Πυρετώδες φαίνεται πως ήταν το παρασκήνιο για την επίτευξη της συμφωνίας στο Eurogroup, με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να έχει επαφές με ευρωπαίους αξιωματούχους και την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ.

Ads

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Νέα Σελίδα», που επικαλείται ελληνικές και ευρωπαϊκές πηγές, ο Αλέξης Τσίπρας, και ενώ το Γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, διατηρούσε την ίδια εμμονική στάση στο ζήτημα του χρέους, έστειλε τη Δευτέρα ηλεκτρονικό μήνυμα στην καγκελάριο: «Άνγκελα για να υπάρξει συμφωνία πρέπει να αποδεχθείτε τον μηχανισμό για την αποπληρωμή του χρέους που προτείνει η Γαλλία. Πρέπει ακόμα να μην υπάρχει η αναφορά 0-15 έτη για την επιμήκυνση των δανείων, αλλά να αφαιρεθεί το μηδέν. Και το πρωτογενές πλεόνασμα πρέπει να κλειδώσει στο 2%. Αλλιώς δεν μπορούμε να έχουμε συμφωνία. Οι αγορές δεν είναι ανόητες. Θα καταλάβουν ότι δεν υπάρχει πραγματικά σοβαρή πρόταση για λύση σχετικά με το χρέος. Σε αντίθετη περίπτωση είμαι υποχρεωμένος να μεταφέρω το θέμα στη Σύνοδο Κορυφής».

Αυτό ήταν και το μήνυμα που άνοιξε, όπως γράφει η εφημερίδα, μια σειρά κρίσιμων επαφών μεταξύ του Μεγάρου Μαξίμου και της Γερμανικής καγκελαρίας, της Κομισιόν και της Ουάσινγκτον. Διαπραγματεύσεις που κράτησαν 72 ώρες και οδήγησαν στην τελική συμφωνία στο Eurogroup.

Το απόγευμα της Δευτέρας, μετά την αποστολή του μηνύματος στην Άνγκελα Μέρκελ, ο Αλέξης Τσίπρας επικοινώνησε και με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Ο πρωθυπουργός του διεμήνυσε πως δεν βλέπει να διαγράφονται πιθανότητες λύσης στο Eurogroup και ως εκ τούτου θα του στείλει επιστολή την Παρασκευή για να τεθεί το θέμα στη Σύνοδο Κορυφής της 22 Ιουνίου.

Ads

Υπό το φόβο μιας κλιμάκωσης της έντασης, άμεσα στις Βρυξέλλες υπήρξε κινητοποίηση, ενώ ήδη κυκλοφορούσαν πληροφορίες, στα ευρωπαϊκά πολιτικά γραφεία αλλά και τον Διεθνή Τύπο, πως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επιχειρούσε να δημιουργήσει συσχετισμούς υπέρ του, ώστε απλώς να επαναφέρει την απορριφθείσα από την ελληνική κυβέρνηση πρόταση της 22ας Μαΐου.

Το πρωί της Τρίτης ο Αλέξης Τσίπρας δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από την Άνγκελα Μέρκελ. Η καγκελάριος κατέστησε σαφές πως δεν επιθυμεί το θέμα να μετατεθεί στη Σύνοδο της Κορυφής, ωστόσο ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι με την αδιάλλακτη στάση του Σόιμπλε δεν πρόκειται να βρεθεί λύση. Η Μέρκελ επανέλαβε πως τα θέματα του Eurogroup είναι αρμοδιότητα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, ωστόσο ανέφερε πως «είμαι κάθε δύο ημέρες στο αυτί του», εννοώντας πως του ασκεί πίεση για λύση. «Εάν κάτι δεν πάει καλά θα ξαναμιλήσουμε», συμπλήρωσε.

Αυτή η συνομιλία μεταξύ Τσίπρα και Μέρκελ φαίνεται πως μεταφέρθηκε στον Σόιμπλε και για αυτό ο Γερμανός υπ. Οικονομικών προχώρησε την ίδια ημέρα σε δήλωση πλέκοντας το εγκώμιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου και πετώντας καρφιά για τον Αλέξη Τσίπρα, λέγοντας πως δεν εμπιστεύεται τον υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησής του και παίρνει τηλέφωνο στη Μέρκελ για να παραπονεθεί για τον ίδιο.

Η στάση του Σόιμπλε προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Μεγάρου Μαξίμου, που έσπευσε να διαρρεύσει πως «είμαστε μακριά από συμφωνία στο Eurogroup» και να δημοσιοποιήσει το σχέδιο των τριών βασικών προτάσεων για λύση, όπως αυτές περιγράφηκαν και στο μήνυμα του Αλέξη Τσίπρα στην Άνγκελα Μέρκελ. Παράλληλα ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τον Γάλλο υπ. Οικονομικών Μπρινό Λεμέρ, ώστε να υπάρξει συνεννόηση για την κατάθεση στο Eurogroup της γαλλικής πρότασης για τη ρήτρα ανάπτυξης. Ο Έλληνας υπ. Οικονομικών είχε τηλεφωνικές επικοινωνίες και με τον Πιερ Μοσκοβισί αλλά και με τον Κλάους Ρέγκλινγκ.

Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε ένα τελευταίο γύρο κρίσιμων επαφών. Μίλησε με την Άνγκελα Μέρκελ, τον Εμανουέλ Μακρόν, τον Πιερ Μοσκοβισί και τον Μάριο Ντράγκι. Με τον τελευταίο επικοινώνησε προκειμένου να εξασφαλισει πως μια θετική έκβαση στο Eurogroup θα οδηγούσε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έστω και σε δεύτερο χρόνο, μάλλον το φθινόπωρο.

Όμως σύμφωνα με την εφημερίδα «Νέα Σελίδα», τα πιο κρίσιμα τηλεφωνήματα ήταν δύο. Το πρώτο ήταν στον υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο οποίος ανέλαβε να παρέμβει προσωπικά στην Άνγκελα Μέρκελ ώστε να υπάρξει αναδίπλωση των γερμανικών θέσεων.

Το δεύτερο και καθοριστικότερο ήταν αυτό με την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ. Ο Αλέξης Τσίπρας ταξίδευε προς τη Θεσσαλονίκη για την τριμερή συνάντηση με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Κύπρου. Όμως η κακοκαιρία κατέστησε αδύνατη την προσγείωση στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης και έτσι το αεροπλάνο οδηγήθηκε στο Βόλο. Μόλις ο πρωθυπουργός βγήκε από τον πρωθυπουργικό αεροσκάφος διαπίστωσε πως είχε τρία μηνύματα από τον Κριστίν Λαγκάρντ η οποία του ζητούσε να επικοινωνήσει μαζί της. Η συνομιλία τους ήταν καταλυτική για τη συμφωνία.

Η επικεφαλής του Ταμείου τον ενημέρωσε και του υποσχέθηκε πως θα υποστηρίξει τελικά το ελληνικό αίτημα για πρωτογενές πλεόνασμα 2% μετά το 2023, ένα εξαιρετικά κρίσιμο σημείο για προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου σχετικά με την ανάπτυξη και το χρέος, αλλά και την πρόταση Μακρόν για τον μηχανισμό σύνδεσης της ανάπτυξης με το χρέος.

Μάλιστα η Κριστίν Λαγκάρντ είπε στον Αλέξη Τσίπρα πως «επιθυμεί να δουλέψει καλύτερα αυτόν τον μηχανισμό για να διασφαλίσουμε ότι θα έχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα». Επιπλέον δεσμεύτηκε ότι θα μιλήσει θετικά για την τροχιά βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, κάτι που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά και την απόφαση της ΕΚΤ για ένταξη της Ελλάδας στο QE.

Από την πλευρά του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε επικοινωνία με τον Πιερ Μοσκοβισί, με τον οποίο επεξεργάστηκαν το πακέτο ανάπτυξης που επιδίωκε η κυβέρνηση. Οι παρασκηνιακές επαφές είχαν ολοκληρωθεί και το σύνολο των εμπλεκομένων στο ελληνικό ζήτημα προσήλθε στο τραπέζι του Eurogroup για να καταλήξει στις λεπτομέρειες και να ανακοινώσει την τελική συμφωνία. Από την ελληνική κυβέρνηση θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική η τελευταία παράγραφος του ανακοινωθέντος, όπου διατυπώνεται για πρώτη φορά η δέσμευση των δανειστών να υποστηρίξουν την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές και την ολοκλήρωση του προγράμματος, και μάλιστα, όπως σημειώνουν, με τη δημιουργία ενός σημαντικού αποθέματος ρευστότητας ώστε να στηριχτεί η έξοδος στις αγορές.