O καθρέφτης μιας τραγικά αποτυχημένης προσέγγισης των ελληνοτουρκικών θεμάτων από την ελληνική κυβέρνηση είναι η πρόσφατη απόφαση Ερντογάν για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται για μια κίνηση εσωτερικής κατανάλωσης, αμφιλεγόμενης όμως γιατί συγκρούεται με συμβολισμούς του κεμαλικού κοσμικού κράτους. Στην πραγματικότητα, προσθέτει ένα ακόμη βαρύ θέμα στη ζυγαριά των ελληνοτουρκικών θεμάτων, το οποίο στο μέλλον θα μπει σε διαπραγμάτευση.

Ads

Ο Ερντογάν είναι στην ηγεσία της Τουρκίας από το 2003 και δεν είχε τολμήσει ποτέ με καμία ελληνική κυβέρνηση έως σήμερα να κάνει πράξει τις διαχρονικές απειλές του για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. «Ζύγισε» την κυβέρνηση Μητσοτάκη και προχώρησε…

Οι δυσμενείς εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα των ελληνοτουρκικών θεμάτων είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της κατατροφικής αλλαγής κατεύθυνσης της εξωτερικής πολιτικής επί ημερών Μητσοτάκη και τις διαδοχικές κινήσεις ελαφρότητας που έχουν καταγραφεί από τη ΝΔ. Πρόκειται για το κόμμα που ως αντιπολίτευση «θαύμαζε» τον Ερντογάν, επέκρινε την διεκδικητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τσίπρα ενώ στελέχη του δήλωναν ότι εμπιστεύονται περισσότερο τον Τούρκο ηγέτη από ότι τον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό. Tώρα παρακολουθεί, ουσιαστικά, ατάραχη και ανήμπορη να αντιδράσει.

Παρά τις προειδοποιήσεις και τις επισημάνσεις για λανθασμένη στρατηγική, επέλεξε να υιοθετήσει την πολιτική κατευνασμού απέναντι στον Ερντογάν, με τη συμβουλή αν όχι την υπόδειξη της αμερικανικής διπλωματίας. Ένα δόγμα που ξεκίνησε από την επίσκεψη του Μάικ Πομπέο, το Φθινόπωρο στην Αθήνα, και στην πράξη αποδείχθηκε ολέθριο καθώς ο Τούρκος Πρόεδρος δρα πλέον ανεξέλεγκτα σε όλα τα επίπεδα

Ads

Έκτοτε η ελληνική πλευρά τρέχει πίσω από τις εξελίξεις ενώ ο Ερντογάν εντείνει τις προκλήσεις, προχωράει σε γεωτρήσεις, απειλώντας και εκβιάζοντας, «γκριζάρει» και παραβιάζει ανοιχτά  περιοχές ελληνικής κυριαρχίας, ενώ η κυβέρνηση ισχυρίζεται πότε ότι τα τουρκικά πλοία «παρασύρθηκαν από τον αέρα» και πότε ότι «άλλαξε η κοίτη του ποταμού Έβρου». Ταυτόχρονα στο μέτωπο της Συρίας, ο Ερντογάν είναι πλέον κυρίαρχος ενώ η Ελλάδα μετά από διαδοχικές παλινωδίες και ατυχέστατες δηλώσεις όπως ότι είναι έτοιμη να στείλει στρατό στον Χαφτάρ, βρίσκεται στην πραγματικότητα απομονωμένη.

Μετά τη νέα πρόκληση με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε Τζαμί, τα συνήθως λαλίστατα στελέχη της κυβέρνησης που υπερέβαλαν σε «πατριωτισμό» όταν ο εχθρός ήταν αόρατος όπως με τη «μάχη των συνόρων», είτε έχουν περιέλθει σε αφωνία, είτε εκτοξεύουν «κοτσάνες» όπως για τη μετατροπή της οικίας Κεμάλ σε «Μουσείο Γενοκτονίας των Ελλήνων» είτε συνεχίζουν τις διακοπές τους ανενόχλητοι στην Κέρκυρα, παρέα με τον Πρωθυπουργό. Μάλιστα, την ώρα που η ελληνική ηγεσία κάνει λόγο διεθνοποίηση του ζητήματος και για δήθεν «περιθωριοποίηση» του Ερντογάν, διαψεύδεται στην πράξη ενώ το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, «ξέκοψε» εξαρχής ότι δεν τίθεται κανένα ζήτημα κυρώσεων από την ΕΕ για το θέμα της Αγίας Σοφίας. Ακόμη και η Ρωσία, που υπήρχε η εκτίμηση πως λόγω ορθόδοξης εκκλησίας θα είχε μια πιο δυναμική παρέμβαση, τελικά γύρισε την πλάτη στην ελληνική κυβέρνηση λέγοντας πως το ζήτημα της Αγίας Σοφίας είναι εσωτερικό θέμα της Τουρκίας.

Σε ένα χρόνο η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε με τη στάση της να αφήσει τον Τούρκο ηγέτη ανεξέλεγκτο, υπονομεύοντας όλα τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας με μοναδικό γνώμονα να μην διαταράσσει την παρουσία της στην εξουσία, ενώ οι «μαθητευόμενοι μάγοι» της εξωτερικής πολιτικής απομονώνουν όλο και περισσότερο τη χώρα διπλωματικά.