Αθώοι κρίθηκαν από το Β’ Μονομελές Πλημμελειοδικείο ο δημοσιογράφος της «Εφημερίδας των Συντακτών», Δημήτρης Ψαρράς και ο διευθυντής της εφημερίδας Νικόλας Βουλέλης που είχαν μηνυθεί από τον προφυλακισμένο βουλευτή της Χρυσής Αυγής, Ηλία Κασιδιάρη.
 

Ads

Η υπόθεση αφορά κείμενο και βίντεο που δημοσιοποίησε η εφημερίδα τον περασμένο Δεκέμβριο στο οποίο εμφανίζεται ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής να υποδύεται τον αρχιφύλακα και να επιβλέπει το ξυλοκόπημα ενός κρατούμενου από δύο υποτιθέμενους αστυνομικούς.
 
Νωρίτερα, την ενοχή των δύο κατηγορουμένων δημοσιογράφων είχε εισηγηθεί ο εισαγγελέας Έδρας στο Β’ Μονομελές Πλημμελειοδικείο. 

Τι υποστήριξε ο εισαγγελέας

Κατά τον εισαγγελικό λειτουργό, τόσο ο διευθυντής της εφημερίδας Νικόλας Βουλέλης, όσο και ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ψαρράς πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι για τα αδικήματα της εξύβρισης και παραβίασης προσωπικών δεδομένων του προφυλακισμένου βουλευτή.

Ads

Ο εισαγγελέας στην αγόρευσή του υποστήριξε πως είναι σεβαστό και κατοχυρωμένο το δικαίωμα της ελευθερίας του Τύπου, αλλά είπε ότι «ο δημοσιογράφος δεν πρέπει να προσβάλλει την τιμή και την υπόληψη».

Δήλωσε ότι αποτελεί εξύβριση η φράση που περιέχεται στο επίδικο κείμενο, για τον μηνυτή ότι «χρήζει ειδικών επιστημόνων η συμπεριφορά του», όπως και η φράση «επιχειρεί αντιποίηση αρχής», αφού – κατά τον εισαγγελέα – δεν έχει καταδικαστεί για τέτοιο αδίκημα.

Στην πρότασή του ο εισαγγελέας ανέφερε πως το δημοσίευμα και οι επίμαχες φράσεις υπερβαίνουν το μέτρο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, καθώς «εμπεριέχουν καταφρόνηση».

Αναφερόμενος στη δεύτερη κατηγορία, ο εισαγγελέας είπε ότι το δημοσιοποιηθέν βίντεο συνιστά αρχείο το οποίο περιέχει ιδιωτικές στιγμές.
Ο εισαγγελικός λειτουργός δέχθηκε, επίσης, ότι το υλικό αναπαριστά ταινία και δεν μπορεί να αναχθεί στην έννοια της πολιτικής δραστηριότητας και επομένως, όπως είπε, έχει διαπραχθεί και η παραβίαση προσωπικών δεδομένων.

Στο βίντεο εμφανίζεται ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής «να υποδύεται τον αρχιφύλακα και να επιβλέπει το ξυλοκόπημα ενός κρατούμενου από δύο υποτιθέμενους αστυνομικούς». Οι συμπρωταγωνιστές του κατηγορούμενου βουλευτή στο επίμαχο βίντεο είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, τα δυο αδέλφια του και ένας φίλος του.

Κασιδιάρης: Κάναμε πλάκα

Από την πλευρά του ο Ηλίας Κασιδιάρης υποστήριξε στο δικαστήριο ότι το επίδικο υλικό δημοσιοποιήθηκε από την εφημερίδα προκειμένου να τον απαξιώσει ως πολιτικό πρόσωπο. Υποστήριξε επίσης, πως το βίντεο ήταν «ένα βίντεο παρωδία, που γυρίστηκε όταν δεν ήμουν βουλευτής και αποτελούσε αναπαράσταση κωμωδίας της δεκαετίας του ’80, με τους ανάλογους διαλόγους. Ήταν ένα οικογενειακό βίντεο, το οποίο γυρίσαμε για να κάνουμε πλάκα. Απαγορεύεται να κάνουμε πλάκα με την οικογένειά μας; […] Αλίμονο αν σε κάθε πολιτικό πρόσωπο έβγαζαν στη φόρα τις προσωπικές του στιγμές».

Τι είπε για το βίντεο με το Μπαλτάκο

Ο βουλευτής ρωτήθηκε από τους συνηγόρους υπεράσπισης των δύο δημοσιογράφων, αν το «βίντεο με τον Μπαλτάκο» που ο ίδιος δημοσιοποίησε, ανήκει ή όχι στην σφαίρα του «ιδιωτικού». Εκείνος απάντησε ότι «αφορούσε το δημόσιο συμφέρον, άλλο το δημόσιο συμφέρον και η κατάλυση του Συντάγματος και άλλο ότι κάνω πλάκα με την οικογένειά μου. Αν είχε βίντεο που αφορούσε το δημόσιο συμφέρον, έπρεπε να το δημοσιεύσει. Αν είχε όμως εσάς (σ.σ. απευθυνόμενος προς την πρόεδρο) στο μπάνιο σας, δε θα έπρεπε. Έχουν έρθει εδώ και κάνουν σπέκουλα για άλλη υπόθεση, αλλά εδώ δεν είμαι κατηγορούμενος».

Η πλευρά των δημοσιογράφων

Η πλευρά των δημοσιογράφων θεωρεί πως το επίμαχο υλικό έπρεπε να δημοσιοποιηθεί ως ντοκουμέντο της διάθεσης της Χρυσής Αυγής «να διαπράττει το αδίκημα της αντιποίησης Αρχής και της παράνομης βίας».

Ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ψαρράς τόνισε στους δικαστές, επικαλούμενος τη δικαστική έρευνα και την πρόταση του εισαγγελέα Ισ. Ντογιάκου, πως ο μηνυτής του είναι ηγετικό στέλεχος της εγκληματικής οργάνωσης και πως η Χρυσή Αυγή, για πρώτη φορά αντιμετωπίζεται ως οργάνωση με ιεραρχημένη δομή. 

Αναφερόμενος στον ισχυρισμό του Η. Κασιδιάρη για το επίμαχο βίντεο είπε: «Δεν θέλω να γελάσω… Δεν πρόκειται για κωμωδία, ούτε για Βέγγο. Στην ταινία, ο βασανιζόμενος ανοίγει το παράθυρο και σκοτώνεται. Πού είναι το αστείο; Εμάς μας ενδιαφέρει ότι είναι ναζιστικό στέλεχος που μετέρχεται τη βία, ως μέσο πολιτικής πράξης. Όσο για το “οικογενειακό παιχνίδι”, θέλω να πω το εξής: Είναι χρυσαυγίτες. Δεν είναι “τα αδέλφια μου και εγώ”, όπως είπαν. Χαιρετούν ναζιστικά. Έχω μελετήσει το πώς λειτουργεί αυτή η οργάνωση. Το θέαμα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο σε αυτήν την οργάνωση. Κάνουν πρόβα 30άρηδες χρυσαυγίτες με αυτά που θα έκαναν στον δρόμο! Δεν θεωρώ ότι έχω υπερβεί το μέτρο». 

Ο διευθυντής της εφημερίδας, Νικόλας Βουλέλης ανέφερε ότι το επίδικο κείμενο είναι ιδιαίτερα προσεκτικό και αποτελούσε κριτική προς τον μηνυτή και βουλευτή, ενώ επισήμανε ότι τα κείμενα του δημοσιογράφου και συγκατηγορουμένου του είναι πάντοτε εμπεριστατωμένα. Τόνισε επίσης, πως ενδιαφέρει τον κόσμο τι συμβαίνει στη Χρυσή Αυγή. Ο κ. Βουλέλης ανέφερε επίσης πως θεωρεί ότι ο κατηγορούμενος για εγκληματική οργάνωση βουλευτής δεν θίγεται από το κείμενο που δημοσιοποιήθηκε αλλά από «αυτά που κάνει στο βίντεο».

Τι κατέθεσαν οι μάρτυρες

Νωρίτερα, στο δικαστήριο κατέθεσε ο τέως πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, Δ. Τρίμμης ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων πως οι δημοσιογράφοι οφείλουν, ειδικά στο πλαίσιο έρευνας για δράση εγκληματικής οργάνωσης, να ελέγξουν και να δημοσιοποιήσουν στοιχεία: «Ο κ. Κασιδιάρης θέλει να αλλάξει την αντζέντα- είπε ο κ. Τρίμμης- και να εμφανιστεί πολιτικά διωκόμενος. Αν το βίντεο ήταν πλάκα, έπρεπε την επομένη να πει “κάναμε πλάκα”. Όταν κάνεις μηνύσεις, θέλεις να σταματήσεις τους άλλους. Το σύστημά μας εγγυάται σκληρή κριτική στα πολιτικά πρόσωπα. Ο Τύπος γράφει και ελέγχει. Αυτό το εγγυάται το Σύνταγμα».Κατέθεσε επίσης πως το επίμαχο βίντεο ήταν ουσιαστικά μία πρόβα «για αυτό που γινόταν στους δρόμους μετά, από τη Χρυσή Αυγή. Αυτό το είδαμε π.χ στη Ραφήνα, όταν ζητούσαν τα στοιχεία των μικροπωλητών στην εμποροπανήγυρη».

Ως μάρτυρας κατέθεσε και ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Νίκος Αλιβιζάτος, ο οποίος είπε ότι δεν ευσταθεί η κατηγορία που έχει αποδοθεί στους δύο δημοσιογράφους, καθώς «όσα έγραψαν ήταν κάτω από το όριο της θεμιτής κριτικής». Ο καθηγητής τόνισε στους δικαστές πως η νομολογία των δικαστηρίων «ανέχεται» πολύ εντονότερη κριτική για τα δημόσια πρόσωπα απ’ ό,τι για τον κοινό πολίτη: «Αν γίνει δεκτή η κατηγορία, τότε θα τιναχτεί στον αέρα η ελευθερία του Τύπου».

Κατάθεση έδωσε επίσης και ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, ο οποίος επισήμανε πως τα δημόσια πρόσωπα οφείλουν να είναι «ανεκτικά στην κριτική», ενώ αναφέρθηκε στην ανάγκη προστασίας της ελευθερίας του Τύπου.