Η Γερμανία προετοιμαζόταν εδώ και χρόνια για πιθανές επιθέσεις κυρίως εξαιτίας της εξωτερικής πολιτικής της. Η παλαιότερη εμπλοκή στις επεμβάσεις σε Ιράκ και Αφγανιστάν δεν είναι οι μόνοι λόγοι, γράφει σε ανάλυσή της η Deutsche Welle. 

Ads

«Γιατί μας μισούν»; Το ερώτημα αυτό τέθηκε επίμονα από τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη. 

Η σημερινή κατάσταση στη Γερμανία διαφέρει. Εδώ όχι μόνο οι αρχές αλλά και η κοινή γνώμη είχαν συναίσθηση της πιθανότητας να αποτελέσει η Γερμανία στόχο τρομοκρατικών χτυπημάτων. Ο υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ είχε άλλωστε επανειλημμένα προειδοποιήσει για απροσδιόριστους κινδύνους.

Ο Λορέντσο Βιντίνο από το Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτικών Ερευνών στο Μιλάνο εκτιμά ότι σημαντική αιτία της απειλής είναι η γερμανική εξωτερική πολιτική. 

Ads

«Από την έναρξη της στρατιωτικής επέμβασης στο Αφγανιστάν η Γερμανία – σύμφωνα με τη θεώρηση των τζιχαντιστών – αποτελεί τμήμα των συντονισμένων ενεργειών κατά του Ισλάμ υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ». 

Η άποψη αυτή ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο μετά την ενεργό συμμετοχή της χώρας στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ).

Ναι μεν οι ακραιφνείς ισλαμιστές είχαν στο στόχαστρό τους τη Δύση εν γένει, εκτιμά ο Ρολφ Τοπχόφεν, Γερμανός ειδικός σε θέματα τρομοκρατίας, ωστόσο, όπως επισήμανε, «από τότε που στηρίζουμε τους Κούρδους Πεσμεργκά στο Ιράκ με όπλα και εκπαιδευτές κατά του ΙΚ, η Γερμανία συγκαταλέγεται στους πρώτους στόχους».

Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική δεν είναι ο μόνος παράγοντας που καθιστά τη Γερμανία τρομοκρατικό στόχο, εκτιμά ο Λορέντσο Βιντίνο, παραπέμποντας στο γεγονός ότι ακόμη και σε κράτη που ακολουθούν πιο συγκρατημένη εξωτερική πολιτική, όπως στη Σουηδία ή και στην ουδέτερη Ελβετία, αποτράπηκαν σχεδιαζόμενα τρομοκρατικά χτυπήματα. Σύμφωνα με τον Ιταλό αναλυτή, αυτό οφείλεται και στην αυξανόμενα αποκεντρωμένη δομή της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. 

Το τρομοκρατικό κίνημα αποτελείται από πληθώρα μεμονωμένων προσώπων με λιγότερο ή περισσότερο στενούς συσχετισμούς με οργανώσεις όπως η Αλ Νούσρα η Αλ Κάιντα και το ΙΚ. 

Στα μεμονωμένα αυτά άτομα έχει δοθεί η δυνατότητα να δρουν ανεξάρτητα, υπογράμμισε ο Βιντίνο και διευκρίνισε: «Αν ζουν στη Σουηδία και ανήκουν -επιχειρησιακά ή απλά ιδεολογικά – στο κίνημα, δρουν με βάση την αρχή ‘σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά’». 

Ως εκ τούτου, για τζιχαντιστές που έχουν μεγαλώσει στη Δύση τα εσωπολικά κίνητρα – παράδειγμα μια γενικευμένη αίσθηση διάκρισης – μπορούν να είναι εξίσου σημαντικά με εκείνα από το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής.

Στόχοι η τρομοκράτηση και η πόλωση

Ο Ασιέμ ελ Ντιφραουί, αιγυπτιακής καταγωγής Γερμανός πολιτικός επιστήμονας και μεταξύ των κορυφαίων μελετητών της ισλαμιστικής προπαγάνδας, υπενθυμίζει ότι οι επιθέσεις κατά της Δύσης είναι προ πολλού βασικό κομμάτι της σχετικής ιδεολογίας. 

Όπως επισήμανε, οι επιθέσεις αυτές εξυπηρετούν κυρίως δύο στόχους: Ο ένας είναι η τρομοκράτηση των δυτικών κυβερνήσεων με στόχο να αλλάξουν πολιτική και ο δεύτερος η πόλωση των δυτικών κοινωνιών με πρόκληση διαδηλώσεων κατά του Ισλάμ και επιθέσεων εναντίον μουσουλμάνων, οι οποίοι ενδέχεται να προσχωρήσουν στους κόλπους των τζιχαντιστών.

Σύμφωνα με τον Ρολφ Τοπχόφεν, βασικό κίνητρο για τις τρομοκρατικές επιθέσεις και στη Γερμανία ήταν να σταλεί το μήνυμα ότι το ΙΚ έχει επισκιάσει πλέον την Αλ Κάιντα, δείχνοντας ότι η τρομοκρατική του δράση δεν περιορίζεται πλέον στη Μέση Ανατολή.