Από τη στιγμή που η τραπεζική κατάρρευση βύθισε τη Δύση στην οικονομική κρίση, η θέση που κυριάρχησε και επιβλήθηκε στην Ευρώπη ήταν πως η σωτηρία βρίσκεται στη λιτότητα. Όμως ένα ακόμη παράδειγμα, αυτή τη φορά Ευρωπαϊκό, έρχεται να ανατρέψει αυτή την εμμονή. Ο λόγος για την Πορτογαλία.

Ads

Η Πορτογαλία ήταν ένα από τα ευρωπαϊκά κράτη που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση. Η  τρόικα, όπως και στην Ελλάδα με τη συμμετοχή του ΔΝΤ και τη γνωστή συνταγή, επέβαλε σκληρά μέτρα λιτότητας, τα οποία εφαρμόστηκαν με ενθουσιασμό από την τότε Δεξιά κυβέρνηση. Κρατικές επιχειρήσεις ιδιωτικοποιήθηκαν, φόροι, άμεσοι και έμμεσοι, αυξήθηκαν, μισθοί και συντάξεις κόπηκαν, μειώθηκαν οι κρατικές δαπάνες για υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής ασφάλισης και αυξήθηκε ο χρόνος εργασίας.

Μέσα σε μια διετία οι δαπάνες για την εκπαίδευση μειώθηκαν κατά 23%. η ανεργία ανήλθε στο 17,5% το 2013, ο αριθμός των εταιρειών που έκλειναν αυξήθηκε κατά 41%. Εκρηκτική ήταν η άνοδος της φτώχειας… Και όλα αυτά στο όνομα της «θεραπείας» που επέβαλαν οι «σοφοί» για την «ασθένεια».

Στο τέλος του 2015, το πείραμα έληξε. Η νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση, με την υποστήριξη των πιο ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων, ανέλαβε καθήκοντα. Τότε ήταν αρκετοί οι τεχνοκράτες, σε Ευρώπη και ΔΝΤ, που εκτιμούσαν – απειλούσαν – πως η Πορτογαλία θα κυλήσει και πάλι αν δεν συνεχίσει σε αυτή τη γραμμή. Ο πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα όμως αποφάσισε να «γυρίσει σελίδα», αδιαφορώντας για τις θέσεις και τις προβλέψεις των «σοφών» της λιτότητας, που είχαν γυρίσει την οικονομία της χώρας τρεις δεκαετίες πίσω.

Ads

Οι εντός Πορτογαλίας αντίπαλοι της κυβέρνησης προέβλεπαν καταστροφή. Μίλησαν για «οικονομία βουντού» που θα οδηγήσει σε ένα νέο πρόγραμμα λιτότητας. Υπενθύμιζαν και το παράδειγμα της Ελλάδας και τη στάση που κράτησαν οι πιστωτές, με επικεφαλής τη Γερμανία, έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.

Απαλλαγμένη από τον βραχνά της τρόικας, η λογική της Πορτογαλικής κυβέρνησης ήταν σαφής: «Σταματήστε τη μείωση της ζήτησης, για μια πραγματική ανάκαμψη χρειάζεται να ενισχυθεί η ζήτηση». Έτσι η κυβέρνηση δεσμεύτηκε για αύξηση του κατώτατου μισθού και μείωση φόρων. Δεσμεύτηκε επίσης να επιστρέψει τους μισθούς και τις συντάξεις του δημοσίου στα επίπεδα πριν από την κρίση. Παράλληλα αύξησε τις κοινωνικές δαπάνες, παρέχοντας κοινωνική ασφάλιση στις φτωχότερες οικογένειες, ενώ επέβαλε φόρο πολυτελείας σε όλα τα ακίνητα αξίας άνω των 600.000 ευρώ.

Οι καταστροφολόγοι διαψεύστηκαν. Το 2016, ένα χρόνο μετά την ανάληψη της εξουσίας, η Πορτογαλική κυβέρνηση μπορεί να υπερηφανεύεται για ένα άλμα 13% στις ιδιωτικές επενδύσεις και για μια σταθερή οικονομική ανάπτυξη. Τα στοιχεία δείχνουν πως το έλλειμμα μειώθηκε κατά 50% και έπεσε στο 2,1%, στο χαμηλότερο δηλαδή επίπεδο από οποιαδήποτε στιγμή τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Πράγματι είναι η πρώτη φορά που η Πορτογαλία συμμορφώνεται με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης. Η οικονομία της Πορτογαλίας αυξάνεται επί 13 τρίμηνα, με τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης να ανέρχεται στο 2% το τελευταίο τρίμηνο του 2016.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης οι οργανώσεις έκαναν για μια κοινωνία σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Σήμερα η νέα πορτογαλική κυβέρνηση μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την Ευρώπη. «Η Ευρώπη επελέξε τη γραμμή της λιτότητας και τα αποτελέσματα ήταν πολύ χειρότερα», δήλωσε ο υπουργός οικονομίας Μανουέλ Καλντέιρα Καμπράλ και σημείωσε: «Αυτό που δείχνουμε είναι πως από μια πολιτική που αποκαθιστά το εισόδημα των πολιτών, ακόμη και με αυτόν το μέτριο ρυθμό, οι άνθρωποι αποκτούν εμπιστοσύνη και  προχωρούν στις επενδύσεις».

Η Πορτογαλία λοιπόν με αυτήν την πολιτική, την «μη αποδεκτή», κατάφερε και αύξησε τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις, μείωσε το έλλειμμα και την ανεργία και διατήρησε την οικονομική ανάπτυξη. Κάποιοι ισχυρίζονταν πως αυτό είναι «αδύνατο», πως πρόκειται για μια «πολιτική απάτη». Όμως και το παράδειγμα της Πορτογαλίας αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Η επιτυχία της Πορτογαλίας εμπνέει αλλά ταυτόχρονα απογοητεύει για την πορεία που επέλεξε να ακολουθήσει εδώ και χρόνια η Ευρώπη και έχει προκαλέσει τέτοιο χάος και κρίση.

Η Πορτογαλία δίνει μια ηχηρή απάντηση στον ισχυρισμό «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση», που επαναλαμβάνεται μονότονα από τους υποστηρικτές της λιτότητας, αλλά και μια ακόμη απόδειξη σε όσους κατά τη διάρκεια της χαμένης δεκαετίας στην Ευρώπη υποστήριζαν πως πράγματι υπάρχει μια εναλλακτική λύση.

* Με πληροφορίες από τον Guardian και το άρθρο του Owen Jones