Σε λίγες ώρες οι Ευρωπαίοι καλούνται να εκλέξουν το νέο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η ακροδεξιά περιμένει να αποτελέσουν ένα δημοψήφισμα υπέρ των εθνικιστικών θέσεων και κατά της μετανάστευσης, ενώ οι προοδευτικοί φιλοευρωπαίοι βλέπουν ένα δημοψήφισμα για την ίδια την επιβίωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν πως σε αυτές τις κάλπες παίζεται το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης.

Ads

Δεν μπορεί να παραγνωρίσει κανείς άλλωστε ότι οι ευρωπαϊκές εντάσεις και συγκρούσεις αυξάνονται. Το Brexit έχει οδηγήσει σε περιδίνηση ολόκληρο το πολιτικό σύστημα στη Βρετανία, οι Βρυξέλλες και η Γερμανία κινούνται χωρίς κατεύθυνση, και οι εθνικιστικές δυνάμεις ενισχύονται, στοχεύοντας επί της ουσίας στη διάλυση της ΕΕ. Ο λόγος για τον οποίο έφτασε η ΕΕ σε αυτό το σημείο βρίσκεται στην απάντηση του ερωτήματος: Τι είναι τελικά σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση; Την απάντηση έδωσε εύστοχα ο Wolfgang Streeck διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικών Μελετών Max Planck, σε άρθρο του στη Le Monde: Πρόκειται για μια «νεοφιλελεύθερη αυτοκρατορία όπου ηγεμονεύει η Γερμανία».

Αυτό κατέστη εξάλλου σαφές στη μέχρι τώρα πορεία της ΕΕ, η οποία επικαθορίστηκε τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία από την σκληρή πολιτική γραμμή της Γερμανίας, γνωστή ως το «δόγμα Σόιμπλε». Στην ίδια γραμμή κινείται και ο υποψήφιος της ευρωπαϊκής Δεξιάς (ΕΛΚ) για την προεδρία της Κομισιόν, Μάνφρεντ Βέμπερ. Είναι και ο λόγος που οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ανησυχούν και αντιδρούν στην εκλογή του στην προεδρία, καθώς αυτή θα εμβάθυνε το αδιέξοδο. 

Το αδιέξοδο της «γερμανικής, νεοφιλελεύθερης ΕΕ»

Ads

Όπως επισημαίνει ο Streeck, στη γερμανική-ευρωπαϊκή περίπτωση για τη νομιμοποίηση της νεοφιλελεύθερης αυτοκρατορίας χρησιμοποιήθηκαν οι εθνικές ηγεσίες, ώστε «να επιβάλλουν μια ενιαία κοινωνική τάξη στα κράτη μέλη, η οποία είναι ή μοιάζει με την κοινωνική τάξη του κέντρου της αυτοκρατορίας […] Τα μη ηγεμονικά κράτη πρέπει να κυβερνώνται από ελίτ που θεωρούν το κέντρο με τις δομές και τις αξίες του ως πρότυπο για τη δική τους χώρα ή πρέπει να είναι διατεθειμένοι να οργανώσουν την εσωτερική κοινωνική, πολιτική και οικονομική τους τάξη ώστε να είναι συμβατές με τα συμφέροντα του κέντρου».

Οι σκληροί οικονομικοί κανόνες και το νεοφιλελεύθερο σχέδιο που επιβλήθηκε σε όλες τις χώρες με άρμα το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα ήταν και αυτό που οδήγησε την ΕΕ σε μια πρωτοφανή κρίση κοινωνική, οικονομική και πολιτική. Είναι αυτή ακριβώς η πολιτική που θεωρείται κρίσιμο να αλλάξει εκ βάθρων τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να μη φτάσει η ΕΕ στο επόμενο τέλμα της ακόμη και στην οριστική διάλυσή της. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί επισημαίνουν αυτές τις ευρωεκλογές ως τις πλέον σημαντικές στην ιστορία της.

Η σύγκρουση μεταξύ δημοκρατίας κι εθνικισμού

Τα ενεργά μέτωπα για την Ενωμένη Ευρώπη παραμένουν πολλά και φλέγοντα. Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, που συμβολίζει το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ο χαρακτηρισμός εκείνων των γεγονότων ως «Τέλους της Ιστορίας», όπως έκανε ο Φράνσις Φουκουγιάμα, παρέβλεψε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτών των αλλαγών, όπως υπογραμμίζει ο Aντρέα Μαμόουν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, ιστορικός στο Royal Holloway του University of London και συγγραφέας του βιβλίου «Υπερεθνικός νεοφασισμός στη Γαλλία και την Ιταλία». Ο εθνικισμός επέστρεψε με τη μορφή του αντιφιλελευθερισμού σε χώρες όπως η Ουγγαρία και με τη μορφή του Δεξιού σωβινισμού σε πολιτικά πιο ανεπτυγμένες χώρες όπως η Βρετανία, επισημαίνει.

Τη δεκαετία του ’90, το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών δυνάμεων υιοθέτησε νεοφιλελεύθερες ιδέες. Η στροφή προς τα Δεξιά είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή απώλεια της εργασιακής ασφάλειας και του κοινωνικόυ κράτους που έπαιζε κεντρικό ρόλο στη σχέση μεταξύ των πολιτών και των χωρών τους. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες είναι τώρα κατακερματισμένες οξύνοντας τις αντιφάσεις της παγκοσμιοποίησης και του εξευρωπαϊσμού. 

Η άνοδος της ακροδεξιάς στις ευρωπαϊκές χώρες δεν προέκυψε «εν μία νυκτί» και παρότι το κυρίαρχο αφήγημα τη συνδέει με τη μεταναστευτική κρίση, σε καμία περίπτωση δεν είναι ανεξάρτητη από την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολουθήθηκε επί μακρόν από την ηγεσία της ΕΕ. Σήμερα δεν είναι λίγα τα ζητήματα όπου η ατζέντα της Ακροδεξιάς κυριάρχησε σε μεγάλο βαθμό και υιοθετήθηκε από μέρος της Δεξιάς. Μια νέα τάση που εμφανίζεται είναι ο νεοφιλοφασισμός, ένας συνδυασμός – ένα πάντρεμα – ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού. Τα ακροδεξιά κόμματα επιχειρούν πλέον να συγκροτήσουν μια διεθνική αντιευρωπαϊκή συμμαχία. Οι εκτιμήσεις είναι πως θα ενισχυθούν σημαντικά στις ευρωεκλογές και σε πρώτη φάση επιχειρούν να δημιουργήσουν πολιτικά δίκτυα που θα επηρεάσουν το επόμενο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Απώτερος στόχος είναι η διάλυση της Ένωσης και με μία έννοια, δεν πρόκειται για το τέλος της ιστορίας αλλά για την επιστροφή της.

Φαίνεται όμως πως ορισμένοι εξακολουθούν να μην έχουν πάρει τα διδάγματα ή ενδεχομένως να μην ενοχλούνται – ακόμη και να εξυπηρετούνται – από την κατάσταση. Είναι ενδεικτικό πως όταν στην πρόταση να θεσπίσουν όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη – μέλη κατώτατο μισθό που θα ισοδυναμεί με το 60% του μέσου μισθού, προκειμένου να μειωθεί και το αυξανόμενο εισοδηματικό χάσμα της Ένωσης, ο Βαυαρός Μάνφρεντ Βέμπερ, υποψήφιος του ΕΛΚ για την προεδρία της Κομισιόν τον οποίο στηρίζει με θέρμη η ΝΔ, δήλωσε κάθετα αντίθετος σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Όπως υποστήριξε κάτι τέτοιο θα αποδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα. Πρόκειται ακριβώς για τις ίδιες λογικές που οδήγησαν την ΕΕ σε φάση αποσύνθεσης. Η απάντηση που αναζητείται μέσα απο τις ευρωεκλογές είναι η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού προοδευτικού μετώπου που θα αναλάβει την ηγεσία της Ευρώπης απέναντι στην ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό του ΕΛΚ.