Μετά τον Μυστικό Δείπνο, ο Ιησούς πάει με τους μαθητές του στον κήπο της Γεσθημανής για να προσευχηθεί. Λείπει ένας…. Πρόκειται για τον Ιούδα, ο οποίος θα εμφανιστεί λίγο αργότερα με τους φρουρούς του Ναού του Σολομώντα και θα δώσει στον Χριστό το φιλί που θα οδηγήσει στη σύλληψή του. Ο δρόμος προς τον Γολγοθά και τη σταύρωση είναι μετά πολύ σύντομος, και φροντίζει να τον ανοίξει ο Καϊάφας, ο πρόεδρος του Μεγάλου Εβραϊκού Συνεδρίου, που δίκασε και καταδίκασε σε θάνατο τον Ιησού με συνοπτικές διαδικασίες. Σπάζοντας ακόμη και τους νόμους της εποχής…

Ads

Αν είχε ακολουθηθεί το εβραϊκό Δίκαιο, ο Ιησούς μετά τη σύλληψή του θα έπρεπε να είχε οδηγηθεί στις φυλακές που βρίσκονταν στα υπόγεια του Ναού, μέχρι να περάσει από ακρόαση από το ιερατικό συμβούλιο. Αυτό συνέβη, άλλωστε, με τους μαθητές του, που συνελλήφθησαν μαζί του. Παρακάμπτωντας όμως τις διαδικασίες οι φρουροί οδήγησαν τον Χριστό αμέσως στην οικεία του Καϊάφα.

Όπως σημειώνει σε άρθρο του το National Geographic, το γεγονός αυτό μόνο ασυνήθιστο ήταν κι όχι για έναν αλλά για πάρα πολλούς λόγους. Πρώτα από όλα ήταν παραμονή του Πάσχα, μία από τις πλέον ιερές νύχτες του εβραϊκού λειτουργικού καλεντάριου, κατά την οποία θα περίμενε κανείς ότι οι αρχιερείς θα γιόρταζαν μαζί με τις οικογένειές του και δεν θα ασχολούνταν με την υπόθεση ενός ρήτορα από τη Γαλιλαία. Δεύτερον, όσο πολυτελής και μεγάλη να ήταν η έπαυλη του Καϊάφα φαντάζει αδύνατο το να μπορούσαν αν χωρέσουν σε αυτή τα 72 μέλη του Σανχεντρίν, του ανώτατου εβραϊκού νομοθετικού και θρησκευτικού συμβουλίου που λειτουργούσε και ως δικαστήριο, πολύ περισσότερο το να προλάβουν να ειδοποιηθούν όλοι αυτοί σε τόσο σύντομο διάστημα.

Το κατηγορητήριο του Ιησού, όπως περιγράφεται στο ευαγγέλιο του Μάρκου, συντάχθηκε βιαστικά και υπό έναν μανδύα σκότους, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο Καϊάφας ήθελε να ξεμπερδεύει με τον Ιησού το συντομότερο δυνατόν και να το κάνει πίσω από κλειστές πόρτες και χωρίς την απαρτία του  Σανχεντρίν.

Ads

Ο Ιωάννης αναφέρει στο ευαγγέλιό του ότι ο Ιησούς ανακρίθηκε αρχικά από τον Άννα, τον θετό πατέρα του Καϊάφα, ο οποίος είχε προηγουμένως υπηρετήσει ως αρχιερέας και θεωρείτο ηγετική αρχή σε θρησκευτικά θέματα. Μετά από μια σύντομη ακρόαση, ο Ιησούς παραπέμφθηκε τελικά στον Καϊάφα.

Την εποχή εκείνη, ο Καϊάφας είχε ήδη υπηρετήσει περίπου 12 χρόνια ως αρχιερέας. Ο Καϊάφας βρέθηκε αντιμέτωπος με μια δύσκολη κατάσταση. Χωρίς την πλήρη στήριξη του δικαστικού σώματος, ένας αρχιερέας δεν είχε τη δύναμη να αποφασίσει τον θάνατο ενός ανθρώπου. Η μοναδική του επιλογή ήταν να παραπέμψει το θέμα στην τοπική ρωμαϊκή κυβέρνηση. Αυτό θα ήταν μια πολύ αμφιλεγόμενη κίνηση, διότι στις προηγούμενες δεκαετίες, το Σανχεντρίν είχε αγωνιστεί σκληρά για να διατηρήσει την αυτονομία του σε εσωτερικά θέματα, χωρίς να δέχεται καμία παρέμβαση από τις ρωμαϊκές αρχές. Το άλλο και ακόμη πιο μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι ο Ιησούς ήταν μόνο ένοχος για τη διατάραξη της ειρήνης στο προαύλιο του ναού και ίσως για βλασφημία, αλλά κανένα από αυτά δεν δικαιολογούσε ρωμαϊκή παρέμβαση, πόσο μάλλον μια ποινή θανάτου.

Σαν να μην έφτανε αυτό, στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο, περιγράφεται μια χαώδης ακρόαση με τους μάρτυρες να πέφτουν σε αντιφάσεις. «Τον ακούσαμε να λέει ότι θα καταστρέψει αυτό τον Ναό που χτίστηκε από χέρια και σε τρεις μέρες θα φτιάξω άλλον που δεν θα είναι φτιαγμένος από χέρια», είπε κάποιος.«Τίποτα δεν απαντάς; Τι καταθέτουν αυτοί εναντίον σου;», ρώτησε τότε ο Καϊάφας με τον Ιησού να παραμένει σιωπηλός. Τότε ο αρχιερέας άλλαξε τακτική. Ο Καϊάφας ήξερε πως η αξίωση κάποιου ότι είναι ο Γιος του Θεού αποτελούσε ευαίσθητο ζήτημα για τους Ιουδαίους. Γνωρίζοντας ότι οι Ιουδαίοι έτρεφαν τέτοια αισθήματα, ο Καϊάφας έκανε την ερώτηση – ματ: «Σε ορκίζω στον ζωντανό Θεό να μας πεις αν είσαι ο Χριστός, ο Γιος του Θεού!». «Εγώ είμαι και θα δείτε τον Γιο του ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά της δύναμης και να έρχεται με τα σύννεφα του ουρανού», απάντησε.

Ήταν αυτό που ο Καϊάφας περίμενε. «Βλασφημία! Τι χρειαζόμαστε πια μάρτυρες; Ορίστε! Μόλις τώρα ακούσατε ότι βλασφήμησε. Ποια είναι η γνώμη σας;» αναφώνησε σκίζοντας σε μία κίνηση εντυπωσιασμού τα ρούχα του. Και τότε το  Σανχεντρίν έβγαλε την ετυμηγορία του: «Είναι άξιος θανάτου».

Γιατί ο Καϊάφας όμως διέταξε την άμεση ακρόαση για τη μοίρα του Ιησού και μάλιστα στο σπίτι του; Μία απάντηση είναι ότι ο Καϊάφας ήθελε να προλάβει τυχόν βίαιες διαδηλώσεις που αναμφισβήτητα θα προκαλούσαν την επέμβαση των ρωμαϊκών δυνάμεων.

Ένα άλλο κίνητρο μπορεί να είναι το ότι ο Καϊάφας περίμενε την φαρισαϊκή φατρία του Σανχεντρίν να υπερασπιστεί τον Ιησού. Τα ευαγγέλια αναφέρουν ότι ο Ιωσήφ της Αριμαθέας και ο Νικόδημος, και τα δύο μέλη του Σανχεντρίν, ήταν θιασώτες της διδασκαλίας του Ιησού. Ο φόβος του Καϊάφα δεν ήταν αβάσιμος, καθώς μερικούς μήνες αργότερα, όταν ο Πέτρος και οι Απόστολοι ήρθαν ενώπιος ενώπιον με το Σανχεντρίν, ήταν ο γνωστός Φαρισαίος Γαμαλιήλ που τους υπερασπίστηκε και τελικά εξασφάλισε την απελευθέρωσή τους.

Πάντως είναι σχεδόν απίθανο η δίκη του Ιησού να έγινε με την απαρτία του  Σανχεντρίν, κι αυτό γιατί σύμφωνα με τις εβραϊκές γραφές το δικαστήριο δεν θα μπορούσε να γίνει νύχτα η κατά τη διάρκεια μίας θρησκευτικής γιορτής. Στο μεταξύ, οι επίσημες συνεδριάσεις του σώματος γίνονταν συνήθως σε μια αίθουσα γνωστή ως Lishkat La-Gazit, που βρίσκεται στην Στοά του Ναού.

Άλλωστε, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, οι κύριοι ιερείς του Σανχεντρίν δεν ήταν παρόντες στη δίκη του Ιησού.