Αν και πριν λίγους μήνες στη δημόσια συζήτηση υπήρχε ακόμη και το ενδεχόμενο ευρύτερων προοδευτικών συγκλίσεων, το ΚΙΝΑΛ φρόντισε πολύ σύντομα να κινηθεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση και να κόψει οποιαδήποτε “γέφυρα”.

Ads

Κατά πολλούς, η απόφαση του ΚΙΝΑΛ να υπερψηφίσει επί της αρχής το Νομοσχέδιο για τις δημόσιες συναθροίσεις είναι το συμβολικό και ουσιαστικό πολιτικό γεγονός που σηματοδοτεί  την απομάκρυνση του. Παρά τις αιτιάσεις της ηγεσίας για ικανοποίηση από τις νομοτεχνικές βελτιώσεις της κυβέρνησης, είναι απολύτως διαπιστωμένο ότι δεν πρόκειται απλώς για ένα προβληματικό νομοσχέδιο περιορισμού και υπονόμευσης των δημόσιων συναθροίσεων αλλά για αναβίωση χουντικού διατάγματος, που αντιστρατεύεται βασικές δημοκρατικές ελευθερίες. Άλλωστε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην έκθεσή της επισημαίνει ακριβώς τις 4 προβληματικές διατάξεις που προέρχονται αυτούσιες από το κείμενο του 1971.

Ελάχιστες ώρες νωρίτερα ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, άλλοτε προβεβλημένο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και σήμερα εκπρόσωπος του δόγματος “Νόμος και Τάξη” μιας δεξιάς κυβέρνησης, βρέθηκε στο επίκεντρο σφοδρής κριτικής στο Ευρωκοινοβούλιο για τις πολιτικές του στο προσφυγικό, όχι μόνο από την Αριστερά ή τους φιλελεύθερους αλλά κυρίως από τους σοσιαλδημοκράτες, δείγμα ότι η πολιτική της κυβέρνησης ΝΔ σε θέματα δικαιωμάτων και καταστολής, την περιθωριοποιεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Υπό την έννοια αυτή η ταύτιση του ΚΙΝΑΛ, συνιστά τη γραμμή της σαφούς ιδεολογικής αποστασιοποίησης σε μια ατζέντα που παραδοσιακά υπερασπίζεται ο χώρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Κάποιοι θεωρούν ότι η στάση αυτή υπέρ ενός νόμου που ανασυγκροτεί το αστυνομικό και αυταρχικό κράτος δεν εδράζεται μόνο σε μια ιδεολογική διολίσθηση του ΚΙΝΑΛ σε πιο συντηρητικές κατευθύνσεις αλλά και στην ανάγκη εμφανούς διαφοροποίησης από το ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά γενικότερα. Πλην όμως διαχωρίζει ιστορικά τη θέση του από τη δημοκρατική παράταξη, της οποίας υπήρξε βασικός εκφραστής στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Ads

Στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ είναι γνωστό ότι υπάρχουν αντίρροπες δυνάμεις. Βουλευτές  όπως οι Λοβέρδος, Κεγκέρογλου, Κωνσταντινόπουλος και άλλοι είναι σε γραμμή απόλυτης ταύτισης με τη Νέα Δημοκρατία ενώ στελέχη με άλλη, πιο ιστορική διαδρομή, κινούνται στη γραμμή της ιδεολογικής συνέπειας, ακόμη και προγραμματικών συγκλίσεων με το ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικότερα για το νομοσχέδιο που βάζει “στο γύψο” τις διαδηλώσεις, έχουν εκφραστεί πολύ αρνητικές επικρίσεις από στελέχη με θεσμικό ρόλο. Ενδεικτικά ο Χάρης Καστανίδης, βουλευτής με πολύ ιστορική διαδρομή, έχει εγκαίρως τοποθετηθεί εναντίον του νομοσχεδίου θέτοντας στο προσκήνιο το θεμελιώδες πλαίσιο προστασίας του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, χωρίς να υπεισέλθει στις επιμέρους διατάξεις και είχε προβλέψει ότι το ΚΙΝΑΛ δεν πρόκειται να ψηφίσει αν δεν υπάρξουν πολύ σοβαρές θεσμικές εγγυήσεις. Από τη διαπίστωση ότι κάτι τέτοιο δεν έχει ικανοποιηθεί από την κυβέρνηση, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον η στάση που θα τηρήσει η ομάδα των βουλευτών του παπανδρεϊκού και, γενικότερα, του “ιστορικού” χώρου του ΠΑΣΟΚ.

Το ΚΙΝΑΛ επιβίωσε στις πρόσφατες εκλογές με τη λογική του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, αλλά συνέχισε να ακροβατεί και να συμπιέζεται ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Όσο οι πολιτικές εξελίξεις θέτουν με μεγάλη σαφήνεια τις ιδεολογικές διαφορές σε ταυτοτικά ζητήματα, η προσχώρηση σε θέσεις της νεο-δεξιάς, δεν μπορεί να είναι ανέφελη για το ΚΙΝΑΛ αλλά καθορίζει τη γενικότερα φυσιογνωμία του.