Ο Πέδρο Νούνο Σάντος έχει σίγουρα χιούμορ. Ο Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης επί Κοινοβουλευτικών Ζητημάτων, μόλις 40 ετών, έχει τοποθετήσει σε εμφανές σημείο του γραφείου του μια γελοιογραφία του σκιτσογράφου Ελντέρ Ολιβέιρα, δημοσιευμένη στο πορτογαλικό περιοδικό «Expresso» (κεντρική φωτογραφία).

Ads

Στο τιμόνι ενός αλλόκοτου τρικύκλου με εξάτμιση που καπνίζει, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα κοιτάζει μπροστά, με τα λευκά μαλλιά του να κυματίζουν και με περιπαικτικό χαμόγελο στα σαρκώδη χείλη του. Με το ένα χέρι στον ώμο του πρωθυπουργού και το άλλο τεντωμένο προς τα εμπρός, ο Γερόνιμο ντε Σόουζα, γενικός γραμματέας του πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCP), του δείχνει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει. Δίπλα τους, στο φτερό του οχήματος, η επικεφαλής του Αριστερού Μπλοκ Καταρίνα Μαρτίνς, με ένα λαδικό στο χέρι, ρίχνει λάδι στην αλυσίδα του κινητήρα. Και ορίστε η σύνοψη του κοινοβουλευτικού συνασπισμού που βρίσκεται στο πηδάλιο της χώρας από τον Νοέμβριο του 2015.

Μια συμμαχία που ο Βάσκο Πουλίδο Βαλέντε, πρώην βουλευτής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD, δεξιό), χαρακτήρισε «geringonça», μια έννοια που θα μεταφράζαμε ως «μαραφέτι», «επινόημα». Ο περιφρονητικός αυτός όρος όντως περιγράφει την έκπληξη που προκλήθηκε στη Λισαβόνα από τις συμφωνίες που ενώνουν από τον Οκτώβριο του 2015 το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους Πράσινους και το Αριστερό Μπλοκ, σε έναν συνασπισμό που συχνά συγκρίθηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα ή την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Ζαν-Λυκ Μελανσόν.

Μια τέτοια συμμαχία είναι πρωτοφανής στα σαράντα χρόνια της δημοκρατικής διακυβέρνησης. Αν και το Σοσιαλιστικό Κόμμα κυβερνάει μόνο του, στη Βουλή στηρίζεται από τους τρεις άλλους σχηματισμούς, με τους οποίους έχει υπογράψει διμερείς συμφωνίες όπου καθορίζονται οι επιδιώξεις κάθε μέρους για την πολιτική που θα εφαρμοστεί. Δεν ήταν εύκολο να σχηματιστεί ο συνασπισμός. Το πρώτο εμπόδιο ήταν η άρνηση του Κομμουνιστικού Κόμματος να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με το Αριστερό Μπλοκ. Οι διαπραγματεύσεις έγιναν ανάμεσα στους σοσιαλιστές και τους κομμουνιστές από τη μία πλευρά, τους σοσιαλιστές και τους επικεφαλής του Αριστερού Μπλοκ από την άλλη. Αυτό προκάλεσε έναν γενικότερο σκεπτικισμό, μέχρι και μέσα στους κόλπους των κομμάτων που συμμετείχαν. Παρ’ όλα ταύτα, η σύγκλιση λειτούργησε και έφερε αποτελέσματα που ικανοποίησαν τόσο τους πολίτες όσο και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, έστω και για διαφορετικούς λόγους την κάθε πλευρά.

Ads

Όταν έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 4ης Οκτωβρίου 2015, προκλήθηκε μεγάλη αβεβαιότητα στη Λισαβόνα. Η απερχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας της Δεξιάς, μια συμμαχία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD) και του Δημοκρατικού και Κοινωνικού Κέντρου – Λαϊκού Κόμματος (CDS-PP), που κυβερνούσε από το 2011, συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό με 36,86% των ψήφων, αν και έχει απολέσει 700.000 ψήφους σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Πληρώνει, μάλλον ανώδυνα, το κόστος της σκληρής λιτότητας της περιόδου 2011-2014. Όλα τα κόμματα της Αριστεράς αυξάνουν τα ποσοστά τους και έτσι, με 107 βουλευτές επί συνόλου 230, ο δεξιός συνασπισμός μειοψηφεί στο κοινοβούλιο. Η Αριστερά ωστόσο είναι διαιρεμένη. Ανάμεσα στο Σοσιαλιστικό και το Κομμουνιστικό Κόμμα βασιλεύει μια καχυποψία που χρονολογείται αμέσως μετά την «επανάσταση των γαρυφάλλων».

To Κομμουνιστικό Κόμμα είχε τότε αρνηθεί να στηρίξει τον υπερβολικά δεξιό για τα γούστα τους προσανατολισμό του Μάριο Σοάρες (1924-2017), της ιστορικής φυσιογνωμίας των Σοσιαλιστών που ορίστηκε πρωθυπουργός το 1974. Οι δύο ιστορικοί σχηματισμοί της Αριστεράς διαφωνούν και σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Κομμουνιστικό Κόμμα επιθυμεί την έξοδο της Πορτογαλίας, ενώ οι Σοσιαλιστές δεν παρουσιάζονται απλώς ως φιλοευρωπαϊστές, αλλά και προσηλωμένοι στις σχετικές με τη δημοσιονομική «ορθοδοξία» συμφωνίες με τις Βρυξέλλες. Σε αυτό το σημείο, οι διαφορές είναι μεγάλες και ανάμεσα στους Σοσιαλιστές και το Αριστερό Μπλοκ, το οποίο προέκυψε το 1999 από τη συγχώνευση διάφορων κομμάτων και κινημάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Το Αριστερό Μπλοκ έκτοτε τάσσεται υπέρ της εξόδου από το ευρώ, το οποίο θεωρούν ότι αποτελεί εμπόδιο για την εθνική κυριαρχία και την άσκηση μιας αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής, υπέρ της αναδιάρθρωσης του πορτογαλικού χρέους και υπέρ της εξόδου από το ΝΑΤΟ. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι, κατά την προεκλογική περίοδο του 2015, λίγοι μπορούσαν να φανταστούν μια συνεργασία μεταξύ αυτών των κομμάτων.

«Το ζήτημα τέθηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής συζήτησης μεταξύ του Αντόνιο Κόστα, ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος, και της Καταρίνα Μαρτίνς, συντονίστριας του Αριστερού Μπλοκ», θυμάται ο Ζοζέ Γκουσμάο, οικονομολόγος και μέλος του πολιτικού γραφείου του Αριστερού Μπλοκ. «Η Μαρτίνς πρότεινε να στηρίξει μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος, αλλά με την προϋπόθεση ότι το τελευταίο θα απεμπολούσε τρία βασικά μέτρα του προγράμματός του: την απελευθέρωση των απολύσεων, το πάγωμα των συντάξεων και τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης. Ο Αντόνιο Κόστα δεν απάντησε ούτε κατά τη διάρκεια εκείνης της συζήτησης ούτε τις επόμενες ημέρες». Με την ολοκλήρωση των βουλευτικών εκλογών, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφασίζει να ορίσει και πάλι στη θέση του πρωθυπουργού τον επικεφαλής του απερχόμενου δεξιού συνασπισμού Πέδρο Πάσος Κοέλιο, τον άνθρωπο που εφάρμοσε την πολιτική της λιτότητας κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο. Δύο είναι οι επιλογές που βρίσκονται στο τραπέζι για το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που εξασφάλισε το 32,31% των ψήφων και 86 έδρες: είτε να υποστηρίξει μια δεξιά κυβέρνηση είτε να την ανατρέψει, συμμαχώντας με το Κομμουνιστικό Κόμμα, τους Πράσινους και το Αριστερό Μπλοκ. Ο Ενιαίος Δημοκρατικός Συνασπισμός, που αποτελείται από το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους Πράσινους, έχει συγκεντρώσει 8,5% των ψήφων και 17 βουλευτικές έδρες. Το Αριστερό Μπλοκ τον έχει ξεπεράσει: 10,19% του εκλογικού σώματος και 19 έδρες. «Υπήρχε πιθανότητα το Σοσιαλιστικό Κόμμα να απέχει κατά την ψήφο εμπιστοσύνης», αφηγείται ο πολιτειολόγος Αντρέ Φρέιρε. «Δεν είχε αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο και ορισμένοι, στους κόλπους του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το ήλπιζαν κιόλας.» Η Καταρίνα Μαρτίνς το φοβόταν και δεν θα την εξέπληττε καθόλου: «Το Σοσιαλιστικό Κόμμα εμφανίστηκε στις εκλογές με το πιο δεξιό πρόγραμμα της ιστορίας του», θυμάται η νεαρή συντονίστρια του Αριστερού Μπλοκ. «Είχε ξεκάθαρα εγκαταλείψει όλες τις σοσιαλδημοκρατικές αναφορές του, κυρίως με την υιοθέτηση της “ελαστικοποίησης” της εργασίας και την προώθηση της ιδέας του πλαφόν στη κοινωνική ασφάλιση.» Οι Σοσιαλιστές φάνηκαν να διστάζουν: «Μόλις βγήκαν τα τελικά αποτελέσματα, η Καταρίνα Μαρτίνς και το Κομμουνιστικό Κόμμα δήλωσαν εκ νέου ανοιχτοί στη συζήτηση», θυμάται ο Γκουσμάο. «Η απάντηση, που δόθηκε αργά τη νύχτα, ήταν διφορούμενη». Ξεκινούν αμέσως εντατικές διαπραγματεύσεις, στη Βουλή ή στις έδρες των κομμάτων, τις περισσότερες φορές κεκλεισμένων των θυρών. Διαρκούν τρεις εβδομάδες και για κάθε σημείο υπάρχουν σκληρές διαφωνίες: «Τελικά, όλα ήταν θέμα συσχετισμού δυνάμεων και συγκυρίας», συνεχίζει η Μαρτίνς. Στο τέλος καταλήγουν στις συμφωνίες για κοινοβουλευτική στήριξη. «Οι τρεις αρχηγοί έπρεπε να τα βρουν», εξηγεί ο Νούνο Σάντος, ο σοσιαλιστής γενικός γραμματέας επί κοινοβουλευτικών ζητημάτων. «Υπήρχε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα που ασκούσε πίεση προς αυτή την κατεύθυνση, μια λαϊκή έκκληση να μπει τέλος στη λιτότητα.»

Το πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται ο Νούνο Σάντος δεν έχει να κάνει μόνο με την Πορτογαλία. Από τη Λισαβόνα, οι επικεφαλής των Σοσιαλιστών παρακολουθούν την πανωλεθρία των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων που προσηλυτίστηκαν στη φιλελεύθερη ιδεολογία. Το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα κατρακύλησε από το 43,92% των εκλογών του 2009 στο λιγότερο από 5% του 2015, μετά από χρόνια πολιτικών λιτότητας και συμμαχία με τη Δεξιά. «Η παρακμή των σοσιαλιστών στην Ελλάδα, στην Ουγγαρία, στην Ολλανδία, στην Ισπανία, στη Γαλλία είναι κάτι που απασχολεί διαρκώς τη σκέψη του πρωθυπουργού Κόστα. Έχει πλήρη συνείδηση ότι οι συμμαχίες με τη Δεξιά αποτελούν κίνδυνο για την επιβίωση των σοσιαλιστικών κομμάτων. Σκέφτεται ότι η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει.» Αυτή η πεποίθηση δεν θα μπορούσε παρά να ενισχυθεί από τον τρόπο που έληξε η θητεία του προέδρου Ολάντ και τον αφανισμό του γαλλικού Σοσιαλιστικού κόμματος, μέσα από μια έκρηξη στο εσωτερικό του και μια ηχηρή εκλογική ήττα.

Η πρωτοτυπία της πορτογαλικής «λύσης» έγκειται στους ιδιαίτερους όρους της συμμαχίας: κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αποφασίστηκε ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα κυβερνήσει μόνο του. Ούτε οι Πράσινοι, που βρίσκονται πιο κοντά του, ούτε το Κομμουνιστικό Κόμμα ούτε το Αριστερό Μπλοκ θέλουν να μπουν στην κυβέρνηση. Στηρίζουν την κυβέρνηση στη Βουλή, ψηφίζοντας τους νόμους που εγκρίνουν, απέχοντας ή καταψηφίζοντας εκείνους που αποδοκιμάζουν, ενώ διατηρούν τη δυνατότητά τους για ανάληψη πρωτοβουλιών.

Με δεδομένο ότι κανένα από τα κόμματα του συνασπισμού δεν παραμέρισε τις διαφωνίες του με τους άλλους, οι διαπραγματεύσεις είναι διαρκείς. Η Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης επί Κοινοβουλευτικών Ζητημάτων υπερηφανεύεται για τον κεντρικό ρόλο της σε αυτή τη διαδικασία: «Το πορτογαλικό σύστημα είναι ημι-προεδρικό. Η κυβέρνηση αποφάσιζε, η Βουλή επικύρωνε. Με αυτή τη συμμαχία, η Βουλή ξανακέρδισε τον κεντρικό ρόλο της. Κάθε μέρα έχουμε συσκέψεις, ανάμεσα στον αρμόδιο υπουργό, το Αριστερό Μπλοκ και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Έχει τύχει να κάνουμε δεκαέξι συσκέψεις την ίδια μέρα!».

Μέχρι στιγμής, ούτε το Αριστερό Μπλοκ ούτε το Κομμουνιστικό Κόμμα έχουν απειλήσει να εγκαταλείψουν τη συμμαχία και συνεπώς να ρίξουν την κυβέρνηση. Ακόμα κι αν οι αντιθέσεις είναι δύσκολο να γεφυρωθούν: «Είναι άμεση ανάγκη να τροποποιηθεί ο νόμος για την εργασία και να μπει ένα τέλος στο καθεστώς επισφάλειας. Όντως η ανεργία βρίσκεται σε πτώση, αλλά οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται δεν είναι ποιοτικές», σχολιάζει ο Αντόνιο Εσπεράνσα, υπεύθυνος του Κομμουνιστικού Κόμματος στην περιφέρεια της Μπράγκα, στον βορρά της χώρας.

«Έχουμε διαφορές με αυτή την κυβέρνηση. Το σημαντικότερο όμως είναι να εμποδίσουμε την επιστροφή της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς.» Το Αριστερό Μπλοκ υπερηφανεύεται για τις πιέσεις που ασκεί στην κυβέρνηση μέσω δημόσιων παρεμβάσεων, κάτι που σε έναν βαθμό φαίνεται να λειτουργεί: «Το Σοσιαλιστικό Κόμμα σήμερα βρίσκεται πιο αριστερά απ’ όσο ήταν πριν από τη συμμαχία», υπογραμμίζει ο Φρέιρε. «Η επιρροή των κυβερνητικών εταίρων είναι εμφανής. Στο πρόγραμμά του, η ανάκαμψη του επιπέδου των μισθών και των συντάξεων προβλεπόταν για το μέσον της κοινοβουλευτικής περιόδου, τελικά όμως τέθηκε σε εφαρμογή από την αρχή.» H αφοσίωση των εταίρων του Σοσιαλιστικού Κόμματος εξηγείται και από την αυξημένη δημοτικότητα του τελευταίου. Θα ήταν επικίνδυνο αυτή την περίοδο, τόσο για το Αριστερό Μπλοκ όσο και για το Κομμουνιστικό Κόμμα, να προκαλέσουν πρόωρες εκλογές.

Και το «geringonça», η «κυβέρνηση-μαραφέτι»; «Ξεκίνησε σαν προσβολή», διαβεβαιώνει ο Νούνο Σάντος. «Η χρήση αυτής την λέξης ήθελε να υπογραμμίσει πόσο εύθραυστες και πρόσκαιρες ήταν οι συμφωνίες μας. Ωστόσο, επί δύο χρόνια, αποδεικνύουμε ότι αυτό το “κατασκεύασμα” είναι στέρεο και πετυχαίνει καλά αποτελέσματα.»

* Κεντρική Φωτογραφία: Η περίφημη γελοιογραφία του Helder Oliveira, δημοσιευμένη στο πορτογαλικό περιοδικό Expresso, η οποία περιγράφει γλαφυρά το «geringonça», τον ετερόκλητο κοινοβουλευτικό συνασπισμό με επικεφαλής τον Αντόνιο Σάντος. Ο όρος «geringonça», αρχικά μειωτικός, κατέληξε να γίνει «λέξη της χρονιάς» για το 2016 στην Πορτογαλία. 

Των Marie-Line Darcy και Gwenaëlle Lenoir από τη Monde Diplomatique/ Μετάφραση: Ελίνα Σταματάκη