Σύγκλιση στα πλεονάσματα και τους δημοσιονομικούς στόχους, ρήξη στο ασφαλιστικό και εμπλοκή σε ΦΠΑ και φορολογικό βγάζει ο πρώτος γύρος του τελικού μπρα ντε φερ με τους πιστωτές – ένας γύρος, στον οποίο δανειστές μπαίνουν με σκληρή, έως και εμπρηστική, γραμμή.

Ads

Το πεντασέλιδο κείμενο που δόθηκε στον Αλέξη Τσίπρα στην χθεσινοβραδυνή συνάντησή του με τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ συνιστά, σε πρώτη ανάγνωση, πρόταση ρήξης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις για μείωση συντάξεων και εκτόξευση του κόστους της ενέργειας. Είναι ένα κείμενο που, σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία «έντιμου συμβιβασμού» και που φέρει βαριά τη σφραγίδα του ΔΝΤ – ταυτόχρονα, όμως, δεν είναι “take it or leave it” και, κυρίως, δεν αποτυπώνει συμπαγή θέση μεταξύ των πιστωτών.

Τα ρήγματα και τις αποκλίσεις φρόντισε να επισημάνει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη δήλωσή του μετά την τετράωρη συνάντηση εξαίροντας την «εποικοδομητική διάθεση» μόνον της Κομισιόν και τονίζοντας ότι στο τραπέζι παραμένει και η ελληνική πρόταση, την οποία χαρακτήρισε και ως «μόνη ρεαλιστική» λύση.

Διαβάστε επίσης:
Λεπτό προς λεπτό: Όλα όσα έγιναν πριν και μετά τη συνάντηση Τσίπρα – Γιούνκερ 

Ads

Στον αντίποδα, η απολύτως μη ρεαλιστική πρόταση των δανειστών, περιλαμβάνει μειώσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις και εκτίναξη του ΦΠΑ σε ηλεκτρικό ρεύμα, τρόφιμα και εστίαση. Συγκεκριμένα, προβλέπει:

  • Δύο συντελεστές ΦΠΑ – έναν στο 11%, στον οποίον θα ενταχθούν και τα φάρμακα, και έναν στο 23% στον οποίο θα ενταχθούν η ενέργεια και η εστίαση.

  • Μείωση κύριων και επικουρικών συντάξεων κατά το 1% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 1,8 δις ευρώ. Εδώ, το «παράθυρο» που αφήνεται ανοιχτό είναι η αντικατάσταση των μειώσεων με «ισοδύναμα» μέτρα, τα οποία ωστόσο είναι στα όρια του ανέφικτου να εξευρεθούν μέσω δημοσιονομικών περικοπών.

  • Κατάργηση του ΕΚΑΣ. Είναι ισως η πιο προκλητική – κοινωνικά και πολιτικά – απαίτηση, με δεδομένο το αμελητέο δημοσιονομικό όφελος, καθώς το συνολικό ετήσιο κόστος του ΕΚΑΣ δεν φθάνει καν τα 100 εκατ. ευρώ.

  • Ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ και της «μικρής ΔΕΗ», μιας προοπτικής που έχει επανειλημμένα αποκλείσει η κυβέρνηση.

  • Απελευθέρωση ομαδικών απολύσεων. Πρόκειται για μάλλον διαπραγματεύσιμη απαίτηση, καθώς το χθεσινβραδυνό κλίμα, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, έδειξε ότι υπάρχει διάθεση υπαναχώρησης των πιστωτών συνολικά στα εργασιακά.

  • Πρωτογενή πλεονάσματα 1% για το 2015, 2% για το 2016, 3% για το 2017 και 3,5% για το 2018.

Από αυτό το πακέτο, στο οποίο σημειωτέον, δεν υπάρχει και καμία αναφορά στην ελάφρυνση του χρέος, πολύ δύσκολα μπορεί να προκύψει οδικός χάρτης λύσης, όπως τόνιζαν χθες το βράδυ κυβερνητικές πηγές. Τόσο στην Αθήνα όμως όσο και στις Βρυξέλλες η εκτίμηση ήταν πως υπάρχει ακόμη δρόμος και περιθώρια διαπραγμάτευσης.

Ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε τη νύχτα στις Βρυξέλλες ότι απαιτείται «ρεαλισμός» κι ότι «υπάρχει η διάθεση να καταλήξουμε σε συμφωνία τις επόμενες μέρες», έσπευσε ωστόσο να ξεκαθαρίσει ότι «προτάσεις όπως το να κοπεί το ΕΚΑΣ στους χαμηλοσυνταξιούχους ή να αυξηθεί ο ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό 10 μονάδες είναι προτάσεις που φυσικά δεν μπορούν να έχουν καμία βάση συζήτησης».

Στην ουσία, κυβερνητικά στελέχη τόνιζαν ότι «φαίνονται μαχητές οι απαιτήσεις στον ΦΠΑ», πρόσθεταν ωστόσο ότι αυτό το κείμενο σε καμία περίπτωση «δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση ενιαίας και μακρόπνοης λύσης».

Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν, άλλωστε, αναμενόμενη και στις Βρυξέλλες όπου κοινοτικοί παράγοντες επιβεβαίωναν ανοιχτά την αντίθεση της Κομισιόν ειδικά στο θέμα των περικοπών στις συντάξεις – ένα θέμα, το οποίο έχει επιβάλλει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, στην ατζέντα το ΔΝΤ. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο Αλέξης Τσίπρας υπέδειξε, εμμέσως πλην σαφώς, ως μοναδικό «εποικοδομητικό συνομιλητή» της Αθήνας σ’ αυτή την οριακή φάση την Κομισιόν. Η ισχύς και η αξιοπιστία του συγκεκριμένου διαύλου θα μετρηθεί μέσα στις επόμενες ώρες και ημέρες, στις οποίες αναμένονται ουκ ολίγες ακόμη ανατροπές, ανταλλαγές κειμένων και αλλαγές θέσεων και προθέσεων…

Ολόκληρη η δήλωση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα μετά τη συνάντηση με Γιούνκερ-Ντάισελμπλουμ:

«Είχαμε μια φιλική και εποικοδομητική συζήτηση με τον πρόεδρο Γιούνκερ, αργότερα και με το επιτελείο του. Την παρέα μας, αργότερα, πλαισίωσε και ο Γερούν Ντάισελμπλουμ.
 
Το συμπέρασμα αυτής της συζήτησης είναι πως η πρόταση που έχει καταθέσει η ελληνική πλευρά παραμένει η μόνη ρεαλιστική και εποικοδομητική πρόταση στο τραπέζι. Βεβαίως από τις προτάσεις που ακούσαμε από την πλευρά των τριών θεσμών θέλω να κρατήσω, ως βάση συζήτησης, τα χαμηλά, τα χαμηλότερα σε σχέση με τα προηγούμενα προγράμματα, πλεονάσματα. Και, βεβαίως, υπάρχουν και πολλά άλλα κοινά σημεία. Υπάρχουν, όμως, και σημεία τα οποία κανείς δεν θα μπορούσε να προσεγγίσει, διότι όλοι πρέπει να γνωρίζουμε ότι μιλάμε για μία χώρα που τα τελευταία πέντε χρόνια έχει υποστεί μια μεγάλη οικονομική καταστροφή, χάσαμε το 25% του ΑΕΠ από πέντε χρόνια σκληρής λιτότητας.

Προτάσεις, λοιπόν, που επαναφέρουν στο τραπέζι ιδέες όπως το να κοπεί το ΕΚΑΣ στους χαμηλοσυνταξιούχους, ή να αυξηθεί ο ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό 10 μονάδες είναι προτάσεις που φυσικά δεν μπορούν να έχουν καμία βάση συζήτησης. Παρόλα αυτά υπήρξε από την πλευρά της Κομισιόν εποικοδομητική διάθεση να φτάσουμε σε έναν κοινό τόπο.
 
Οι προτάσεις, που ούτως ή άλλως η ελληνική κυβέρνηση έχει καταθέσει, αποτελούν τον μέχρι τώρα κοινό τόπο. Οι συζητήσεις θα συνεχιστούν και νομίζω ότι το θετικό της σημερινής ημέρας είναι η απόδειξη, από την πλευρά της κομισιόν, τουλάχιστον -των συνομιλητών μας, δηλαδή- ότι υπάρχει η διάθεση προκειμένου πολύ σύντομα να καταλήξουμε σε μια συμφωνία ρεαλιστική. Και, επαναλαμβάνω, ότι η ρεαλιστική βάση της συζήτησης παραμένει η πρόταση της ελληνικής πλευράς.
 
Οι συζητήσεις θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα, τις επόμενες μέρες, και μπορώ να πω ότι όσο κανείς συζητάει με ειλικρίνεια τόσο πιο κοντά βρίσκεται στο να προσεγγίσει μια κοινά αποδεκτή λύση».