Αν σε κάτι συμφωνούν οι δημοσκοπήσεις που έρχονται στη δημοσιότητα το τελευταίο διάστημα αυτό είναι ότι τα ποσοστά του νέου δικομματισμού, ΝΔ -ΣΥΡΙΖΑ, είναι πολύ χαμηλά. Παρά την πόλωση, παρά την σκλήρυνση της αντιπαράθεσης και των διλημμάτων, κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν καταφέρνει να αποκτήσει δυναμική κυριαρχίας. Είναι ελάχιστες οι μετρήσεις στις οποίες καταγράφονται σε ποσοστό άνω του 20%, ενώ το 25% θεωρείται αυτή τη στιγμή ουτοπικό. Παρόλο που υπάρχει πολύς πολιτικός χρόνος μέχρι τις ευρωεκλογές, κοινή είναι η εκτίμηση στα κομματικά επιτελεία ότι η τάση που διαμορφώνεται είναι μια τάση κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού. Η αίσθηση αυτή ενισχύεται από το ρεύμα που διαμορφώθηκε υπέρ του Ποταμιού και το οποίο δείχνει δίψα για κάτι νέο και διαφορετικό, για έναν άλλο κώδικα πολιτικής λειτουργίας και συμπεριφοράς.

Ads

 
Το ΠΑΣΟΚ-Ελιά έχει συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ένα 6 με 7% θα είναι καλή επίδοση, παρόλο που στις εκλογές του 2012 το κόμμα του Ευ. Βενιζέλου κινούνταν κοντά στο 13%. Και στη ΔΗΜΑΡ έχουν ρίξει τον πήχυ στην εκλογή ενός ευρωβουλευτή, το οποίο μπορεί να συμβεί ακόμη και με 3%, με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Η Δράση δεν καταφέρνει να αγγίξει το 1%, παρόλο που έχει καταθέσει σαφείς θέσεις για τα οικονομικά θέματα, οι Οικολόγοι ζουν τη διάσπαση της διάσπασης και ο Στ. Θεοδωράκης ηγείται με το καλημέρα της τρίτης πολιτικής δύναμης που προβάλλει και υπόσχεται καμία σχέση με το κομματικό σύστημα.
 
Όλοι γνωρίζουν ότι μετά τις ευρωεκλογές θα ανοίξουν σοβαρά θέματα στο εσωτερικό των κομμάτων, αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πολιτικά γεγονότα και εξελίξεις, όπως κανείς δεν είχε προβλέψει ότι θα εμφανιστεί το Ποτάμι ταρακουνώντας το πολιτικό οικοδόμημα. Ανεξάρτητα από την τύχη που θα έχει αργότερα το εγχείρημα του Σταύρου Θεοδωράκη, αν σημειώσει μια καλή επίδοση στις ευρωεκλογές, αυτό θα κινητοποιήσει και άλλους μετά να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους παίζοντας με την ανάγκη των πολιτών να στραφούν σε κάτι που δεν έρχεται από το χθες. Προϋπόθεση, όπως αποδεικνύεται, είναι η αναγνωρισιμότητα και η εναλλακτική επικοινωνία και αυτό είναι κάτι που ήδη συζητείται από ενδιαφερόμενους να δοκιμαστούν στη δημόσια σφαίρα.
 
Στη Νέα Δημοκρατία υπάρχει μεγάλη ευφορία για τον επικοινωνιακό αντίκτυπο της διανομής του κοινωνικού μερίσματος από το πρωτογενές πλεόνασμα, όπως επίσης της ανοιχτής στήριξης των εταίρων/πιστωτών στην κυβέρνηση Σαμαρά. Η ικανοποίηση μεγαλώνει χάρη στις δυσκολίες του ΣΥΡΙΖΑ να βρει το βηματισμό του στο νέο πολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται και δεν αφήνει χώρο για σοβαρούς προβληματισμούς σε σχέση με το βαθμό αποδοχής της κυβέρνησης από τους πολίτες. Αρκεί να βγαίνουν τα νούμερα και αυτό δεν είναι πάντα κάτι αντικειμενικό, μπορεί να είναι αρκούντως υποκειμενικό, δηλαδή να συναρτάται από τις επιδόσεις των άλλων.