Την επί της αρχής διαφωνία του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, όσον αφορά στον διορισμό των επικεφαλής της Αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, απ΄ ευθείας από τον υπουργό Δικαιοσύνης, εξέφρασε ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της αξιωματικής αντιπολίτευσης Θεόφιλος Ξανθόπουλος, κατά την εισήγησή του, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Θετικά ψήφισαν ΝΔ, Κίνημα Αλλαγής και Ελληνική Λύση, αρνητικά ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ «παρών» δήλωσαν ΚΚΕ και ΜεΡΑ25.

Ads

Αναφερόμενος στους ανώτατους εισαγγελείς Χαρ. Βουρλιώτη και Παν. Καραγιάννη, που πρότεινε ο υπουργός και οι οποίοι αποχώρησαν από την ενεργό υπηρεσία στις 30 Ιουνίου, ο Θ. Ξανθόπουλος, σημείωσε ότι η παρουσία τους είναι θετική, έχουν χειριστεί υποθέσεις με ουσιαστικό και βαθύ αποτύπωμα στη δημόσια ζωή και με αμιγώς επιστημονικά κριτήρια.

«Υπάρχει όμως και η πολιτική διάσταση που επικαλύπτει τα λαμπρά βιογραφικά και τις σπουδαίες προσωπικότητες των συγκεκριμένων προσώπων, ακριβώς, διότι ο κ. υπουργός, προ διμήνου περίπου, τροποποίησε το άρθρο 47 του Ν 4557 και διεύρυνε το πλαίσιο επιλογής των προσώπων τα οποία μπορούν να στελεχώσουν την Αρχή για το ξέπλυμα», συμπλήρωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

Παράλληλα, ο Θ. Ξανθόπουλος τόνισε, ότι με την εν λόγω τροποποίηση, εκτός των ενεργεία δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, επιβλήθηκε και η επιλογή επί τιμή Δικαστών, δηλαδή συνταξιούχων, ως επικεφαλής της Αρχής.

Ads

«Με τον τρόπο ξεπερνιέται η γνώμη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου που είναι αναγκαία για τους ενεργεία δικαστές-εισαγγελείς και η επιλογή εναπόκειται πλέον απόλυτα στον εκάστοτε υπουργό Δικαιοσύνης. Είχαμε διαφωνήσει πλήρως με αυτήν τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων και την αποκλειστική ευθύνη του υπουργού και αυτή η θεσμική διαφορά εξακολουθεί και υφίσταται», υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

«Δυστυχώς, πρόκειται για μια δραματική επιβεβαίωση των επιφυλάξεων που είχαμε εκφράσει τότε», τόνισε ο ίδιος καταλήγοντας, αναφέροντας όμως τη θέση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία διαφωνεί με την επιλογή συνταξιούχων δικαστών σε δημόσιες θέσεις, αμέσως μετά την αφυπηρέτησή τους.