Τις μυστικές συμφωνίες του Λουξεμβούργου με μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, μέσω των οποίων οι εταιρείες εξασφαλίζουν μειώσεις στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, διατηρώντας παράλληλα μικρή παρουσία στο στη χώρα, φέρνει στο φως της δημοσιότητας έρευνα της Διεθνούς Σύμπραξης Δημοσιογράφων (ICIJ). Με την υπόθεση συνδέεται και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος ήταν ηγέτης του Λουξεμβούργου όταν σχεδιάστηκαν πολλές από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για φοροαπαλλαγές. Σημειώνεται πως στη σχετική λίστα εμφανίζονται και εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.  

Ads

Πάνω από 340 επιχειρήσεις, μεταξύ αυτών κολοσσοί η Pepsi, η ΙΚΕΑ, η FedEx, AIG, Coach, Deutsche Bank, η Abbott Laboratiories, η Amazon, η Blackstone, η HJ Heinz, η JP Morgan Chase, η Burberry, η Procter & Gamble, Carlyle Group και η Abu Dhabi Investment Authority, βρίσκονται στη σχετική λίστα των μυστικών συμφωνιών, όπως προκύπτει από την έρευνα της Διεθνούς Σύμπραξης Δημοσιογράφων*, στην οποία συμμετείχε από την Ελλάδα η εφημερίδα «Τα Νέα». Οι εν λόγω συμφωνίες συνάφθηκαν την περίοδο 2002-2010.

Όπως ανέφερε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, σε ερώτησή του προς την ευρωπαϊκή επιτροπή στη λίστα υπάρχουν και εννιά εταιρείες ελληνικών συμφερόντων όπως «η EFG Group, που κατέχει την τράπεζα Eurobank, η Weather Investments, που κατέχει την τηλεπικοινωνιακή εταιρεία Wind και η Coca-Cola 3Ε». Σε πρώτη φάση οι εταιρείες που αναφέρονται στη λίστα και δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα είναι η Badcock & Brown, EFG Group, Macquarie Group, Olayan Investments Company Establishment, η Weather Investments και η Coca-Cola 3Ε ενώ το επόμενο διάστημα αναμένεται η δημοσίευση και των υπόλοιπων εταιρειών. Σημειώνεται πως το σύνολο των αποτελεσμάτων της έρευνας για τις πάνω από 340  εταιρείες δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί και τις προσεχείς ημέρες θα υπάρξουν νέα δημοσιεύματα, αλλά και τηλεοπτικές εκπομπές.

Μυστικές συμφωνίες και κέρδη δισεκατομμυρίων

Ads

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», όπως προκύπτει από την έρευνα των 28.000 απόρρητων εγγράφων που εξασφάλισε η Διεθνής Σύμπραξη και πραγματοποίησαν πάνω από 80 δημοσιογράφοι από 26 χώρες, οι εταιρείες εμφανίζονται να έχουν διοχετεύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ μέσα από το Λουξεμβούργο εξοικονομώντας πολλά δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους, τους οποίους θα πλήρωναν αν δεν μετακινούσαν τα κερδοφόρα κεφάλαιά τους από τις χώρες στις οποίες εδρεύουν ή δραστηριοποιούνται και έχουν υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές.

Σε ορισμένες περιπτώσεις οι εταιρείες απολαμβάνουν φορολόγηση κάτω από το 1% επί των κερδών που μεταφέρουν στο Λουξεμβούργο. Σημειώνεται πως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Λουξεμβούργο εδώ και αρκετό καιρό βρίσκονται σε αντιπαράθεση για την απροθυμία του τελευταίου να κοινοποιήσει πληροφορίες σχετικά με φορολογικές αποφάσεις του στην ΕΕ, η οποία διερευνά κατά πόσον οι συμφωνίες της χώρας με την Amazon και τη Fiat παραβιάζουν το ευρωπαϊκό δίκαιο. Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του Βήματος, το Λουξεμβούργο παρείχε κάποιες πληροφορίες στην ΕΕ αλλά αρνήθηκε, σύμφωνα με ευρωπαίους αξιωματούχους, να κοινοποιήσει ένα μεγάλο μέρος των εγγράφων που σχετίζονται με τις φορολογικές αποφάσεις.

Ο ρόλος της Price Waterhouse Cooper

Τις διαπραγματεύσεις για τις συμφωνίες έκανε η Price Waterhouse Cooper, μια από τις μεγαλύτερες λογιστικές εταιρείες παγκοσμίως, η οποία φέρεται να επινόησε φορολογικά τεχνάσματα με στόχο τη μετακίνηση των κερδών από ένα τμήμα της εταιρείας σε ένα άλλο ώστε να μειωθεί ή και να εξαλειφθεί το φορολογητέο ποσό. Αυτό γινόταν μέσω εταιρικών δομών στο Λουξεμβούργο, το οποίο ο Stephen E. Shay, καθηγητής Διεθνούς Φορολογίας στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ και πρώην στέλεχος επί φορολογικών θεμάτων του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, το χαρακτήρισε ως «μαγική νεραϊδοχώρα» για την φορολόγηση των εταιρειών.

Σημειώνεται πως οι εν λόγω συμφωνίες εμφανίζονται ως νόμιμες στο Λουξεμβούργο, ωστόσο, σύμφωνα με το Βήμα, μπορεί να είναι ευάλωτες σε νομικές προσφυγές έξω από τη χώρα αν οι φορολογικοί υπάλληλοι άλλων κρατών θεωρήσουν ότι πρόκειται για καταχρηστικές ρυθμίσεις. Από την πλευρά της η Price Waterhouse Cooper υποστήριξε πως η έρευνα βασίζεται σε «ξεπερασμένες» και «κλεμμένες» πληροφορίες, «των οποίων η κλοπή εξετάζεται από τις αρμόδιες Αρχές». Επιπλέον πρόσθεσε ότι οι φορολογικές συμβουλές και η βοήθειά της «δόθηκαν σύμφωνα με τους ισχύοντες τοπικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορολογικούς νόμους και συμφωνίες, και διέπονται από τον Παγκόσμιο Κώδικα Δεοντολογίας της PwC».

Η ερώτηση του Δημήτρη Παπαδημούλη στην Κομισιόν

Η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) αποκάλυψε ότι περίπου 343 πολυεθνικές εταιρείες συστηματικά φοροδιέφευγαν, εκμεταλλευόμενες το χαλαρό φορολογικό καθεστώς του Λουξεμβούργου.

Μεταξύ των πολυεθνικών εταιρειών που αναφέρονται στην εν λόγω έρευνα της ICIJ βρίσκονται και 9 εταιρείες ελληνικών συμφερόντων, όπως η EFG Group, που κατέχει την τράπεζα Eurobank, η Weather Investments, που κατέχει την τηλεπικοινωνιακή εταιρεία Wind, η Coca-Cola 3Ε κ.α.

Με δεδομένο ότι οι συγκεκριμένες πρακτικές των πολυεθνικών εταιρειών και των φορολογικών αρχών κρατών, όπως το Λουξεμβούργο, στερεί δεκάδες δισεκατομμύρια φορολογικών εσόδων από χώρες που πλήττονται από την οικονομική κρίση και τις πολιτικές λιτότητας, ερωτάται η Επιτροπή:

  • Σε ποιο σημείο βρίσκονται οι έρευνες, που έχει ήδη ξεκινήσει η Κομισιόν για το φορολογικό καθεστώς του Λουξεμβούργου; Θα ξεκινήσει νέες έρευνες για ενδεχόμενες παράνομες κρατικές ενισχύσεις μετά τις προαναφερθείσες αποκαλύψεις;
  • Με δεδομένο ότι οι περισσότερες φορολογικές συμφωνίες μεταξύ πολυεθνικών και Λουξεμβούργου υπογράφηκαν επί Πρωθυπουργίας Γιούνκερ, θεωρεί η Κομισιόν ότι προκύπτει θέμα ‘σύγκρουσης συμφερόντων’ για τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ;
  • Μπορεί να εκτιμήσει το ύψος της φοροαποφυγής των ελληνικών εταιρειών που έχουν συνάψει φορολογικές συμφωνίες με το Λουξεμβούργο και συγκεκριμένα για την EFG Group, θυγατρική της οποίας είναι η συστημική τράπεζα Eurobank που έχει ανακεφαλαιοποιηθεί με δεκάδες δισεκατομμύρια;

* Στην παγκόσμια έρευνα που διήρκεσε έξι μήνες έλαβαν μέρος οι εφημερίδες «The Guardian» στη Βρετανία, «Süddeutsche Zeitung» στη Γερμανία, «Le Monde» στη Γαλλία, «Politiken» στη Δανία, «Folha de Sao Paulo» στη Βραζιλία, «Asahi Shimbun» στην Ιαπωνία, οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί CBC στον Καναδά και NDR στη Γερμανία και πολλοί ακόμα ειδησεογραφικοί οργανισμοί. Συνολικά συμμετείχαν 80 δημοσιογράφοι από 26 χώρες.