Mε το πρώτο πολιτικό σήμα της κυβέρνησης Τραμπ να δείχνει παραμονή του ΔΝΤ στην Ελλάδα αλλά με άδηλες ακόμη τις προθέσεις Σόιμπλε ανοίγει ο κύκλος της τελικής διαπραγμάτευσης για το χρέος – μιας διαπραγμάτευσης, που κορυφώνεται αυτό το Σαββατοκύριακο στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον.

Ads

Η συμφωνία – ή η «μη συμφωνία» – θα κριθεί για μια ακόμη φορά από τη στάση του Βερολίνου, το οποίο μέχρι στιγμής σιωπά στο επίμονο και επαναλαμβανόμενο αίτημα του Ταμείου για αναδιάρθρωση του χρέους.
Ενδεικτικό του σκληρού πόκερ που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι το μήνυμα που έστειλε χθες το βράδυ, μέσω μιας ακόμη διαρροής στο Βloomberg, γερμανός αξιωματούχος δηλώνοντας ότι η διάσωση της Ελλάδας δεν πρόκειται να συμπεριληφθεί στην ατζέντας της εαρινής συνόδου του Ταμείου.

Το εν λόγω γερμανικό μήνυμα ήρθε λίγες ώρες μετά τις νέες δηλώσεις Λαγκάρντ περί της αναγκαιότητας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους – μια αναγκαιότητας, που το Ταμείο θέτει ως αδιαπραγμάτευτο προαπαιτούμενο για να ικανοποιήσει το αίτημα Σόιμπλε και να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα.

Στην ίδια γραμμή είχε κινηθεί και ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μορίς Ομπσφελντ δηλώνοντας ότι «η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι, σε κάποιο βαθμό, απαραίτητη», ενώ το πλέον σημαντικό πολιτικό σήμα δόθηκε από τον υπουργό Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Στίβεν Μνιούτσιν.

Ads

Ο Στίβεν Μνιούτσιν, με συνέντευξή του στους Financial Times, διαμήνυσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζει να ενθαρρύνει το ΔΝΤ να συζητήσει τη συμμετοχή στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα, δείχνοντας ουσιαστικά, και δη για πρώτη φορά, ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν προτίθεται να αποσύρει – σ’ αυτή τη φάση τουλάχιστον – το Ταμείο από την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Συγκεκριμένα, ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών, αναφερόμενος στο ελληνικό ζήτημα, επεσήμανε ότι πρόκειται για «πρωτίστως ευρωπαϊκό θέμα», ωστόσο έσπευσε να προσθέσει ότι οι ΗΠΑ το παρακολουθούν «καθώς, είναι σημαντικό για την παγκόσμια οικονομία και τις διεθνείς αγορές». «Ελπίζουμε ότι μια λύση για το ελληνικό θέμα θα έρθει στο άμεσο μέλλον», πρόσθεσε.

Ερμηνεύοντας το πολιτικό στίγμα αυτού του μηνύματος οι Financial Times επισημαίνουν πως παρ΄ότι ο αμερικανικός υπουργός Οικονομικών τονίζει ότι ο βασικός ρόλος του ΔΝΤ δεν είναι να δανείζει πλούσιες χώρες, οι δηλώσεις του δεν δείχνουν ότι προτίθεται να θέσει εμπόδια σε ενδεχόμενη συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα.

Με αυτά τα δεδομένα, και με το ΔΝΤ να έχει δείξει καθαρά τα χαρτιά και τις απαιτήσεις του, οι εξελίξεις στην Ουάσιγκτον είναι σαφές ότι θα καθοριστούν από τις πολιτικές προθέσεις της Γερμανίας – ήτοι, από τις υπαναχωρήσεις που προτίθεται να κάνει η Ανγκελα Μέρκελ σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και τους στόχους για τα πλεονάσματα μετά το 2018.

Από πλευράς ΔΝΤ έχει ήδη καταστεί σαφές ότι η διατήρηση πλεονασμάτων 3,5% για πενταετές διάστημα – όπως φέρεται να επιμένει η Γερμανία – είναι μη ρεαλιστικός στόχος, ενώ απολύτως ενδεικτική των εκτιμήσεών του είναι και η χθεσινή έκθεσή του με τις προβλέψεις για την ελληνική οικονομία.

Η προς τα κάτω αναθεώρηση της πρόβλεψης για την ανάπτυξη το 2017 – στο 2,2% από 2,8% – και, κυρίως, η εκτίμηση για ρυθμό ανάπτυξης μόλις 1% το 2022 επιβεβαιώνει ότι το Ταμείο θεωρεί υφεσιακή την πολιτική των τεράστιων πλεονασμάτων και προϊδεάζει για μπρα ντε φερ Λαγκάρντ – Σόιμπλε στην Ουάσιγκτον.

Σ’ αυτό το μπρα ντε φερ η Αθήνα δεν έχει κεντρικό ρόλο, καθώς έχει ήδη συμφωνήσει στο τίμημα που αναλογεί στην ελληνική πλευρά για την επίτευξη της συμφωνίας – ήτοι στη λήψη μέτρων 3,6 δις μετά το 2019. Κυβερνητικές πηγές, ωστόσο, φροντίζουν να υπενθυμίζουν σταθερά και με νόημα ότι «τίποτα δεν κλείνει εάν δεν κλείσουν όλα» και ότι «τα μέτρα δεν θα εφαρμοστούν εάν δεν υπάρξει συμφωνία και για το χρέος»…