Τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις στο σχέδιο νόμου «Εξορθολογισμός ασφαλιστικής και συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, ενίσχυση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και άλλες διατάξεις», κατέθεσε σήμερα ο Συνήγορος του Πολίτη στον πρόεδρο της Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων Βασίλη Οικονόμου.

Ads

Συγκεκριμένα, όσον αφορά την εκτακτη οικονομική ενίσχυση των ευάλωτων συνταξιούχων κάποιες διατάξεις οδηγούν στο φαινόμενο συνταξιούχοι που πληρούν τους ίδιους ακριβώς όρους και προϋποθέσεις να αντιμετωπίζονται διαφορετικά και άνισα, όχι για κάποιο άλλο λόγο, αλλά επειδή σε κάποιους ο ασφαλιστικός τους φορέας είχε ήδη καταβάλει, εγκαίρως, τη σύνταξη, ενώ σε κάποιους άλλους, για οποιοδήποτε λόγο, αν και δικαιούνταν την σύνταξη και είχαν υποβάλει σχετική αίτηση χορήγησης, αυτή δεν τους είχε καταβληθεί ακόμη.

Έτσι, ο Συνήγορος του Πολίτη προτείνει «1.Χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης σε όσους κατά τον μήνα Νοέμβριο 2022 να δικαιούνται :α) οριστική ή προσωρινή κύρια σύνταξη ή προκαταβολή κύριας σύνταξης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, β) προσυνταξιοδοτική παροχή γ) αναπηρικά επιδόματα που καταβάλλονται από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.),δ) συνταξιοδοτικές παροχές της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85)»

Ταυτόχρονα η Ανεξάρτητη Αρχή προτείνει: Σε όσους δικαιούχους εκκρεμεί η έκδοση της συνταξιοδοτικής απόφασης, ενώ έχουν υποβάλει αίτηση χορήγησης κύριας σύνταξης μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2022, καθώς και σε όσους, για οιονδήποτε λόγο, δεν καταβλήθηκε η συνταξιοδοτική παροχή του Νοεμβρίου 2022, ενώ την δικαιούνται, η έκτακτη οικονομική ενίσχυση να καταβάλλεται μαζί με την χορήγηση της εκκρεμούσας συνταξιοδοτικής παροχής».

Ads

Ο Συνήγορος του Πολίτη επισημαίνει τα εξής: Παρότι οι διατάξεις των άρθρων 1 επ. ν. 4611/2019 και του άρθρου 32 ν. 4756/2020, σε συνδυασμό με τις συναφείς και τροποποιητικές αυτών διατάξεις, προσέφεραν μερική ανακούφιση σε μεγάλες κατηγορίες ασφαλισμένων από επιπτώσεις της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και της πρόσφατης πανδημίας (αντίστοιχα) στην ρευστότητα των επιχειρήσεων, εντούτοις το γεγονός ότι κάποιοι οφειλέτες δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν των διατάξεων αυτών λόγω δυσχερούς  οικονομικής κατάστασης, ή επειδή οι επιχειρήσεις τους αντιμετώπισαν μείωση εσόδων ή και ζημίες) συνιστά λόγο για να προβλεφθεί αφενός υπολογίσιμη μείωση των – υπολογισμένων με ιδιαίτερα υψηλό επιτόκιο (της τάξης του 8%) – τόκων των εντασσόμενων στη ρύθμιση οφειλών που αφορούν περιόδους ασφάλισης των ετών της οικονομικής κρίσης, καθώς και των ετών των μειζόνων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας, και αφετέρου αύξηση του μέγιστου δυνατού αριθμού των δόσεων ρύθμισης με τη χρήση αλγορίθμου που θα λαμβάνει υπ’ όψη το ύψος της οφειλής και στοιχεία προσδιοριστικά της εισφοροδοτικής ικανότητας του οφειλέτη.