«Μετά την πρόταση του κ. εισαγγελέα προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο τα υπεύθυνα πολιτικά πρόσωπα και κομματικά στελέχη μένουν στο απυρόβλητο και παραπέμπονται να δικαστούν για το μεγάλο σκάνδαλο της Siemens, μόνο οι… κλητήρες. Η συγκάλυψη σε όλο της το μεγαλείο». Η δήλωση ανήκει στον κ. Στάθη Γιώτα που το 1988 παραιτήθηκε από αναπληρωτής υπ. Εθνικής Άμυνας αλλά και από βουλευτής του ΠΑΣΟΚ καταγγέλλοντας τον Ανδρέα Παπανδρέου για έλλειψη πολιτικής βούλησης για κάθαρση της δημόσιας ζωής. Ο κ. Γιώτας μιλά στο tvxs.gr, για το σκάνδαλο της Siemens, το «στρατηγό» Τσουκάτο αλλά και τις διαδρομές της διαφθοράς που «ξεκινά από ψηλά».

Ads

Μετά την  γνωστοποίηση της πρότασης του εισαγγελέα για την υπόθεση Siemens, προχωρήσατε σε μια δήλωση στην οποία κάνετε λόγο για συγκάλυψη της υπόθεσης, για κομματικά στελέχη που μένουν στο απυρόβλητο και για παραπομπή μόνο των κλητήρων…

«Πριν ακόμη σβήσει ο απόηχος των δηλώσεων του επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης Λέανδρου Ρακιντζή για τη σκανδαλώδη απαλλαγή με βουλεύματα των δραστών αξιόποινων πράξεων, με το πέρας των ανακρίσεων για την υπόθεση Siemens, συντελείται κι ένα ακόμη σκάνδαλο που προκαλεί την κοινή γνώμη, αυτή τη φορά δικαστικό, αφού δεν κλήθηκαν να καταθέσουν στον ανακριτή τα υπεύθυνα και ομολογήσαντα τις σχετικές αξιόποινες πράξεις πρόσωπα, πρωθυπουργοί και πολιτικά στελέχη κομμάτων. Χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις του προέδρου της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, κ. Σήφη Βαλυράκη και του επικεφαλής των βουλευτών της ΝΔ στην ίδια επιτροπή κ. Τζαβέλλα ότι από την εξέταση της υποθέσεως πιστεύουν ότι τα δυο κόμματα εξουσίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ εισέπραξαν από τη Siemens μίζες. Όπως επίσης και η περίπτωση του κ. Τσουκάτου που ομολόγησε δημόσια ότι ο ίδιος εισέπραξε μίζα από τη Siemens για λογαριασμό του ΠΑΣΟΚ. Μετά την πρόταση του κ. εισαγγελέα προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο τα υπεύθυνα πολιτικά πρόσωπα και κομματικά στελέχη μένουν στο απυρόβλητο και παραπέμπονται να δικαστούν για το μεγάλο σκάνδαλο της Siemens, μόνο οι… κλητήρες. Η συγκάλυψη σε όλο της το μεγαλείο. Δεν υπάρχουν άραγε δικαστές στο Βερολίνο;».

Αυτή είναι ολόκληρη η τοποθέτησή μου. Η τελευταία φράση, μην σας ξενίζει. Δεν εννοώ το Βερολίνο, εννοώ την Αθήνα. Ο μέγας Φρειδερίκος ο αυτοκράτορας της Γερμανίας (Πρωσίας, τότε) είχε κάπου στην εξοχή ένα ανάκτορο. Μπροστά όμως από το ανάκτορο υπήρχε ένας μύλος ο οποίος έκανε θόρυβο και ενοχλούσε τον Φρειδερίκο που είπε στον αυλάρχη του να συνομιλήσει με τον μυλωνά προκειμένου αυτός να πουλήσει το μύλο για να τον κατεδαφίσουν. Πήγε ο αυλάρχης στον μυλωνά και του είπε την επιθυμία του Φρειδερίκου. Ο μυλωνάς όμως δεν δέχτηκε να πουλήσει το μύλο. Ο αυλάρχης με τη σειρά του απαντά ότι ο Φρειδερίκος είναι αυτοκράτορας και μπορεί να του πάρει το μύλο και διά της βίας. Ο μυλωνάς όμως απαντά «υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο». Που σημαίνει ότι οι δικαστές στο Βερολίνο είναι αμερόληπτοι και δεν πρόκειται να σκύψουν το κεφάλι μπροστά στην εξουσία για να κάνουν το χατίρι του Φρειδερίκου αλλά θα κρίνουν με γνώμονα αποκλειστικά τη δικαστική τους κρίση και βέβαια τη νομιμότητα. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν γιατί έγραψα αυτή την πρόταση.

Ads

Θεωρείτε λοιπόν ότι μένει στο απυρόβλητο το πολιτικό κομμάτι της υπόθεσης;

Το θέμα είναι πλέον στα χέρια του συμβουλίου στο οποίο έγινε η πρόταση του κ. εισαγγελέα. Το συμβούλιο μπορεί να διατάξει και συμπληρωματική ανάκριση. Απ’ ότι πληροφορούμαι μέσω του Τύπου κι από έγκριτους δημοσιογράφους, διότι δεν έχω ολόκληρη την εισαγγελική πρόταση, ο κ. εισαγγελέας έχει τη γνώμη ότι ο κ. Τσουκάτος έπαιρνε μίζες για να πληρώνει κάποια στελέχη του ΟΤΕ για να συγκατανεύσουν στην υπογραφή της σύμβασης. Κι αυτό ενώ ο ίδιος επανειλημμένως έχει δηλώσει στο παρελθόν κι έχει καταθέσει στον ανακριτή ότι τα έπαιρνε για λογαριασμό του ΠΑΣΟΚ.

Το θέμα είναι ότι εδώ έχουμε χρηματισμό των κομμάτων. Έχουμε ευτελισμό για να μην πω και εξευτελισμό των θεσμών. Διότι τα κόμματα είναι θεσμοί της Δημοκρατίας, είναι συνταγματικά αναγνωρισμένα και οφείλουν να λειτουργούν με βάση τη νομιμότητα. Ας μην απατόμεθα οι ηγεσίες των κομμάτων που αναφέρονταν, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ασφαλώς γνώριζαν τις διακινήσεις των μεγάλων αυτών ποσών. Κατά συνέπεια η συγκάλυψη είναι κραυγαλέα όσον αφορά τις ευθύνες των πολιτικών προσώπων.

Στη δήλωσή μου αναφέρομαι στον κ. Βαλυράκη τον οποίο τιμώ και για τη δράση του και για την διαδρομή του γενικώς και στον κ. Τζαβέλλα. Ο ίδιος τους άκουσα σε τηλεοπτική εκπομπή μετά το πέρας της Εξεταστικής Επιτροπής. Όταν ο δημοσιογράφος ή η δημοσιογράφος – δεν θυμάμαι ποιος ήταν αλλά αυτό που λέω είναι εγκυρότατο και υπάρχει άλλωστε καταγεγραμμένο στη συνέντευξη – ρώτησε ποια είναι η γνώμη τους για το αν τα κόμματα εισέπραξαν μίζες, ο κ. Βαλυράκης είπε ότι κατά τη γνώμη του μεγάλα κόμματα – προφανώς εννοούσε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ – εισέπραξαν μίζες από τη Siemens. Κι ο κ. Τζαβέλλας είπε ότι συμφωνεί. Κλήθηκαν να καταθέσουν τις απόψεις τους αυτές στον κ. εισαγγελέα για να συμπεριληφθούν στο πόρισμα και να αναζητηθούν και ευθύνες πρωθυπουργών, υπουργών και κομματικών στελεχών;

Είναι δυνατόν να μεσολαβούσαν πολιτικοί για να λαδώνονται υπάλληλοι; 

Ναι… οι υπάλληλοι. Και δεν μπορούσε να την κάνει τη δουλειά ο Χριστοφοράκος όπως την έκανε για τα άλλα στελέχη του ΟΤΕ που παραπέμπονται; Γιατί δεν την έκανε και για τα υπόλοιπα που υπονοεί ο κ. εισαγγελέας και κάνει μια αλλαγή της τοποθέτησης του ίδιου του κ.Τσουκάτου ότι τα έδινε για το ΠΑΣΟΚ. Εδώ επισημαίνεται από έγκυρους αναλυτές που κάνουν δικαστικό ρεπορτάζ, κι εννοώ την κ. Παπαδάκου, που γράφει σε μια ανάλυση της υπόθεσης ότι σημειώνεται η απουσία δικαστικής έρευνας για τα πρώην στελέχη της Siemens Τηλεβιομηχανικής  που διαπραγματεύτηκαν και υπέγραψαν την επίμαχη σύμβαση 8002/1997. Και μεγάλος απών, λέει, από την πρόταση του εισαγγελέα είναι πρώην μεγαλοστέλεχος του ΟΤΕ και ανώτατο κομματικό στέλεχος επί όλων των ηγεσιών κυβερνώντος κόμματος.

Κλήθηκαν να καταθέσουν; Κλήθηκε ο κ. Γείτονας; Ο κ. Βαρθολομαίος της ΝΔ έχει πεθάνει αλλά οι υπόλοιποι υπεύθυνοι για τα οικονομικά του κόμματος της ΝΔ, κλήθηκαν; Οι ασχολούμενοι με την υπόθεση δημοσιογράφοι επισημαίνουν την απουσία σημαντικών προσώπων.

Κι εγώ επισημαίνω το ζήτημα της παραγραφής που δεν είναι βέβαια θέμα του εισαγγελέα να την κρίνει. Αν υπάρχει παραγραφή ή όχι θα την κρίνει το δικαστικό συμβούλιο. Το θέμα όμως είναι στην έρευνα. Έφτασε το μαχαίρι στο κόκαλο; Να καλέσουν τον κ. Παπανδρέου ο οποίος έλεγε ότι από την έρευνα που έγινε στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι εισέπραξε το κόμμα λεφτά μέσω του κ. Τσουκάτου; Δηλαδή δεν γνωρίζουμε πως γίνονται οι λαθροχειρίες αυτές με τα μπλοκάκια που κόβονται; Το είπε ο κ. Τσουκάτος. Αυτή είναι η μέθοδος. Αλλά εκείνο που έχει σημασία είναι ότι παραλήφθηκε η κλήση και η ανάκριση αυτών των προσώπων τα οποία όφειλαν να καταθέσουν. Βεβαίως θα επαναλάμβαναν αυτά που είπαν διότι η διαφθορά ξεκινάει από ψηλά.

Θεόδωρος Τσουκάτος. «Στρατηγός» ή «πιόνι»;

Τον κ. Τσουκάτο δεν τον γνώρισα μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Τον γνώρισα όταν διετέλεσα για ένα χρόνο, υπ. Εμπορικής Ναυτιλίας. Ο κ. Τσουκάτος ήταν τότε μέλος του διοικητικού συμβουλίου το Οίκου Ναύτη και ήταν σε ένα περιθωριακό, εξωκοινοβουλευτικό κόμμα, αν δεν κάνω λάθος, το ΕΚΚΕ. Ο κ. Τσουκάτος ο επιλεγόμενος «στρατηγός» ήταν εκείνος που επελέγη λόγο «οργανωτικών ικανοτήτων» για να οργανώσει την εκλογή Σημίτη στη θέση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Η κ. Δήμητρα Λιάνη ή Παπανδρέου, αν προτιμάτε, έχει γράψει στο βιβλίο της για κάποιον βουλευτή Αττικής, ο οποίος παρακάλεσε χωροφύλακα που ήταν στη φρουρά του Ανδρέα να πει στη Μιμή να τον κάνει υφυπουργό. Κι έγινε τελικά. Μέσω χωροφύλακος. Όπως επίσης δημοσιεύτηκε στην αυριανή όταν άρχισε πλέον να στρέφεται για λόγους γνωστούς εναντίον του Ανδρέα. Έγιναν πολλά παζάρια: «ψηφίστε Σημίτη και πέστε μας τι θέλετε για αντάλλαγμα». Κάποιος ζήτησε να γίνει αντιπρόεδρος της Βουλής κι έγινε μετά.

Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ο κ. Τσουκάτος είχε τη δική του στρατηγική. Είχε εκτιμηθεί, δεν ξέρω καλώς ή κακώς, ότι είχε οργανωτικά προσόντα και επελέγη για τη θέση του «στρατηγού» που ουσιαστικά ήλεγχε τα πάντα μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Σημίτης δεν νομίζω ότι ενδιαφερόταν για την οργάνωση με την ευρεία έννοια. Ουσιαστικά είχε παραδώσει τα κλειδιά της Χαριλάου Τρικούπη, την οργάνωση δηλαδή, στον κ. Τσουκάτο. Βέβαια η αλαζονεία της εξουσίας οδηγεί και σε ατραπούς επικίνδυνες όπως τελικά συνέβη με την περίπτωση την οποία ο ίδιος ομολόγησε του χρηματισμού του ΠΑΣΟΚ. Διότι εγώ δεν πιστεύω με τίποτε και θεωρώ χωρίς να θέλω να προσβάλω τον εισαγγελέα γελοία αυτή την εκδοχή ότι τα έπαιρνε ο Τσουκάτος για να τα δώσει στα στελέχη του ΟΤΕ. Θα μπορούσε να τα δώσει κατευθείαν ο κ. Χριστοφοράκος ή οποιοσδήποτε άλλος από αυτούς τους τύπους.

Είπατε πριν ότι η διαφθορά ξεκινά από ψηλά. Εσείς υπήρξατε υπουργός της κυβέρνησης Παπανδρέου και παραιτηθήκατε κάνοντας ανάλογες καταγγελίες…

Ξεκίνησε από ψηλά δυο τρεις δεκαετίες τώρα. Όταν πρωθυπουργός της χώρας είπε για πρώτη φορά για κάποιον ότι είναι φίλος του όταν παραπέμφθηκε ο Λούβαρης… Όταν ήταν να κληθεί ο Λούβαρης από τον ανακριτή για να καταθέσει τότε ο μακαρίτης ο Ανδρέας Παπανδρέου δημόσια, το έγραψαν και οι εφημερίδες είπε: «Ο Λούβαρης είναι φίλος μου». Γιατί το είπε βέβαια; Είναι αυτονόητο. Η διαφθορά υπήρχε ανά τους αιώνες όμως η έξαρση της διαφθοράς τις τελευταίες δεκαετίες οφείλεται στο γεγονός ότι η κοινωνία διαπίστωσε ότι για να μπορέσει να ζήσει καλύτερα θα πρέπει κι αυτή να κάνει αυτά που έκαναν οι ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας στη χώρα, δηλαδή να εισπράττουν μίζες.

Εγώ παραιτήθηκα διότι έκανα καταγγελίες στον Ανδρέα Παπανδρέου. Ήμουν τότε αναπληρωτής υπουργός Άμυνας. Είδα τι είχε γίνει με τα μιράζ, με τα βλήματα μάτζικ, όπου ο Λούβαρης ήταν αυτός που μεσολαβούσε. Είδα την περίπτωση της ΕΒΟ όπου με δική μου αναφορά στον εισαγγελέα παραπέμφθηκαν πολλά μέλη του διοικητικού συμβουλίου και ο πρόεδρος τότε της ΕΒΟ κ. Καμπάνης για επτά κακουργήματα – αν θυμάμαι καλά – και δικάστηκαν με επτάμιση χρόνια φυλακή. Και πρέπει να σας πω – διότι κι αυτό είναι ένα θλιβερό σημείο ηγέτη κόμματος που εμφανίζεται να ξιφουλκεί για την κάθαρση στο πρόσφατο παρελθόν –  ο κ. Κουβέλης πήγε συνήγορος υπερασπίσεως. Όταν ήταν γραμματέας της ΕΑΡ πήγε σε υπόθεση που εγώ είχα παραπέμψει στο γενικό πλαίσιο της δίωξης των απατεώνων και των κλεφτών του δημοσίου χρήματος. Και μετά το σάλο που ξέσπασε, διότι δεν το άφησα να περάσει έτσι, έστειλα μια ανοιχτή επιστολή τονίζοντας ότι δεν μπορεί αρχηγός κόμματος και προοδευτικού υποτίθεται κόμματος που είναι δικηγόρος να επικαλείται την ιδιότητά του ως δικηγόρου αφού προεξέχουσα θέση είναι του γενικού γραμματέα ενός κόμματος το οποίο έχει ξιφουλκίσει για την κάθαρση.

Θέλω να πω με αυτό ότι δυστυχώς το πολιτικό μας σύστημα πλέει τα λοίσθια. Και ας ελπίσουμε, δεν το πιστεύω, αλλά ας ελπίσουμε ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι όπως συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν όταν κατηγορούσαν για τους ίδιους λόγους τους πολιτικούς ως κλέφτες κι απατεώνες. Εννοώ δικτατορίες και τέτοια. Διότι εμείς την πληρώσαμε τη δικτατορία. Ενώ αυτοί που εμφανίστηκαν στη συνέχεια, όχι όλοι υπήρξαν και αγωνιστές που είχαν μια διαδρομή στον πολιτικό βία αλλά, οι περισσότεροι – περίπτωση Τσοχατζόπουλου – έκαναν αντίσταση από το εξωτερικό.

Εν πάση περιπτώσει εγώ παραιτήθηκα το 1988 αφού παρέπεμψα όλες τις υποθέσεις και λέγοντας στον Ανδρέα Παπανδρέου ότι δεν μπορώ να συγχρωτίζομαι με κλέφτες και απατεώνες. Μετά την πρώτη τετραετία το πράγμα άρχιζε και ξεχείλωνε. Και δεν μιλάω τώρα για την πρώτη ιδεολογική τοποθέτηση του ΠΑΣΟΚ άμα τη διακηρύξει της 3ης Σεπτέμβρη. Μιλάω για την πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ όπου τα πράγματα ήταν καλά. Έγιναν σημαντικές αλλαγές, κάθε άλλο παρά τις αρνούμαι εξάλλου κι εγώ ήμουν μέλος της κυβέρνησης. Αλλά από τη στιγμή που διαπίστωσα ότι οι απατεώνες συγκαλύπτονταν από σημαίνονται πολιτικά πρόσωπα έβαλα το  δάχτυλο επί τον τύπο των ήλων στο υπ. Εθνικής Άμυνας γιατί ήμουν αρμόδιος για τις προμήθειες. Είχα πει μάλιστα στον μακαρίτη τον Γιάννη το Χαραλαμπόπουλο ότι εγώ θα τελειώσω με την έρευνά μου και θα υποβάλω την παραίτησή μου: «εγώ με κλέφτες και απατεώνες δεν συγχρωτίζομαι».

Κι αυτή είναι εν συντομία η ιστορία της δική μου παραίτησης και της απαγκίστρωσης μου από ένα κόμμα που δυστυχώς πιστέψαμε ότι θα έφερνε μια πραγματική αλλαγή στον τόπο και προκοπή και ευημερία. Και φυσικά θα πραγματοποιούσε εκείνο που είχε διακηρύξει ο Ανδρέας Παπανδρέου κατά την πρώτη περίοδο συμμετοχής του ως βουλευτού και αρχηγού κόμματος στο κοινοβούλιο αλλά και αργότερα δηλαδή «τα νέα πολιτικά ήθη». Ποια ήταν τα νέα πολιτικά ήθη; Ήταν οι μίζες και η κάλυψη των κλεφτών και των απατεώνων.

* Ο Στάθης Γιώτας είναι δικηγόρος, τέως βουλευτής Αττικής και υπουργός