Στο μεγάλο παζάρι μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ παίζεται πλέον το θέμα της απομείωσης του ελληνικού χρέους – ένα παζάρι, το οποίο έχει ήδη αποκλείσει κατηγορηματικά οποιοδήποτε ριζικό «κούρεμα» και δείχνει να οδηγεί σε μια, μακρά και θολή ακόμη, συζήτηση για μια ήπια ελάφρυνση.

Ads

Η συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ στο Βερολίνο έχει ήδη δρομολογήσει τη συζήτηση στην κατεύθυνση αυτή, με το ΔΝΤ να επιμένει μεν στην ανάγκη «διασφάλισης της βιωσιμότητας» του χρέους, αλλά να αποδέχεται σιωπηρά την θέση της Γερμανίας πως «εντός της ευρωζώνης, δεν είναι νομικά δυνατό και αποδεκτό οποιοδήποτε κούρεμα».

Σ’ αυτό το πλαίσιο, το μόνο ενδεχόμενο που συζητείται ρεαλιστικά πλέον είναι η ήπια ελάφρυνση, είτε διά της επιμήκυνσης, είτε με έναν συνδυασμό «εργαλείων», όπως είπε και η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ, με τις εισηγήσεις όλων των πλευρών να αναμένονται στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, που ξεκινά στην Ουάσιγκτον στις 15 Απριλίου.

Ήδη όμως οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει εδώ και αρκετούς μήνες, σε ανεπίσημο επίπεδο και στους «κλειστούς κύκλους» Βρυξελλών, Βερολίνου και Ουάσιγκτον, και στο τραπέζι βρίσκονται τρία βασικά σενάρια.

Ads

Ριζική απομείωση του χρέους

Το πρώτο σενάριο μάλλον είναι και το πλέον γενναιόδωρο, αλλά και το πιο δύσκολο να υλοποιηθεί στην παρούσα συγκυρία. Πρόκειται για το σχέδιο που είχε εκπονήσει από το περασμένο καλοκαίρι η ελληνική κυβέρνηση και προβλέπει γενναία αναδιάρθρωση χρέους, χωρίς έστω ονομαστικό κούρεμα. 

Με βάση αυτό το σχέδιο, προβλεπόταν αναδιάρθρωση του χρέους με έναν συνδυασμό εργαλείων – από την διαγραφή του 50% των ομολόγων του EFSF και την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ έως τη σύνδεση των επιτοκίων με τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Με βάση τις τότε εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου, αυτό το μοντέλο θα μπορούσε να μειώσει το ελληνικό χρέος κοντά στο 95% έως το 2020 από το 180% που βρίσκεται σήμερα – δηλαδή, στην πράξη θα οδηγούσε σε μια άτυπη διαγραφή της τάξης του 50%.

Το ήπιο re-profiling

Το δεύτερο σενάριο είναι εκείνο που βάζει στο τραπέζι ο ESM, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, και προβλέπει επιμήκυνση της μέσης ωρίμανσης των παλαιών δανείων (εκείνων που είχε χορηγήσει ο προσωρινός μηχανισμός EFSF) κατά 5 χρόνια, και παράλληλη ευελιξία στα ποσά που αποπληρώνει η Ελλάδα ετησίως.

Ο βασικός άξονας της εν λόγω ευελιξίας είναι η επιμήκυνση της περιόδου χάριτος – δηλαδή η μετάθεση των αποπληρωμών τόκων και πέραν του 2022, όπως προβλέπεται μέχρι στιγμής – καθώς η επιβολή πλαφόν στις ετήσιες αποπληρωμές. 

Το πιθανότερο σενάριο, δε, που ήδη έχει δει το φως της δημοσιότητας τοποθετεί αυτό το πλαφόν, το ανώτατο όριο ετήσιων αποπληρωμών, στο 15% του ΑΕΠ.

Πρόκειται για ένα μοντέλο εξαιρετικά ήπιο, που εάν προχωρήσει εκτιμάται ότι απλώς μεταθέτει το πρόβλημα σε μεταγενέστερο χρόνο, επιμηκύνοντας στην πράξη τον χρόνο αποπληρωμής από τα 32 έτη στα 50 έτη.

Η ρήτρα ανάπτυξης στις αποπληρωμές

Το τρίτο σενάριο είναι μια βελτιωμένη εκδοχή του μοντέλου του ESM  που φέρεται να επεξεργάζεται η Κομισιόν.

Και αυτή η εκδοχή βασίζεται στην επιμήκυνση των δανείων, με παράλληλη όμως περαιτέρω μείωση των – ήδη χαμηλών – επιτοκιών, και κυρίως με επιβολή «ρήτρας ανάπτυξης» στις ετήσιες αποπληρωμές.

Σ’ αυτό το σενάριο διατηρείται μεν το ανώτατο πλαφόν του 15% στις ετήσιες αποπληρωμές, παράλληλα όμως εισάγεται και πρόβλεψη που προβλέπει «πάγωμα» και μετάθεση των εν λόγω πληρωμών σε μεταγενέστερο χρόνο εάν οι επιδόσεις της οικονομίας είναι ασθενείς.

Προβλέπει, εν ολίγοις, σύνδεση του ύψους των αποπληρωμών με τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης και επιτρέπει χαλάρωση σε περιόδους ύφεσης η αναιμικής ανάπτυξης.

Πρόκειται για ένα μοντέλο που επίσης δεν οδηγεί σε ριζική απομείωση του χρέους, αλλά ανοίγει παράθυρο πιο «πολιτικής διαχείρισης» του θέματος καθώς, ούτως η άλλως, για την επόμενη δεκαετία οι ετήσιες πληρωμές που καλείται να καταβάλει η Ελλάδα είναι ήδη πολύ χαμηλότερες από το 15% του ΑΕΠ.