Η δημοσίευση ενός αποσπάσματος του ανέκδοτου τότε βιβλίου, ”Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ” στο online περιοδικό Thuglit στάθηκε αρκετή για να τον ανακαλύψει ο λογοτεχνικός ατζέντης Νατ Σόμπελ. Λίγο καιρό μετά, το πρώτο μυθιστόρημα του Stuart Neville ήταν γεγονός. Με τις ιστορίες του να εκτυλίσσονται στο σκοτεινό και υγρό τοπίο της Βόρειας Ιρλανδίας, ο Neville τάραξε τα νερά της αστυνομικής λογοτεχνίας το 2010 και θεωρείται σήμερα ο βασιλιάς του Ιρλανδικού νουάρ μυθιστορήματος.

Ads

Στις 27 Νοεμβρίου, ο Stuart Neville επισκέφθηκε την Αθήνα μετά από πρόσκληση των εκδόσεων Μεταίχμιο. Το TVXS μίλησε μαζί του για την Ιρλανδία, τη σύγχρονη νουάρ λογοτεχνία και τα σχέδιά του για το μέλλον.

-Όταν ερωτήθηκε για εσάς σε μια συνέντευξή του, ο James Ellroy είπε πως “ο τύπος ξέρει να γράφει”. Πότε πήρατε όμως την απόφαση να γράψετε ένα μυθιστόρημα και γιατί;

-Ήθελα να γράψω λογοτεχνία από τότε που ήμουν μικρό παιδί, θα έλεγα 7 με 8 ετών. Ήμουν ανέκαθεν αναγνώστης, αφού η μητέρα μου ήταν υπάλληλος βιβλιοθήκης και υπήρχε πρόσβαση σε βιβλία. Πίστευα πως ήταν κάτι το ευχάριστο να κάνει κανείς σαν επάγγελμα. Προσπάθησα αρκετές φορές να γράψω κάτι, πάντα έγραφα μερικές σελίδες και συνειδητοποιούσα ότι στην πραγματικότητα είναι δύσκολη δουλειά. Ήταν πριν από 12-13 χρόνια που συνειδητοποίησα όμως πως αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου.

Ads

-Μεγαλώσατε στη Βόρεια Ιρλανδία, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στην πλειοψηφία των μυθιστορημάτων σας. Πείτε μου για τις εμπειρίες σας εκεί και για την απόφασή σας να χρησιμοποιήσετε την Ιρλανδία σαν σκηνικό για τις ιστορίες σας.

-Όταν ξεκίνησα να γράφω σοβαρά το μόνο μέρος για το οποίο δεν ήθελα να γράφω ήταν η Ιρλανδία! Έγραψα μάλιστα δύο μυθιστορήματα, ένα που λάμβανε χώρα στη Φλόριντα και άλλο ένα στη Βόρεια Αγγλία. Αυτά μάλλον δεν θα εκδοθούν ποτέ, ήταν υπερβολικά κακά βιβλία! Μετά από αυτά μου ήρθε από το πουθενά η ιδέα για “Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ” και σίγουρα έχει να κάνει με το ότι μεγάλωσα εκεί. Όταν ήμουν μικρός το Μπέλφαστ ήταν όπως οπουδήποτε αλλού με την εξαίρεση ότι υπήρχαν στρατιώτες στους δρόμους και κάθε λίγο και λιγάκι θα υπήρχε κάπου μια έκρηξη από βόμβα ή κάποιος πυροβολισμός. Θυμάμαι μάλιστα να βρισκόμαστε σε διακοπές στις βόρειες Ιρλανδικές ακτές και να γίνεται τρομοκρατικό χτύπημα του IRA. Ήμουν πέντε ετών τότε και θυμάμαι την επόμενη μέρα να περπατώ με τη μητέρα μου έξω από μια φλεγόμενη εκκλησία.  

-Οι χαρακτήρες των ιστοριών σας εμφανίζονται σε περισσότερο από ένα βιβλίο. Θεωρείτε πως σχηματίζετε κάποιου είδους δεσμό με αυτούς που δεν σας επιτρέπει να τους “αφήσετε” εύκολα, ή αποφασίζετε από την αρχή να τους ακολουθείτε σε διαφορετικές περιπέτειες.

-Είναι πιο πολύ μια χαλαρή σειρά γεγονότων. Κρατώ πιο πολύ το κοινό πλαίσιο όπου εκτυλίσσονται τα περιστατικά και οι χαρακτήρες περνούν από τη μια ιστορία στην άλλη. Όπως ας πούμε ο James Ellroy έχει διαλέξει το Los Angeles και οι πρωταγωνιστές του αλλάζουν από το ένα βιβλίο στο άλλο. Εγώ μπορεί να κρατώ τους χαρακτήρες μου για πάνω από ένα βιβλία, αλλά σε λογικό πλαίσιο για να μη βαριέμαι. Η Serena Flanagan είναι η ηρωίδα των τελευταίων μου βιβλίων με την οποία έχω “κολλήσει” τώρα, μάλλον επειδή τη συμπαθώ περισσότερο από τους προηγούμενους, που δεν ήταν ιδιαίτερα καλοί άνθρωποι.

-Είναι η αστυνομική λογοτεχνία το μόνο είδος στο οποίο βλέπετε τον εαυτό σας να γράφει; Θα επιχειρούσατε ποτέ να κάνετε κάτι διαφορετικό;

-Καταλήγω πάντα να γράφω αστυνομική λογοτεχνία, είτε το θέλω, είτε όχι. Ωστόσο γράφω κατά καιρούς ιστορίες φαντασμάτων και διηγήματα, ωστόσο εμμένω στα αστυνομικά γιατί μου βγαίνουν φυσικά.

-Από το πρώτο σας βιβλίο, “Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ”, έχετε αλλάξει οτιδήποτε αναφορικά με τον τρόπο που γράφετε; Θα ευχόσασταν να ξέρατε κάποια πράγματα για τη συγγραφή βιβλίων όταν κάνατε τα πρώτα σας βήματα;

-Ξεκίνησα να γράφω τα βιβλία μου σε χαρτί, κάνοντας και μικρά σχεδιαγράμματα για το πως τα φαντάζομαι. Αυτό που συνειδητοποίησα με τα χρόνια είναι ότι είναι απαραίτητο να γνωρίζω ποιο θα είναι το τέλος των ιστοριών μου. Χρειάζεται να το ξέρω ώστε να στήνω τις ιστορίες μου χωρίς ελλείψεις και για να δίνω τη σωστή κατεύθυνση από νωρίς. Αυτό δε σημαίνει ωστόσο ότι στο ενδιάμεσο δεν υπάρχει  πειραματισμός.

-Το βιβλίο σας, “Here and gone”, κυκλοφόρησε με το ψευδώνυμο της Haylen Beck. Γιατί αισθανθήκατε την ανάγκη να χρησιμοποιήσετε διαφορετικό όνομα για αυτή την έκδοση;

-Από την πρώτη στιγμή που μου ήρθε η ιδέα για αυτό το βιβλίο ήξερα ότι η τοποθεσία στην οποία θα λάμβανε χώρα η ιστορία θα ήταν η Αριζόνα. Επισκέφθηκα την Αριζόνα αρκετές φορές την τελευταία δεκαετία γιατί υπάρχει εκεί ένα πολύ ωραίο βιβλιοπωλείο που πηγαίνω όποτε κάνω τουρ στην Αμερική και μένω για μερικές μέρες κάθε φορά. Ανέπτυξα έτσι ενδιαφέρον για την περιοχή και επειδή κατάγομαι από τη Βόρεια Ιρλανδία που είναι γκρίζα, πράσινη, βροχερή και υγρή τις περισσότερες φορές, μου άρεσε πολύ το διαστημικό τοπίο της περιοχής της ερήμου. Η πρώτη διαφορά ήταν αυτή. Η δεύτερη στο ότι το βιβλίο αυτό δεν ήταν μέρος κάποιας σειράς και η τρίτη στο ότι θα ήταν σίγουρα ένα βιβλίο πιο εμπορικό. Μου ήρθε λοιπόν σαν λογικό επακόλουθο να χρησιμοποιήσω αυτό το ψευδώνυμο. Ήθελα επίσης να αφήσω λίγο την τοπικιστική ταμπέλα του Μπέλφαστ με την οποία λίγο πολύ είμαι γνωστός και υπάρχει γενικά σαν κουλτούρα σε πολλούς συγγραφείς, όπως ο Ράνκιν με το Εδιμβούργο.

-Το βιβλίο σας, “Ratlines”, βρίσκεται στο στάδιο της παραγωγής σαν τηλεοπτική σειρά για την Ιρλανδική τηλεόραση. Μιλήστε μας για το πρότζεκτ αυτό.

-Ενώ ξεκίνησα να επιμελούμαι τη διασκευή για το σενάριο, αποχώρησα επί της ουσίας μετά το δεύτερο επεισόδιο γιατί ήμουν υπερπροστατευτικός προς το βιβλίο μου και θεώρησα πως δεν είμαι κατάλληλος και αντικειμενικός για αυτή τη δουλειά.

-Θα σας άρεσε να δείτε μια κινηματογραφική απόδοση ενός από τα βιβλία σας κι αν ναι, θα παίρνατε ενεργό ρόλο στο εγχείρημα;

-Σίγουρα η απάντησή μου στη δεύτερη ερώτηση είναι όχι. Πήρα το μάθημά μου! Είμαι σίγουρος πως άλλοι συγγραφείς είναι πολλοί καλοί στο να διασκευάσουν τα έργα τους για τον κινηματογράφο όμως. Τώρα αναφορικά με την πρώτη ερώτηση, δεν ξέρω πραγματικά. Η πιθανότητα του να γίνει ταινία ένα βιβλίο είναι μία στις εκατό και ξέρω συγγραφείς που ζουν έως και δέκα χρόνια μετά από τις πωλήσεις των δικαιωμάτων για αυτές. Φαντάζομαι πως θα υπέγραφα το συμβόλαιο και θα έπαιρνα τα λεφτά, αλλά από εκεί και πέρα δεν θα το σκεφτόμουν ιδιαίτερα μιας που δεν θα είχα έτσι κι αλλιώς τον έλεγχο. Ο Ellroy με είχε ρωτήσει μια φορά αν έχω πουλήσει δικαιώματα για κάποια ταινία και μου είπε: “Απλά πάρε τα λεφτά και τρέχα!”. Θεωρώ πως ο Ben Wheatley θα μπορούσε να σκηνοθετήσει τα “Φαντάσματα του Μπέλφαστ” γιατί χειρίζεται σκοτεινές υποθέσεις καλά.

-Πείτε μου μερικούς από τους αγαπημένους σας συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας.

-Φυσικά ο James Ellroy, ο Ted Lewis, η Megan Abott, αλλά και άλλοι συγγραφείς με πιο πολιτική γραφή αστυνομικών που δίνουν έμφαση στον τόπο διεξαγωγής της ιστορίας. Ξέρετε, η αστυνομική λογοτεχνία γράφεται στους δρόμους, όχι στα σαλόνια των αναγνωστών της.

– Αυτή τη στιγμή ετοιμάζετε κάποιο καινούριο βιβλίο κι αν ναι, θα θέλατε να μας δώσετε μερικές πληροφορίες γι’ αυτό;

-Ναι και όχι! Μόλις τελείωσα ένα βιβλίο αλλά δεν είμαι σίγουρος αν θα εκδοθεί, οπότε θα ξεκινήσω να γράφω κάτι άλλο. Κάποιες φορές έχεις μια ιδέα και όταν ξεκινάς να την υλοποιήσεις πας πιο μακρυά από εκεί που περίμενες. Νομίζω πως αυτή τη φορά ξέφυγα από τη ζώνη ασφαλείας μου, οπότε μάλλον θα μπει στην άκρη.

Τα βιβλία του Stuart Neville κυκλοφορούν στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.  

image