Την περασμένη εβδομάδα είχαμε ένα σκέτο Brexit.  Ούτε lexit δεν λέγεται, ούτε πρόκειται για κάποια νίκη ενάντια στη λιτότητα (η οποία στην Αγγλία εφαρμόζεται με εξαιρετική ‘επιτυχία’ από τους συντηρητικούς χωρίς να τους πιέζει καμιά ΕΕ).  Το Brexit ήταν ξεκάθαρα βασισμένο πάνω σε μια σκληρά ακροδεξιά ατζέντα.  Ξενοφοβία, ρατσισμός και μια ψευτο-νοσταλγία για τις ‘παλιές καλές ημέρες’ της αυτοκρατορίας ήταν τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του leave στρατοπέδου.  Αυτό προφανώς και δεν σημαίνει ότι όποιος ψήφισε leave εντάσσεται απαραίτητα και σε μια από αυτές τις κατηγορίες. 

Ads

Όμως το τι είχε στο κεφάλι του ο κάθε άνθρωπος που στήριξε την έξοδο δεν έχει καμία σημασία.  Ναι, υπήρξαν σίγουρα άνθρωποι που το είδαν ως ένα είδος ψήφου διαμαρτυρίας χωρίς να είναι ακροδεξιοί ή ρατσιστές.  Όμως στο τέλος της ημέρας είναι η ακροδεξιά που καρπώνεται την κάθε ψήφο υπέρ της εξόδου, ακριβώς λόγω της ηγεμονίας της στο στρατόπεδο του Brexit.  Για όποιον/α έχει ακόμα αμφιβολίες για την διαπίστωση αυτή, αρκεί να δείτε το παρακάτω βίντεο:

Όσο αφορά το lexit, μάλλον πρόκειται για όρο πιο διαδεδομένο στην Ελλάδα παρά στο Ηνωμένο Βασίλειο.  Αυτό που παραγνωρίζουν όσοι (καλοπροαίρετα) θεωρούν ότι το  lexit θα μπορούσε να είναι η απάντηση της αριστεράς στην Αγγλία είναι ότι το θέμα της εξόδου είναι συνυφασμένο με την ακροδεξιά ατζέντα όχι εδώ και πέντε μήνες, αλλά εδώ και μερικά χρόνια.  Ακριβώς αυτό ήταν το κυρίαρχο αίτημα με βάση το οποίο αναδύθηκε από την ανυπαρξία το ukip, καταφέρνοντας σταδιακά να σπρώξει προς τα δεξιά κι ένα κομμάτι των συντηρητικών.  Όταν λοιπόν εκλέχτηκε ο Corbyn στην ηγεσία των εργατικών τον περασμένο Σεπτέμβρη (ο οποίος μαζί με τον κόσμο που τον στηρίζει είναι ό,τι πλησιέστερο στην αριστερά υπάρχει εδώ, με όρους τουλάχιστον πολιτικής αναγνωσιμότητας), ήταν ήδη πολύ αργά για να ηγεμονεύσει η αριστερά πάνω στο αίτημα της εξόδου. 

Κατόπιν του δημοψηφίσματος, κομμάτια του κόσμου που ψήφισε remain επιδεικνύουν συμπεριφορές που επιδεινώνουν ακόμα παραπέρα την ήδη παραπαίουσα πραγματικότητα.  Από τη μια πλευρά, αρκετοί αντιδρούν με έναν ελιτισμό απέναντι στους «φτωχούς και αμόρφωτους που μας βγάλαν από την ΕΕ».  Από την άλλη πολλοί είναι αυτοί που τρέχουν να υπογράψουν αιτήματα για δεύτερο δημοψήφισμα.  Στην πρώτη περίπτωση έχουμε έναν κοινωνικό ρατσισμό ο οποίος απλά καταφέρνει να διχάσει ακόμα περισσότερο την αγγλική κοινωνία.  Τέτοιου είδους αντιδράσεις κλείνουν τα μάτια απέναντι στα υπαρκτά προβλήματα και περιθωριοποίηση που μεγάλα κομμάτια της εργατικής τάξης βιώνουν από την εποχή της Θάτσερ κι έπειτα. 

Ads

Εν τέλει αυτός ο ελιτισμός το μόνο που καταφέρνει είναι να σπρώχνει τους φτωχούς ακόμα πιο πέρα στην ακροδεξιά αγκαλιά του Νιγκέλ Φαράζ.  Στη δεύτερη περίπτωση, όσοι υπογράφουν ιδέες για δεύτερα δημοψηφίσματα αδυνατούν να δουν το πόσο επικίνδυνη είναι μια τέτοια πρόταση.  Αδυνατούν να δουν το πώς από τη στιγμή που με τον πιο εξόφθαλμο τρόπο αρχίζουμε να γινόμαστε επιλεκτικοί απέναντι σε δημοκρατικά αποτελέσματα, δημιουργούμε επικίνδυνα ιστορικά προηγούμενα για το μέλλον.  Ας υποθέσουμε ότι όντως κατόπιν της οριακής νίκης του leave περνούσε η πρόταση και διεξαγόταν δεύτερο δημοψήφισμα με νέο όριο νίκης στο 65 ή στο 70%.  Τότε γιατί να μην κάνουμε και δεύτερες εκλογές αν τυχόν μεθαύριο βγούνε πρώτοι π.χ. οι εργατικοί με διαφορά μόλις ένα τις εκατό από τους συντηρητικούς;

Με την αντίδρασή της στο Brexit, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) παίζει το παιχνίδι της ακροδεξιάς.  Το Brexit είναι σημείο καμπής καθώς ενισχύει μια υπάρχουσα ροπή προς τη διάλυση της Ένωσης με ακροδεξιό πρόσημο.  Η ΕΕ έχει ήδη κάνει ό,τι μπορεί τα τελευταία έξι χρόνια για να ωθήσει προς τη φτωχοποίηση μεγάλες μερίδες του ευρωπαϊκού πληθυσμού.  Δεύτερον, έχει ήδη φροντίσει να δείξει ότι έχει ένα τεράστιο έλλειμα δημοκρατίας στο εσωτερικό της, με πιο τρανταχτό παράδειγμα τη συντριβή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πέρυσι το καλοκαίρι.  Αυτή τη στιγμή όλα δείχνουν ότι θα επιλέξει να κρατήσει μια εξίσου σκληρή στάση απέναντι στη Μεγάλη Βρετανία. 

Η κυρίαρχη αντίληψη μέχρι στιγμής είναι ‘αφού θέλατε Brexit, σηκωθείτε και φύγετε το συντομότερο’.  Η στάση αυτή δικαιολογείται στο όνομα της αβεβαιότητας που επικρατεί μέχρις ότου η Μεγάλη Βρετανία να το κάνει επίσημο αίτημα εξόδου.  Αυτό που παραβλέπει όμως αυτή η αντίληψη είναι ότι με το να δυναμιτίζει ακόμα περισσότερο μια ήδη πολωμένη κατάσταση, επί της ουσίας επιτυγχάνει το ακριβώς ανάποδο από αυτό που επιδιώκει.  Ακόμα κι αν καταφέρει να περιορίσει την αβεβαιότητα στο σήμερα, την ίδια στιγμή προδιαγράφει την εκθετική αύξησή της στο αύριο.  Χειροτερεύοντας ακόμα περισσότερο την εικόνα της, η ΕΕ στρώνει βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς στην υπόλοιπη Ευρώπη (βλέπε Λεπέν), προεξοφλεί αντίστοιχα δημοψηφίσματα αλλού στην Ευρώπη και ανοίγει τις ορέξεις όσων ονειρεύονται κλειστά σύνορα και απελάσεις.      

* Ο Στέφανος Ιωάννου είναι διδάκτωρ Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Λίντς