Εφικτό, εκτιμά ότι είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης τις επόμενες εβδομάδες, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιος Κούλογλου, καθώς όπως τονίζει «η παράταση της εκκρεμότητας δε δυσκολεύει μόνον την Ελλάδα, αλλά όλη την ευρωζώνη».

Ads

Σε συνέντευξή του στο ρ/σ Στο Κόκκινο ο Στέλιος Κούλογλου, σημειώνει ότι ανεξάρτητα με το πως θα καταλήξει η αξιολόγηση, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχει μια καινούργια στρατηγική για τη λύση των πραγματικών καθημερινών προβλημάτων του κόσμου στην Ελλάδα, λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι το ζήτημα με τα μπλοκάκια κοστίζει περισσότερο από την αξιολόγηση. 

Η συνέντευξη: 

Οι Θεσμοί δεν έχουν καταλήξει σε μία θέση, ενώ παράλληλα η Κυβέρνηση δε φαίνεται διατεθειμένη να παραλάβει το λογαριασμό των διαφορών μεταξύ των Θεσμών. Κατά την άποψή σας, πόσο εφικτό είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης τις επόμενες εβδομάδες – αρχές Μαρτίου, όπως είναι ο στόχος που έχει τεθεί;

Ads

Νομίζω ότι είναι εφικτό το κλείσιμο διότι τουλάχιστον αυτοί που έχουν τα μυαλά μέσα στο κεφάλι τους κι όχι έξω απ’ αυτό, καταλαβαίνουν ότι η παράταση της εκκρεμότητας δε δυσκολεύει μόνον την Ελλάδα, αλλά δυσκολεύει όλη την ευρωζώνη. Όπως είδατε έχουμε παρεμβάσεις και από τον Γιούνκερ, ο οποίος είπε ότι η Ελλάδα έχει κάνει περισσότερα απ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα, ο Γκάμπριελ επίσης συνεχώς – και ο Σουλτς- τα βάζουνε με τον Σόιμπλε, που κρατάει αυτήν την αδιάλλακτη και υπονομευτική στάση. Άρα θεωρώ ότι περισσότερο, όλες αυτές οι δηλώσεις, απ’ όλες τις πλευρές, είναι κινήσεις τακτικής στη διαπραγμάτευση κι όχι κόκκινες γραμμές που καμία πλευρά δε μπορεί να ξεπεράσει. 

Οι ενστάσεις, επειδή αναφερθήκατε σ’ αυτές, που εγείρουν κορυφαία στελέχη του SPD για τις οικονομικές συνταγές του Σόιμπλε μπορούν να ανοίξουν μια νέα σελίδα για την ευρωπαϊκή πολιτική; Εσείς πείθεστε για την αξιοπιστία αυτών των διαφοροποιήσεων του SPD; 

Από τη μία πλευρά, ασφαλώς δεν είναι πολύ βέβαιοι γι’ αυτό που θέλουν να κάνουν, δηλαδή να κάνουν μια στροφή προς τ’ αριστερά, από την άλλη τη μεριά έχουνε καταλάβει ότι η συμμαχία με τη δεξιά, κυρίως πλήττει τους ίδιους, τους Σοδιαλδημοκράτες, σε όλη την Ευρώπη – όχι μόνο στη Γερμανία κι απ’ αυτή την άποψη, είναι λίγο -πολύ υποχρεωμένοι να το κάνουν. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπάρχει ακόμη πιο έντονη στροφή τους προς τα αριστερά, δεδομένου ότι και ο Πιτέλα, ο οποίος είναι ο επικεφαλής της ομάδας των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών, σπρώχνει προς αυτήν την κατεύθυνση – προέρχεται απ’ το νότο, είναι Ιταλός, έχει υιοθετήσει πολλές από τις ελληνικές θέσεις και πιέζει κι αυτός σ’ αυτήν την κατεύθυνση. Άρα, θεωρώ ότι δημιουργούνται αυτές οι προϋποθέσεις, βέβαια σ’ ένα αβέβαιο περιβάλλον, που δεν ξέρουμε ακόμα ακόμα τι θα γίνει με τον Τραμπ – κανείς δεν ξέρει – υπάρχει ο πόλεμος στη Συρία, το προσφυγικό, όλα αυτά τα θέματα που εκκρεμούν. Αλλά σ’ αυτό το πλαίσιο και χωρίς να περιμένουμε μεγάλες εκπλήξεις, θεωρώ ότι γίνονται αλλαγές προς τη σωστή κατεύθυνση. 

Αυτές τις αντιθέσεις στο γερμανικό πολιτικό σκηνικό πώς μπορεί να τις εκμεταλλευτεί ή να τις αξιοποιήσει η ελληνική πλευρά; Κατ’ αρχάς αύριο ο Κυριάκος Μητσοτάκης πηγαίνει στο Βερολίνο. 

Ο κ. Μητσοτάκης είναι ενδιαφέρον ότι από την προηγούμενη εβδομάδα έχει σταματήσει να μιλάει για εκλογές γιατί ξέρει ότι αν το πει στη Γερμανία θα τον αποδοκιμάσουν αμέσως και η Μέρκελ σίγουρα και πιθανότατα και ο Σόιμπλε – αν και ο τελευταίος έχει ένα σχέδιο να ρίξει τη συγκεκριμένη, τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Θεωρώ ότι ο κ. Μητσοτάκης τα κάνει όλα αυτά – η ιστορία με τις εκλογές είναι για να συσπειρώσει το κόμμα του, αλλά το αίτημα για εκλογές δεν μπορεί να σταθεί σοβαρά σε καμία διεθνή συζήτηση. Άρα – θα δούμε και τις δηλώσεις του αύριο – αλλά μπορώ να προβλέψω ότι ο κ. Μητσοτάκης, στις δηλώσεις του μετά, δε θα αναφέρει το θέμα των εκλογών. 

Κύριε Κούλογλου, το ΕΚ θα συζητήσει και θα ψηφίσει την ερχόμενη Τετάρτη την εμπορική συμφωνία μεταξύ ΕΕ – Καναδά, τη λεγόμενη CETA. Οι συσχετισμοί στο ΕΚ πώς διαμορφώνονται και αν οι μικρές χώρες, οι μικρές δυνάμεις, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, έχουν περιθώρια ελιγμών σε περίπτωση που διαφωνούν…

Κοιτάξτε, εμείς, ως ευρωομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, θα ψηφίσουμε κατά της συμφωνίας, αλλά καταλαβαίνω πολύ καλά ότι η ελληνική κυβέρνηση δε μπορούσε να υιοθετήσει παρόμοια στάση. Διότι πρέπει να πάρει υπ’ όψιν της το συσχετισμό των δυνάμεων, ο οποίο είναι αρνητικός – δε μπορούμε να ξαναπαίξουμε δηλαδή μόνοι – εμείς, η Ελλάδα – το χωριό του Αστερίξ που αντιστέκεται απέναντι σε όλους τους άλλους, δεδομένου ότι οι υπόλοιπες 26 χώρες, 27 και με τη Βρετανία αν θέλετε,  είναι υπέρ της συμφωνίας, υπάρχουν τρομερά οικονομικά συμφέροντα που πιέζουν προς την υιοθέτησή της και άρα εμείς δε θα μπορούσαμε να κάναμε τίποτα μόνοι. Όχι μόνο δε θα άλλαζε η απόφαση, αλλά επιπλέον θα βρισκόμαστε πάλι στο στόχαστρο και θα το χρησιμοποιούσαν για να μας απομονώσουν. Επομένως, είναι διαφορετική – και δικαιολογημένα νομίζω – η θέση κόμματος -κυβέρνησης. 

Κοιτάξτε να δείτε, εμείς στην ευρωβουλή κάνουμε μια προσπάθεια και δίνουμε μια σημαντική μάχη για να αναδείξουμε τα ελληνικά συμφέροντα και την πολιτική της κυβέρνησης. Θα πρέπει να βοηθηθούμε κι από την ελληνική πλευρά για να γίνει κάτι τέτοιο. Εννοώ δηλαδή ότι ανεξάρτητα από το πώς θα καταλήξει αυτή η αξιολόγηση και η διαπραγμάτευση – πιστεύω ότι τελικώς θα καταλήξει – θα πρέπει να έχουμε μετά μια καινούργια στρατηγική και να καταπιαστούμε με τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου εδώ στην Ελλάδα. Θεωρώ δηλαδή ότι μεγαλύτερη ζημιά έχει κάνει, π.χ., το θέμα με τα μπλοκάκια απ’ ότι θα έκανε μια ενδεχόμενη υποχώρηση στη λήψη μέτρων για μετά το 2018 – 19. Έχει κάνει μεγαλύτερη πολιτική ζημιά στην κυβέρνηση και στο ΣΥΡΙΖΑ διότι είναι ένα ζήτημα καθημερινό κι επιπλέον διότι θα μπορούσε να έχει ήδη προβλεφθεί – ότι θα υπάρξει αυτή η αναταραχή και θα έπρεπε να είχανε αποφασιστεί όλα πολύ πριν την έναρξη της καινούργιας χρονιάς. Αυτό πρέπει ν’ αλλάξουμε: την καθημερινότητα των ανθρώπων. Πρέπει να υπάρξει μια διακυβέρνηση στιβαρή, με στόχο και χωρίς προχειρότητες.