορα σημεία και έφτασαν στη Νομαρχία την ώρα που άνοιγαν τα γραφεία.

Ο διευθυντής προσπαθώντας να διαφύγει από την πίσω πόρτα βρέθηκε αντιμέτωπος με τις γυναίκες, οι οποίες τον περιγελούν και τον “στολίζουν με διάφορα επίθετα”. Τότε κάλεσαν σε βοήθεια τους γερμανούς και τη χωροφυλακή που περικύκλωσαν τις γυναίκες που ήδη βρίσκονταν στο προαύλιο. 

Αρχίζουν ανακρίσεις. Καταγράφουν τα ονόματα των γυναικών. Η Βάγια δίνει το όνομα Παρασκευή Μπλέτσα -υπαρκτό πρόσωπο- που η οργάνωση είχε φροντίσει να λείπει στο Βουνό.

Προσπαθούν να μάθουν ποιός τις οργάνωσε: κανένας, απαντούν οι γυναίκες. ‘Ηρθαμε γιατί “ταίριασαν τα μυαλά μας”. Μια γριά συμβουλεύει το γερμανό Διοικητή να φύγει να πάει στη μανούλα του, γιατί τα βουνά είναι γεμάτα αντάρτες και κινδυνεύει να τον σκοτώσουν. 

Μετά τις ανακρίσεις οδηγούν τις 24 γυναίκες που δήλωσαν ότι είναι μέλη της επιτροπής στη Γερμανική διοίκηση. 250 τις κλείνουν στις φυλακές της πόλης. Τις υπόλοιπες τις απελευθέρωσαν. Πού άλλωστε να τις βάλουν; Μέσα στη φυλακή άρχισαν να ρίχνουν νερό από μια τρύπα του μεσότοιχου.

Οι γυναίκες φοβούνται ότι θα τις πνίξουν, αλλά είναι αποφασισμένες. Περνούν τη νύχτα όρθιες και το νερό όλο και ανεβαίνει.

Οι αρχές θέλουν να μάθουν την “υπεύθυνη”. Γνωρίζουν το όνομά της αλλά δεν ξέρουν ποιά από όλες είναι.

Χρησιμοποιούν τέχνασμα για να το μάθουν. Λένε ότι κάποιος έστειλε τρόφιμα στη Βάγια και να παρουσιαστεί να τα πάρει. Οι γυναίκες δεν ξέρουν καμιά Βάγια.

Ούτε από τις 24 της Επιτροπής δε μπόρεσαν να πάρουν πληροφορίες και τις μεταφέρουν και αυτές στη φυλακή.[9]

Περνούν άλλη μια νύχτα πιο φρικτή από την πρώτη. Το νερό είχε φτάσει μέχρι το γόνατο και ήταν πια βόθρος.

Οι γυναίκες βρίσκονται σε δύσκολη θέση δυο μερόνυχτα άυπνες -κυρίως οι ηλικιωμένες και οι μωρομάνες. Φοβούνται μήπως τις πάρουν από τις φυλακές και τις πάνε στο στρατόπεδο, μήπως τις εκτελέσουν… Καμιά όμως δε λιποψύχησε. 

Οι άντρες τους κατεβαίνουν και αυτοί στην πόλη, επισκέπτονται το Νομάρχη και στις “κεφαλές” και ζητούν να αφήσουν ελεύθερες τις γυναίκες τους.

Η πίεση που ασκείται από τη μια και η αδυναμία να “βγάλουν” κάτι τους ανάγκασε να τις απελευθέρωσαν. Βγήκαν κατάχλωμες από την κλεισούρα, την ορθοστασία, την αϋπνία και την αδυναμία. Πορεύτηκαν μέσα από το κέντρο της πόλης και όταν έφτασαν στη Ζούλιανη ήταν διπλάσιες σε αριθμό.[10]

‘Οσο προχωρά το 1944 η τρομοκρατία εντείνεται στη Θεσαλία. Γερμανοί, τριεψιλίτες και εασαδίτες πλιαστικολογούν, δέρνουν, ατιμάζουν, καίνε, σκοτώνουν.

Στη Λάρισα διενεργούν μπλόκα στις εισόδους της πόλης ή περικυκλώνουν ολόκληρα τετράγωνα και κάνουν έρευνες και συλλήψεις.

Μέσα στην πόλη δολοφονούν και δεν επιτρέπουν να πάρουν τα πτώματα για ταφή παρά την άλλη μέρα το μεσημέρι. Στα γύρω χωριά συλλαμβάνουν “με καταστάσεις” όσους βρουν, καίνε τα σπίτια των οργανωμένων στο ΕΑΜ και πλιαστικολογούν τα υπόλοιπα.[11]

Τα χωριά που βρίσκονται κατά μήκος του δρόμου Καλαμπάκας Μετσόβου δέχονται καθημερινά επιθέσεις τον Απρίλη του 1944. Οι “συνεργάτες” πλιατσικολογούν τους κατοίκους, κάνουν έρευνες, συλλαμβάνουν και σκοτώνουν.

Στο χωριό Περιστέρα “έπιασαν τον Δημ. Καλύβα και άλλους 11 και τους πήγαν στη Λάρισα και τους εκτέλεσαν”.[12]

Στα Τρίκαλα η κυκλοφορία σταματά στις 6 το απόγευμα και απαγορεύονται τα “οχήματα” ακόμα και τα ποδήλατα.[13]

Στο Βόλο στις 22-4-44 βρέθηκαν στα σταυροδρόμια 19 Βολιώτες δολοφονημένοι από Γερμανούς και Εασαδίτες. Μεταξύ αυτών και η Ελένη Καλυβοπούλου, δασκάλα, διευθύντρια της Λέσχης Εργαζομένου Κοριτσιού με “πλατειά κοινωνική δράση”.

Στις 27-4-44 γίνεται το φοβερό μπλόκο του ‘Ανω Βόλου. Το Μάη στήνουν και αγχόνες στο κέντρο της πόλης.[14] Η ΕΠΟΝ Θεσαλίας στη Β’ Συνδιάσκεψή της θεωρεί το θέμα της τρομοκρατίας το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο λαός.[15]

Οι οργανώσεις ενάντια στην τρομοκρατία που έχουν εξαπολύσει οι γερμανοί και οι συνεργάτες τους κινητοποιούν τις γυναίκες. Στη Λάρισα οργανώνουν στις 19-4-44 μια από τις πιο πολυάριθμες διαδηλώσεις.

Πήραν μέρος 1.500 γυναίκες από τα γύρω χωριά -“όλοι οι δρόμοι που οδηγούσαν στην πόλη είχαν γεμίσει από δεκάδες κάρα με γυναίκες”– και από την πόλη.

Οι δρόμοι της πόλης “πήραν μια ξεχωριστή, επαναστατημένη όψη. ‘Εβλεπες γυναίκες μαυροφορεμένες ή με μαύρα μαντήλια, μικρομάννες με παιδιά στην αγκαλιά και κορίτσια σε μια ατέλειωτη ηρωική φάλαγγα να κατευθύνονται αποφασιστικά στη Νομαρχία, ύστερα στο Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, στο γερμανό Διοικητή, στο Μητροπολίτη, στο Δήμαρχο. Η τεράστια αυτή ανθρωποθάλασσα είχε κάτι το μεγαλειώδικο που σκόρπιζε ρίγη συγκίνησης στους συμπολίτες μας”.

Απαίτησαν να σταματήσει η τρομοκρατία, να αφήσουν ελεύθερους τους κρατούμενους του στρατοπέδου και όσους είχαν συλλάβει οι γερμανοί και οι Τριεψιλίτες.

Οι “συνεργάτες” προσπάθησαν να σκορπίσουν τον πανικό στις γυναίκες για να διαλύσουν τη διαδήλωση. Αυτές όμως τους έβρισαν και συνέχισαν ακλόνητες. Πήραν υποσχέσεις από το Δήμαρχο, το Διευθυντή του ΔΕΣ και το Μητροπολίτη ότι θα υποβάλουν διαβήματα στους γερμανούς για να σταματήσει η τρομοκρατία.

Επειδή ο Νομάρχης απουσίαζε και ο γερμανός διοικητής δεν τις δέχτηκε, παρέμεινε στην πόλη μια πολυμελής επιτροπή και την επομένη μέρα 200 περίπου γυναίκες -από τα γύρω χωριά και την πόλη- πήγαν στις Γερμανικές αρχές.

Οι γερμανοί υποσχέθηκαν ότι θα αφήσουν ελεύθερους τους κρατούμενους και θα σταματήσει η τρομοκρατία. “Μα οι γυναίκες είναι αποφασισμένες αν δεν πραγματοποιηθούν οι υποσχέσεις τους να συνεχίσουν πιο μαζικά και πιο επίμονα τους αγώνες τους”.[16] Η τρομοκρατία όμως δε σταματά και οι κινητοποιήσεις των γυναικών συνεχίζονται.

Στις 17-5-44 γερμανοί και εασαδίτες κύκλωσαν το χωριό Καζακλάρ, έσφαξαν 11 πατριώτες και απαγόρεψαν στους χωρικούς να τους θάψουν. 500 περίπου γυναίκες κατέβηκαν στη Λάρισα και πέτυχαν την απελευθέρωση των ομήρων.[17]

Στις 31-5-44 1.200 γυναίκες -εξακόσιες από τις οργανώσεις της Αγυιάς και άλλες τόσες από την περιοχή του Τυρνάβου- κατεβαίνουν στη Λάρισα. Ζητούν να σταματήσει η τρομοκρατία και να διαλυθούν οι προδοτικές οργανώσεις. Η ορμητικότητά τους είναι μεγάλη. Τα “βάζουν” με τους Γερμανούς, πιάνονται στα χέρια με τους Εασαδίτες και τους ξηλώνουν τα σήματα.[18]

Αυτοί τις στήνουν στον τοίχο μπρος σε εκτλεστικό απόσπασμα για να τις τρομάξουν και κάνουν συλλήψεις. Δεν έφυγαν παρά την άλλη μέρα αφού απελευθέρωσαν όλες όσες είχαν συλληφθεί.[19]…»
image
Τασούλα Βερβενιώτη, Η γυναίκα της αντίστασης, Κουκκίδα, 2013

Παραπομπές

[1] Βραχνιάρης σσ. 185,202-203/ Γκόντζος, Αναστασάκος σ. 504/ Στο Αρ. Ρ. Ι.

Κινητοποιήσεις γυναικών στη Θεσσαλία: την Κατοχή αναφέρονται δυο κινητοποιήσεις το Δεκέμβρη του 1943 στα Τρίκαλα.

Η μία από 600 γυναίκες που διαμαρτυρήθηκαν για την πολιτική επιστράτευση και τις αγγαρίες και μία άλλη από 300 γυναίκες της περιοχής Παραλιθαίων που πέτυχαν με τη διαμαρτυρία τους να αναιρέσουν οι Γερμανοί το διάταγμα της πολιτικής επιστράτευσης που είχαν δημοσιεύσει.

Η τελευταία συμπίπτει με αυτήν που περιγράφει ο Βραχνιάρης και η Βάγια Παπακόγκου.

Η πρώτη δεν επιβεβαιώνεται από άλλα στοιχεία. Ούτε ο Βραχνιάρης που ήταν γραμματέας της ΠΕ ούτε η Βάγια θυμούνται κάτι τέτοιο. Η Βάγια δεν αποκλείει να έγινε μια τέτοια κινητοποίηση από άλλη περιφερειακή επιτροπή μια και αυτή την εποχή ο νομός Τρικάλων ήταν χωρισμένος σε τρεις περιφερειακές επιτροπές. Βλ. Βραχνιάρης σ. 187.
 

[2] Βραχνιάρης σ. 184.
 

[3] Βραχνιάρης σσ. 185,203-4/ Γκόντζος, Αναστασάκος σ. 504/ Η Βάγια Παπακόγκου θυμάται ότι το αποτέλεσμα ήταν θετικό. ‘Εστειλαν σαπούνι στα χωριά και μετριάσαν τις αγγαρίες και το πλιάτσικο. Τα κορίτσια επίσης, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής είχαν φτιάξει και τραγούδι, του οποίου τα λόγια δε θυμάται ακριβώς. “Ο Διευθυντής ο δεύτερος Νομάρχης που πίτουρο δεν άφησε μέσα στη Θεσαλία” και τα κουβάλησε όλα στην Αθήνα κλπ.
 

[4] “Να σταματήσει ο αποκλεισμός της Καρδίτσας και νάρθουν τα τρόφιμα του Ερυθρού Σταυρού” Η Φωνή του ΕΑΜ, ΕΑΜ Καρδίτσας, φ. 80,15-1-44/ “Ο Ερυθρός Σταυρός” Η Φωνή του ΕΑΜ, ΕΑΜ Καρδίτσας, φ. 82,7-2-44.
 

[5] Βλ. στο Παράρτημα “Κινητοποίηση Γυναικών” Η Φωνή του ΕΑΜ, ΕΑΜ Καρδίτσας, φ. 82,7-2-44/ “Κινητοποιήσεις στην Καρδίτσα. Οι γυναίκες στην πρώτη γραμμή” Αλληλεγγύη, ΕΑ Θεσαλίας, φ. 9,25-3-44.
 

[6] Βλ. στο Παράρτημα “Μεγαλειώδικη κινητοποίηση των γυναικών του Κάμπου” Αγώνας, ΚΚΕ Τρικάλων, φ. 7,25-3-44/ Η κινητοποίηση αυτή περιγράφεται από τους Βραχνιάρη σσ. 204-205/ Παπακόγκου σσ. 748-9/ Γκόντζος, Αναστασάκος σσ. 451-452/ Τα δύο τελευταία κείμενα είναι αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Νέος Δρόμος” όργανο των Ελλήνων Πολιτικών Προσφύγων στη Σοβ. ‘Ενωση, άρθρο γραμμένο από τη Βάγια Παπακόγκου. Οι περικοπές στο Παπακόγκου σσ. 748-9 είναι λιγότερες/ Αναφέρεται επίσης στο άρθρο του Καραγιώργη στην ΚΟΜΕΠ τχ. 29 ό.π. και στο ΑΡ. Ρ.Ι./ Τις λεπτομέρεις, τα στιγμιότυπα καθώς και το τραγούδι που έφτιαξαν τα μέλη της επιτροπής και τα οποία δεν υπάρχουν στα δημοσιεύματα μου τα διηγήθηκε η Βάγια Παπακόγκου. Σε περίπτωση που υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις στις πηγές αυτές αναφέρονται συγκεκριμένα.
 

[7] Στην ΚΟΜΕΠ τχ. 29 ό.π. αναφέρονται 800 Καραγκούνες/ Στο Αρ. Ρ.Ι. 1.200, αριθμός υπερβολικός που μόνο τη μέρα που τις απελευθέρωσαν μπορούσε να συγκεντρωθεί/ Στο “Μεγαλειώδικη κινητοποίηση των γυναικών του Κάμπου” Αγώνας, ΚΚΕ Τρικάλων, φ. 7,25-3-44 αναφέρεται ότι πήραν μέρος “πάνω από 500 καραγκούνισσες”. Βλ. στο Παράρτημα.
 

[8] Στο Βραχνιάρης ό.π. υποστηρίζεται ότι η συγκέντρωση “είχε αντιτρομοκρατικό κυρίως χαρακτήρα”/ Η Παπακόγκου ό.π. ότι είχε συνδεθεί τη ματαίωση της επιστάτευσης. Στη συνέντευξη επέμεινε ότι το περιεχόμενο αυτής κινητοποίησης ήταν πολιτικό, σε αντίθεση με την πρώτη που αφορούσε την επιβίωση/ Στο Αρ. Ρ.Ι. ότι έγινε ενάντια στην τρομοκρατία, το πλιάτσικο, τις αγγαρείες και τη Βουλγάρικη επέκταση/ Ενάντια στις αγγαρείες, την ακρίβεια, την κάθοδο των Βουλγάρων και την ενίσχυση των φτωχών χωρικών με υφάσματα και τρόφιμα. “Μεγαλειώδικη κινητοποίηση των γυναικών του Κάμπου” Αγώνας, ΚΚΕ Τρικάλων, φ. 7,25-3-44. Βλ. στο Παράρτημα/ Στο τραγούδι των γυναικών ως αιτίες αναφέρονται η ακρίβεια, η αγγαρία και η κάθοδος των Βουλγάρων. Βλ. κεφ. “Γενικά”.
 

[9] Για το πώς πέρασαν οι γυναίκες της επιτροπής στη γερμανική διοίκηση και στιγμιότυπα από τις φυλακές βλ. στο κεφ. “Γενικά”.
 

[10] Μαρτυρία Βάγιας Παπακόγκου.
 

[11] Βλ. στο Παράρτημα “Ράλληδες και Γερμανοί στον κάμπο της Λάρισας. Αλληλεγγύη, ΕΑ Θεσαλίας, φ. 11,20-5-44.
 

[12] “Οι γυναίκες της Καλαμπάκας απελευθερώνουν πατριώτες” Αλληλεγγύη, ΕΑ Θεσαλίας, φ. 10,22-4-44.
 

[13] Ελληνικόν Αίμα, φ. 45,5-5-44.
 

[14] Για την τρομοκρατία στη Μαγνησία την ‘Ανοιξη του 1944 βλ. Κολιού τόμ. Β σσ. 1137-1143/ Για την Ελένη Καλυβοπούλου βλ. Αλληλεγγύη, ΕΑ Θεσαλίας, φ. 11,20-5-44.
 

[15] Ο Ρήγας, ΕΑΜ Θεσαλίας, φ. 42,20-7-44.
 

[16] Βλ. στο Παράρτημα “Κάτω η Τρομοκρατία. 1500 γυναίκες του κάμπου και της Λάρισσας απαιτούν το σταμάτημα της τρομοκρατίας. Η μεγαλειώδικη διαδήλωση”. Λαική Φωνή, ΚΚΕ Λάρισας, φ. 7,30-4-44/ “Γερμανοί και Ράλληδες στον Κάμπο της Λάρισας” Αλληλεγγύη, ΕΑ Θεσαλίας, φ. 11,20-5-44/ Στην ΚΟΜΕΠ τχ. 29 ό.π. αναφέρεται χωρίς ημερομηνία ότι 1.400 γυναίκες με μαύρα μαντήλια από τον κάμπο της Λάρισας πλημμύρισαν την πόλη και ζήτησαν από τους γερμανούς να σταματήσει η τρομοκρατία των ράλληδων και να αφεθούν ελεύθεροι οι όμηροι/ Στο Αρ. Ρ. Ι. ό.π. σημειώνεται ότι στις 24-4-44 χιλιάδες γυναίκες διαδήλωσαν για το σταμάτημα της τρομοκρατίας.
 

[17] ΚΚΕ “Επίσημα Κείμενα 1940-44” σ. 496/ Κινητοποίηση γυναικών στη Λάρισα με την ίδια ημερομηνία αναφέρεται και στο Αρ. Ρ. Ι.
 

[18] Βραχνιάρης σ. 239/ ΚΟΜΕΠ τχ. 29 ό.π./ Στο Αρ. Ρ. Ι. αναφέρεται ότι 800 γυναίκες κατέβηκαν στη Λάρισα και ζήτησαν τη διάλυση του ΕΑΣΑΔ.
 

[19] Τα συγκεκριμένα περιστατικά από την ΚΟΜΕΠ τχ. 29 ό.π.
Δημοσιεύεται επίσης η είδηση ότι 1.400 γυναίκες διαδήλωσαν στη Λάρισα, 700 στον Τύρναβο, 200 στο Καζακλάρ. Στην Καρδίτσα πιάσανε και κακοποίησαν 15 μαθήτριες. “Θεσαλία. Ενάντια την τρομοκρατία των ΕΑΣΑΔ, ΠΕΝ, ΕΕΕ” Νέα Γενιά, ΚΣ ΕΠΟΝ, φ. 31,1-6-44.