Το Νίκο Φίλη υπερασπίστηκε η πρώην βουλευτής και καθηγήτρια Ιστορίας στο ΑΠΘ, Μαρία Ρεπούση. «Προσωπικά, τρόμαξα με τις ανακοινώσεις των κομμάτων και της κυβέρνησης και του ΠαΣοΚ… Αυτά είναι πολύ ανησυχητικά» σημείωσε προσθέτοντας ότι τα κοινοβούλια δεν μπορούν να αποφαίνονται για το ιστορικό παρελθόν. Χαρακτήρισε μάλιστα κάτι τέτοιο επικίνδυνο μονοπάτι. 

Ads

«Τι δουλειά έχουν τα κοινοβούλια να αποφαίνονται για το παρελθόν; Αυτό είναι ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι, διότι τα εθνικά κοινοβούλια – δεν μιλάω για τα διεθνή φόρα, ούτε για τον ΟΗΕ – , δεν έχουν δουλειά να αποφαίνονται για το ιστορικό παρελθόν. Υπάρχει η ιστορική επιστήμη η οποία ερευνά, συμπληρώνεται, αλλάζει μέσα στα χρόνια και έχει να κάνει με τη διατήρηση του ιστορικού παρελθόντος, δηλαδή με το να το καθιστά κάθε φορά ζωντανό. Το πρώτο λάθος – κατά την άποψή μου -, βρίσκεται εκεί» δήλωσε στον «ΑΘΗΝΑ 9.84».

«Τα εθνικά κοινοβούλια προχώρησαν και όχι μόνον αποφαίνονται για το παρελθόν, χαρακτηρίζουν τι έγινε και τι δεν έγινε, αλλά έχουν ψηφίσει και νόμους που ποινικοποιούν την αντίθετη άποψη. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο…  Από το 2008 υπάρχει μια διεθνής πρωτοβουλία που ονομάζεται “Ελευθερία για την Ιστορία”. Έχει υπογραφεί από 1.374 επιφανείς ιστορικούς, από 49 χώρες σε όλο τον κόσμο, η οποία κάνει έκκληση στον ορθό λόγο των πολιτών και υποστηρίζει ότι η ιστορία δεν μπορεί να είναι σκλάβα ούτε της επικαιρότητας, ούτε της εθνικής εξωτερικής πολιτικής του κάθε κράτους, ούτε να γράφεται καθ’ υπαγόρευση της μνήμης, που δεν είναι ενιαία, είναι ανταγωνιστική…» σημείωσε επιπλέον η Μαρία Ρεπούση. 

«Σε ποιο κόσμο οδηγούμαστε, μέσα από αυτή την ανάμειξη της πολιτικής στην ιστορία; Εάν κάποια κοινότητα, κάποιο έθνος, κάποια θρησκευτική ομάδα, αισθάνεται ότι έχει λόγους να διεκδικήσει, ποινικά, κάποια αναγνώριση, υπάρχουν διεθνή φόρα και ο ΟΗΕ που διασφαλίζει αντικειμενικότητα στις αποφάσεις και την χρησιμοποίηση των όρων, γιατί όλα αυτά είναι αντικείμενο διαλόγου και επεξεργασίας» πρόσθεσε. 

Ads

Για την διάταξη για ποινικοποίηση της αντίθετης άποψης αναφορικά με τις αναγνωρισμένες από την ελληνική Βουλή γενοκτονίες ανέφερε: «Μια διάταξη που δεν ψήφισε τότε ούτε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ούτε εγώ προσωπικά, παρόλο που το κόμμα μου τότε, η Δημοκρατική Αριστερά, είχε ταχθεί υπέρ αυτής. Την θεωρώ εξαιρετικά επικίνδυνη».  

«Αυτή η ιστορία των νόμων της μνήμης, τι πρέπει να θυμόμαστε και τι πρέπει να ξεχάσουμε και ποιος τιμωρείται για το τι θυμάται και τι λέει, έχει απασχολήσει τη διεθνή κοινότητα. Στη Γαλλία έγιναν δίκες με βάση τους νόμους της μνήμης… Εάν θεσπίσουμε τέτοιες πρακτικές, οι οποίες έχουν ξεκινήσει από πολύ καλές προθέσεις, δηλαδή η ποινικοποίηση της άρνησης του Ολοκαυτώματος ήταν αυτή που οδήγησε στο να ψηφίζονται οι σχετικές διατάξεις από τα εθνικά κοινοβούλια… Εκεί, στην άρνηση του Ολοκαυτώματος, κρυβόταν στην ουσία η δικαιολόγηση της ναζιστικής θυριωδίας. Αν και η αφετηρία ήταν σωστή, οδηγούμαστε σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια» υποστήριξε.  

«Στην Ελλάδα, έχουμε καταλήξει να ασκείται ένα είδος εθνικής τρομοκρατίας. Η εθνική ορθότητα έχει φτάσει να τρομοκρατεί κάποιον ιστορικό, πολιτικό, που μπορεί να έχει μια διαφοροποίηση στην κυρίαρχη εθνική άποψη. Αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό. Και δεν είναι αλήθεια το επιχείρημα που λένε τώρα για τον κ. Φίλη, ότι είναι υπουργός Παιδείας, διότι τα έχω υποστεί κι εγώ – που δεν ήμουν υπουργός Παιδείας -, ιστορικοί, αλλά και απλοί πολίτες, οι οποίοι τόλμησαν να θέσουν κάποια ερωτήματα στο κυρίαρχο εθνικό αφήγημα. Πρέπει ανεξαρτήτως κομμάτων, να βγουν οι φωτισμένοι άνθρωποι αυτού του τόπου – γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί – και να μιλήσουν» κατέληξε.