Μπορεί το ευρωπαϊκό «παραδοσιακό» πολιτικό σύστημα στο σύνολό του να ανέπνευσε με ανακούφιση από τα αποτελέσματα των γαλλικών προεδρικών εκλογών, ωστόσο, στο εσωτερικό του γαλλικού πολιτικού σκηνικού, αυτές οι εκλογές, είναι πιθανόν να έχουν δημιουργήσει λανθάνουσες «ρωγμές», οι οποίες, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορούν να καταστήσουν τις αρνητικές «πρωτιές», όπως η αποχή, περισσότερο καταλυτικές από απλώς εντυπωσιακές.

Ads

Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο Εμανουέλ Μακρόν δεν είναι το ISIS ή η οικονομία, αλλά κάτι πιο στοιχειώδες: Η διακυβέρνηση.

Ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας έδωσε την προεκλογική μάχη ως ένας «λαμπερός» νέος και φωτισμένος κεντρώος, ο οποίος προσέλκυσε ψήφους από τα αριστερά και τα δεξιά για να καταφέρει μια αποφασιστική νίκη εναντίον της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν. Από αυτή την άποψη, το κέντρο φαίνεται, όχι μόνο να έχει κρατήσει, αλλά να έχει διογκωθεί.

Ο ίδιος φαίνεται να «ποντάρει» πάνω σε αυτήν την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, αφού, οι πρώτες του δηλώσεις και ομιλίες το βράδυ των εκλογών κινήθηκαν σε ένα ενωτικό, «παν-γαλλικό» μοτίβο.

Ads

Από την άλλη, η νίκη του θα μπορούσε, εξίσου, να διασπάσει την γαλλική πολιτική σκηνή παρά να γεφυρώσει τις πολιτικές διαφορές, απεικονίζοντας μιας πρόκληση που αντιμετωπίζουν πολλές δημοκρατίες σήμερα, ειδικά στην Ευρώπη: Μια απογοητευμένη κοινωνία «ανατίναξε» το «πολιτικό κατεστημένο», χωρίς, όμως, να μπορέσει να διαμορφώσει μία λειτουργική κυβέρνηση από τα κομμάτια του. Αυτό, εκτιμά στην ανάλυσή του ο Uri Friedman στο «The Atlantic» μόνο μεγαλύτερη απογοήτευση μπορεί να προκαλέσει και σημειώνει: 

Από αυτή την άποψη, η μεγάλη αποχή – από τα υψηλότερα ποσοστά που καταγράφηκαν στην ιστορία της γαλλικής Πέμπτης Δημοκρατίας που καθιέρωσε ο Σαρλ ντε Γκωλ το 1958 – μπορεί να είναι φορέας μεγαλύτερων μπελάδων για τον Μακρόν, παρά για τους αντιπάλους του, τον παραδοσιακό δικομματισμό. Οι Γάλλοι είναι τόσο απογοητευμένοι με τους πολιτικούς ηγέτες τους, που, για πρώτη φορά στην ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας, ο δεύτερος γύρος δεν είχε εκπροσώπους από τα βασικά κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς.

Είτε πρόκειται για «απάντηση» στην αποτυχία των κυβερνήσεων να επανεκκινήσουν την στάσιμη οικονομία προς όφελος της κοινωνίας, είτε στην αποτυχία τους να προωθήσουν λύσεις σε ζητήματα όπως η τρομοκρατία και το προσφυγικό, γεγονός παραμένει ότι οι Γάλλοι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους σε αυτές. Μια έρευνα κοινής γνώμης λίγο πριν την ψηφοφορία της Κυριακής έδειξε, ότι οι Γάλλοι ψηφοφόροι είναι περισσότερο πολωμένοι πολιτικά, από όσο οι πολίτες άλλων ευρωπαϊκών χωρών, με το 20% να περιγράφουν τον εαυτό τους ως πολιτικά «ακραίο» (σε σύγκριση με το 7% συνολικά στην ΕΕ) και το 36% να αναγνωρίζεται ως κεντρώο (σε σύγκριση με το 62% στην ΕΕ).

Όπως υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα, αυτή η αντίδραση κατά του «παραδοσιακού πολιτικού συστήματος», είναι εκείνη που εκτόξευσε τον Μακρόν, έναν πρώην κυβερνητικό αξιωματούχο ο οποίος ουδέποτε κατείχε αιρετό αξίωμα, δεν ανήκει σε κόμμα και μόλις πριν ένα χρόνο ίδρυσε το κίνημα του «Εμπρός». Αλλά αυτή η πολιτική ανεξαρτησία από τις «κατεστημένες» κομματικές δομές, που αποδείχθηκε πλεονέκτημα κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για την προεδρία, μπορεί να καταστεί αναξιόπιστη στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου.

Ο Μακρόν υποσχέθηκε να κατεβάσει υποψηφίους του «Εμπρός» σε κάθε γαλλική εκλογική περιφέρεια και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κίνημα θα μπορούσε να κερδίσει περισσότερες έδρες στην γαλλική εθνοσυνέλευση από οποιοδήποτε άλλο κόμμα, ίσως ακόμη και να πετύχει πλειοψηφία στην 577 εδρών κάτω Βουλή, κάτι το οποίο θα ήταν σίγουρα εντυπωσιακό για έναν φορέα ο οποίος μόλις «έσκασε μύτη» στην γαλλική πολιτική σκηνή. Αν, ωστόσο, ο Μακρόν δεν κερδίσει την πλειοψηφία, θα χρειαστεί να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό με άλλα κόμματα. Και αν κάποιο άλλο κόμμα κερδίσει πλειοψηφία, θα αναγκαστεί να έρθει σε συμφωνία με αυτό, ένα σενάριο που οι Γάλλοι χαρακτηρίζουν ως «συγκατοίκηση».

Στην Γαλλία, οι πρόεδροι, τις τελευταίες δεκαετίες προέρχονται από τα παραδοσιακά κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα. Η νίκη τους στις προεδρικές εκλογές προετοιμάζει και τυπικά τον δρόμο για τα κόμματά τους να κερδίσουν την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, επιτρέποντας στον πρόεδρο να διορίσει πρωθυπουργό από το κόμμα του.

Αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Η Πέμπτη Δημοκρατία έχει γνωρίσει «συγκατοίκηση» τρεις φορές. Αλλά με αυτόν τον τρόπο, το γαλλικό πολιτικό σύστημα λειτουργεί ομαλά μόνο για λίγο. Ετσι, η Γαλλία δεν έχει «υποστεί» διχασμένη κυβέρνηση από την εποχή της συνταγματικής τροποποίησης στις αρχές του 2000 που καθόρισε πενταετείς προεδρικές και κοινοβουλευτικές περιόδους και βουλευτικές εκλογές αμέσως μετά τις προεδρικές για να μειωθεί η πιθανότητα «συγκατοίκησης».

«Κατά την διάρκεια των περιόδων συγκατοίκησης, η προεδρία υποβαθμίζεται και ο πρωθυπουργός τείνει να ασκεί την κύρια εκτελεστική πολιτική εξουσία» γράφει ο John Carey, καθηγητής συγκριτικής πολιτικής στο Dartmouth College. «Για παράδειγμα, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο Ζακ Σιράκ, ως πρωθυπουργός, δημιούργησε μια σημαντική φορολογική περικοπή και ιδιωτικοποίησε κρατικές επιχειρήσεις, όσο ο Σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν το μόνο που μπορούσε να κάνει είναι να τον κοιτάει. Αλλά όταν ο Σιράκ ήταν πρόεδρος, ο πρωθυπουργός του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Λιονέλ Ζοσπέν, προώθησε νομοθεσία που μείωσε την εργάσιμη εβδομάδα από τις 39 στις 35 ώρες».

Τώρα, όμως, το γαλλικό παραδοσιακό κομματικό σύστημα κατέρρευσε και τα ρίσκα της «συγκατοίκησης» και της πολιτικής δυσλειτουργίας επέστρεψαν. Για τον λόγο αυτό, ο  Uri Friedman, υπογραμμίζει πως εάν ένα κόμμα της αντιπολίτευσης καταλήξει να ελέγχει την Εθνοσυνέλευση, ο Μακρόν πιθανότατα θα μπλοκαριστεί στην υλοποίηση της πολιτικής ατζέντας του, η οποία περιλαμβάνει περικοπή δημόσιων δαπανών και παροχή μεγαλύτερης ευελιξίας στους εργοδότες να προσλαμβάνουν, να απολύουν και να διαπραγματεύονται με τους εργαζόμενους.

Αυτό σημαίνει, πως για να προχωρά σε νομοθετικό επίπεδο, θα πρέπει συνεχώς να αναζητά κοινό τόπο με εχθρικές μεταξύ τους πολιτικές «φατρίες», θα χρειάζεται κάθε φορά να μπαίνει σε μια επίπονη διαδικασία «χτισίματος» υποστήριξης για κάθε ψηφοφορία, σε κάθε νομοθετική πράξη. Όπως το έθεσε ο Φρανσουά Φιγιόν, ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος ο οποίος έχασε στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ο Μακρόν θα πρέπει ξανά και ξανά «να μαγειρεύει κοινοβουλευτικά πιάτα συμβιβασμών».

Σε αυτά τα σενάρια, η εκλογή του Μακρόν θα μπορούσε να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που θέλουν οι οπαδοί του: Ένας άνθρωπος που εκλέχθηκε για να κάνει επιτέλους πράγματα θα πρέπει να παλεύει σε κάθε βήμα για να τα υλοποιήσει. Ένας άνθρωπος που εκλέχθηκε για να σπάσει τα παραδοσιακά κόμματα, θα πρέπει να συνεργαστεί στενά μαζί τους. Για τον Friedman, πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο που λαμβάνει χώρα σε όλη την Ευρώπη, όπου η απογοήτευση με την κατεστημένη πολιτική εξαφανίζει τα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα, θρυμματίζοντας το πολιτικό τοπίο σε μια σειρά από μικρά και μεσαία κόμματα που αγωνίζονται για την αύξηση της επιρροής τους.

«Οσο λαμβάνει χώρα περισσότερος κατακερματισμός, τόσο πιο δύσκολο θα είναι για τις εύθραυστες, ασταθείς κυβερνήσεις συνασπισμού να περάσουν κάθε είδους συνεκτικού πολιτικού προγράμματος» σημειώνει ο πολιτικός επιστήμονας, Robin Best, μετά τις ολλανδικές εκλογές. «Και οι ψηφοφόροι πιθανότατα θα καταλήξουν να είναι ακόμη πιο δυσαρεστημένοι» και θα διολισθαίνουν κατευθείαν σε ψήφο διαμαρτυρίας υποστηρίζοντας «ακραίες πολιτικές».

Αν, από την άλλη το «Εμπρός» εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ή αν οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Σοσιαλιστές αποφασίσουν να είναι ασυνήθιστα συνεργάσιμοι, η προεδρία του Μακρόν μπορεί να προχωρήσει. Όπως επεσήμανε η ιστορικός, Aline-Florence Manent, ο Ντε Γκωλ σχεδίασε την Πέμπτη Δημοκρατία έτσι ώστε να μην εξαρτάται από πολιτικά κόμματα, τα οποία θεωρούσε ως πηγές τροχοπέδης και αστάθειας. Ο ιδρυτής της σύγχρονης Γαλλίας «σχεδίασε την Πέμπτη Δημοκρατία ως ένα υβριδικό καθεστώς, συνδυάζοντας τα θεσμικά όργανα ενός κοινοβουλευτικού συστήματος με ένα ισχυρό προεδρικό αξίωμα, ώστε μια κρίση στο κομματικό σύστημα να μην προκαλέσει απαραιτήτως και μια κυβερνητική κρίση», σημειώνει η Manent.

Η προεδρία του Μακρόν θα είναι «μια πραγματική δοκιμασία της Πέμπτης Δημοκρατίας, όπως την οραματίστηκε ο Ντε Γκωλe», πρόσθεσε. «Μέχρι στιγμής, αυτό δεν έχει ποτέ δοκιμαστεί, γιατί το σύστημα εξελίχθηκε σε ένα de facto δικομματικό σύστημα». «Μπορεί να χρειάστηκε 60 χρόνια», γράφει η Manent, «αλλά το όραμα του Ντε Γκωλ για τη Πέμπτη Δημοκρατίας θα μπορούσε να φτάσει σε κρίσιμο σημείο».