Η Ισλανδία γνωρίζει μια μεγάλη έκρηξη του τουρισμού. Στη χώρα των μόλις 330.000 κατοίκων το 2008 έφτασαν 440.000 τουρίστες. Και οι αριθμοί άρχισαν να ανεβαίνουν ραγδαία από το 2011. Το 2015 1,3 εκατομμύρια τουρίστες επισκέφτηκαν τη χώρα και το 2016 έφτασαν τα 1,8 εκατομμύρια! 

Ads

Πώς έγινε αυτό; Η Ισλανδία βίωσε την πιο απότομη κατάρρευση από όλες τις οικονομίες του ΟΟΣΑ το 2008 – 2009. Κατάφερε να ανακτήσει το προ της κρίσης επίπεδο του μέσου εισοδήματος της χώρας το 2014. Το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε πολύ γρήγορα έως το 2016 και πλέον οι προβλέψεις δείχνουν ετήσια αύξηση περίπου 5% μεταξύ του 2017 και του 2019. Είναι μια από τις ταχύτερες τάσεις μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. 

Σύμφωνα με τα όσα γράφουν στην Le Monde Diplomatique, η Σίλα Σίγκουργκειρντότιρ και ο Ρόμπερτ Γουέιντ, καθηγητές Πολιτικής Οικονομίας στο London School of Economics, οι μισθοί προ φόρων αυξήθηκαν σχεδόν 10% ετησίως το 2015 και το 2016. Τα συναλλαγματικά αποθέματα είναι επαρκή. Ο πληθωρισμός είναι χαμηλός, λιγότερο από 2% το 2016 και το χρέος των νοικοκυριών ως προς το εισόδημά τους είναι χαμηλό. Το κράτος ξεπληρώνει γρήγορα το δημόσιο χρέος του. Αυτή τη στιγμή είναι στο 50% του ΑΕΠ. 

Οι τράπεζες πέρασαν τα stress tests, με ασυνήθιστα χαμηλά ποσοστά μόχλευσης, χαμηλούς δείκτες δανεισμού προς αξία, ισχυρή ρευστότητα – κυρίως σε ξένο νόμισμα – και υψηλά ποσοστά κεφαλαίου (κοντά στο 30%). Ένα νέο οικονομικό κραχ είναι απίθανο. 

Ads

Ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα; Λαμβάνοντας υπόψη το τι συμβαίνει στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, οι πολιτικοί ηγέτες μάλλον θα ήθελαν να έχουν τα προβλήματα της Ισλανδίας. Όμως ακόμη κι αυτά τα λίγα προβλήματα θα μπορούσαν να αποδειχτούν άσχημα για τον πληθυσμό της χώρας. Πώς;

Η τουριστική ανάπτυξη έχει δημιουργήσει σφιχτές συνθήκες τόσο στην αγορά εργασίας, όσο και σε αυτή των ακινήτων αλλά και ραγδαία αύξηση στις τιμές των κατοικιών μέσα και γύρω από την πρωτεύουσα τη χώρας. Έχει επίσης οδηγήσει την εκτίμηση της κορώνας στο 15% έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ και στο 19% έναντι του ευρώ το 2016. Για πρώτη φορά το 10% της εργατικής δύναμης είναι αλλοδαποί, γεννημένοι στο εξωτερικό. Πολλοί έρχονται από τη νότια και την ανατολική Ευρώπη και λαμβάνουν χαμηλούς μισθούς για πολλές ώρες εργασίας στα τουριστικά επαγγέλματα, ωστόσο, τα χρήματα είναι καλά όταν η ανατιμημένη κορώνα μετατρέπεται στο εθνικό τους νόμισμα. 

Η συντηρητική κυβέρνηση της Ισλανδίας έχει υιοθετήσει μια πολιτική ελεύθερης αγοράς προς τον κλάδο και χρησιμοποιεί δημόσιους πόρους για να διαφημίσει τη χώρα ως τουριστικό προορισμό. Στηρίζεται στην καθοδήγηση της κορώνας από τον τουρισμό για την επιβράδυνση της αύξησης των τουριστών, ώστε να καταστήσει την Ισλανδία έναν πιο ακριβό προορισμό. Είναι η χρήση του δόγματος «αφήστε την αγορά να δουλέψει». 

Την ίδια στιγμή, η Κεντρική Τράπεζα της Ισλανδίας, γνωρίζοντας το κόστος της συνεχούς ανατίμησης της κορώνας για την οικονομία της χώρας, αγοράζει ξένο συνάλλαγμα με τεράστιο κόστος για να επιβραδύνει την άνοδό της. 

Αντιμέτωπη με μια κατάσταση στον τουρισμό αντίστοιχη της Ολλανδίας, η κυβέρνηση αντιστάθηκε στις φωνές που ζητούσαν την επιβολή φόρων στους τουρίστες – είτε φόρους στις αφίξεις, είτε υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ στα ξενοδοχεία και τις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων. Στο μεταξύ, κάθε φορά που τα μέτρα αυτά τίθενται προς συζήτηση, οι επενδυτές της τουριστικής βιομηχανίας αντιτίθενται λέγοντας ότι κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε τις επενδύσεις τους. 

Η κυβέρνηση, δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση των δημοσίων δαπανών, απέτυχε να επενδύσει σε υποδομές απαραίτητες για τον αειφόρο τουρισμό. Οι δημόσιες τουαλέτες σε δημοφιλείς προορισμούς είναι λίγες και απομακρυσμένες, η αστυνόμευση και οι υπηρεσίες διάσωσης και φύλαξης των πάρκων που απαιτούνται για την ασφάλεια των τουριστών είναι υποστελεχομένες. Η ανεπάρκεια στις δημόσιες επενδύσεις του αειφόρου τουρισμού είναι επιζήμια καθώς η κυβέρνηση αναμένει 3 εκατομμύρια τουρίστες το χρόνο από το 2019. 

Στο μεταξύ, η ανατιμημένη κορώνα πιέζει τις εξαγωγές. Η μεταποίηση αλιευτικών προϊόντων που προορίζονται για εξαγωγή προς το Ηνωμένο Βασίλειο – αποτελεί τη βασική βιομηχανία της Ισλανδίας – είναι πλέον ζημιογόνα ενώ η κορώνα ανεβαίνει και η στερλίνα πέφτει. Την ίδια στιγμή, πολλοί Ισλανδοί με υψηλή ειδίκευση στην τεχνολογία των πληροφοριών, τη μηχανική και την φαρμακευτική φεύγουν. Η Ισλανδία θα μπορούσε να καταλήξει μια οικονομία που θα ειδικεύεται στο ευμετάβλητο εμπόρευμα του τουρισμού. 

Οι αντίπαλοι της πολιτικής της ελεύθερης αγοράς που επιβάλει η κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι η Ισλανδία θα πρέπει να ακολουθήσει το μοντέλο της Νορβηγίας για τα πετρέλαιά της: Τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου που θα χρηματοδοτείται από φόρο που θα επιβάλλεται στην άφιξη των τουριστών, θα επενδύεται σε περιουσιακά στοιχεία του εξωτερικού και το επιτόκιο θα χρησιμοποιείται για τη βελτίωση των τουριστικών υποδομών και των υπηρεσιών υγεία. 

Αν’ αυτού, για να διευκολύνουν την τουριστική πίεση προς το σύστημα υγείας της Ισλανδίας, οι υποστηρικτές της ιδιωτικοποίησης των δομών υγείας βλέπουν την ευκαιρία για την κατασκευή ενός νοσοκομείου που θα εξυπηρετεί τους ξένους και θα χρηματοδοτείται από τους ίδιους μέσω μιας ασφάλειας υγείας που «δεν θα έχει κόστος για την Ισλανδία». Παράλληλα αγνοούν την φυγή γιατρών, νοσηλευτών και επενδυτικών κεφαλαίων από το ήδη συμπιεσμένο εθνικό σύστημα υγείας της χώρας. 

Το ερώτημα είναι αν ο τουριστικός τομέας θα φτάσει ένα σημείο καμπής και θα μετατραπεί από «το μέρος που πρέπει να πάτε», στο «μέρος που είναι πολύ ακριβό και δύσκολο να πάτε». Αυτό μπορεί να συμβεί αν η κορώνα υπερτιμάται, η τιμή του πετρελαίου αυξάνεται και οι μεγάλες ουρές αποθαρρύνουν τους τουρίστες. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει καμία ρύθμιση για τον αριθμό των τουριστών σε συγκεκριμένα μέρη. 

Επί του παρόντος 25 αεροπορικές εταιρείες πετούν προς την Ισλανδία – το 2005 αυτές ήταν πέντε – αλλά θα μπορούσαν εύκολα να ρυθμίσουν την κυκλοφορία τους διαφορετικά επιλέγοντας φθηνότερους τουριστικούς προορισμούς. Κι ενώ η επιβράδυνση του αριθμού των τουριστών είναι ιδιαίτερα επιθυμητή στην Ισλανδία, η ξαφνική πτώση τους δεν είναι.