Την πεποίθησή της ότι υπάρχει «καταδότης» (όπως τον αποκαλεί η ίδια), που συνέβαλε στη σύλληψή της εκφράζει η Πόλα Ρούπα με κείμενό της, που απέστειλε στο bloko.gr μέσω του δικηγόρου της:

Ads

Ολόκληρο το κείμενό της

Σε όλες τις υποθέσεις συλλήψεων για ένοπλη δράση υπάρχει  περιγραφή του τρόπου που οι διωκτικοί μηχανισμοί κατάφεραν την κάθε σύλληψη.
Κάθε κατασταλτικό χτύπημα εξάλλου συνοδεύεται πάντα από ένα ιστορικό για το πώς έγιναν οι συλλήψεις, το οποίο δεν διαψεύδεται με διαφορετικές αφηγήσεις, τόσο εντός όσο και εκτός των διωκτικών μηχανισμών.

Ως προς τα γεγονότα των συλλήψεων, ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρξε σύγχυση, συσκότιση, παραπληροφόρηση σε καμία απολύτως υπόθεση. Η πρώτη φορά ιστορικά που συμβαίνει αυτό είναι στην σύλληψη τη δική μου και της Αθανασοπούλου Κωνσταντίνας. Το πώς οι διωκτικοί μηχανισμοί έφτασαν σε εμάς, πώς έγινε το 3ο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα είναι κάτι που πρέπει να απαντηθεί. Είναι η πρώτη φορά που αγωνιστές πέφτουν στα χέρια του κράτους και δεν ξέρουν πώς έγινε. Που δεν μπορούν να δώσουν μια ασφαλή εξήγηση. Και πώς να μπορούν όταν οι αφηγήσεις για το γεγονός της σύλληψης περισσεύουν;

Ads

Ο μόνος τρόπος για να εξηγηθεί αυτό το πρωτοφανές φαινόμενο στην ιστορία των κατασταλτικών χτυπημάτων, είναι ότι κάποια πολύ ισχυρά συμφέροντα βρίσκονται πίσω από αυτή την παραπληροφόρηση, τη σύγχυση, τη σιωπή. Προφανώς και υπάρχουν κάποιοι που δεν θέλουν να μαθευτεί η ‘‘διαδρομή’’ που οδήγησε το κράτος στις συλλήψεις μας. Κάποιοι πολιτικοί και κρατικοί παράγοντες που θέλουν να παραμείνει κρυφός ο τρόπος που με εντόπισαν. Και για να θέλουν τόσο πολύ να μείνει κρυφός, δεν υπάρχει άλλη εξήγηση εκτός από το ότι η αποκάλυψή του θα συνιστά μείζον πολιτικό θέμα για την κυβέρνηση, αλλά και για όσους έχουν με τον άλφα ή βήτα τρόπο εμπλακεί σε αυτή την υπόθεση.

Προφανώς, αυτές οι πολιτικές προεκτάσεις είναι τόσο σοβαρές που πολιτικοί και κρατικοί παράγοντες επ’ουδενί δεν θέλουν να αποκαλυφθούν. Εν τέλει δυσκολεύομαι να πειστώ ότι κανένας πολιτικός παράγοντας εκτός κυβέρνησης δεν προσπάθησε να ‘‘σκαλίσει’’ για αντιπολιτευτικούς λόγους την ιστορία αυτή. Υπάρχει άραγε κάποιας μορφής διακομματική συνδρομή ή ανοχή στις όποιες παρασκηνιακές κινήσεις και τις ‘‘κάτω από το τραπέζι’’ συμφωνίες της κυβέρνησης, οι οποίες είναι σε τέτοιον βαθμό επιλήψιμες ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν αποσταθεροποιητικά όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά για όλο το πολιτικό σύστημα;

Έχουν κατ’ επανάληψη τονίσει κυβερνητικοί παράγοντες την πολιτική σημασία της σύλληψής μου. Αυτή η σημασία ιεραρχήθηκε σε τέτοιο βαθμό σημαντική ώστε προχώρησαν σε κάποιου είδους συμφωνία ‘‘με τον διάβολο’’, η οποία συμφωνία τους έχει δέσει χειροπόδαρα και δεν μπορούν να αντέξουν την δημοσιοποίηση της αλήθειας; Αντ’ αυτού επιβάλλεται μια διακομματική ομερτά, σύγχυση και παραπληροφόρηση;

Προφανώς και μόνο μια ιδιαίτερης μορφής, μια μοναδική ιστορικά κατάδοση υπάρχει πίσω από τη επιτυχία της σύλληψής μου. Έχω ξαναπεί πως και ικανότητα σκέψης έχω και τα γεγονότα μπορώ να αναλύω και καταλαβαίνω πολλά περισσότερα απ’ όσα λέω. Επίσης, γίνονται και λάθη, όπως έχω ξαναπεί. Και αργά ή γρήγορα ακόμα και εκ των αποτελεσμάτων και των ‘‘ευεργετικών’’ ανταλλαγμάτων του καταδότη ή των καταδοτών, θα αποκαλυφθεί περί τίνος πρόκειται.

Καλά θα έκαναν λοιπόν, οι πάσης φύσεως κρατικοί παράγοντες που έχουν με τον άλφα ή βήτα τρόπο εμπλακεί  σε αυτή την ιστορία ή είναι γνώστες της, να είχαν μιλήσει εξαρχής. Ή μάλλον επειδή κάποιοι μίλησαν τουλάχιστον τις πρώτες ημέρες των συλλήψεων, θα ήταν πιο φρόνιμο για τους ίδιους να αποστασιοποιηθούν απ’ όλη αυτή την ιστορία.

Τα δημοσιεύματα πάνω στο ζήτημα είναι πολλά και κάποιες φορές το ένα αναιρεί το άλλο με πιο χαρακτηριστικά δύο από αυτά, από διαφορετικούς αστυνομικούς συντάκτες να αμφισβητούν τις πληροφορίες συναδέλφων τους για την ύπαρξη καταδότη ή καταδοτών, ενώ σε άλλο πρόσφατο δημοσίευμα αναφέρεται ότι είναι υπό συζήτηση αν πρόκειται να δοθεί το 1εκατομμύριο της επικήρυξης σε πληροφοριοδότη, του οποίου η πληροφορία αλλά και ύπαρξή του η ίδια είναι αμφίβολη. Γι’ αυτό το συγκεκριμένο δημοσίευμα μόνο ως προάγγελος εξελίξεων πάνω στο ζήτημα της κατάδοσής μου μπορεί να εξηγηθεί και μάλιστα, με στόχο να συσκοτίσει και να παραπλανήσει και όχι να αποσαφηνίσει την αλήθεια επί του ζητήματος.

Πριν φτάσω όμως σε αυτό το δημοσίευμα, έχει αξία να κάνω μια..ιστορική αναδρομή σε ό, τι έχει λεχθεί για την σύλληψή μου. Τα πρώτα δημοσιεύματα που αφορούσαν στον τρόπο που οι διωκτικοί μηχανισμοί έφτασαν σε εμένα, μιλούσαν καθαρά για την ύπαρξη καταδότη. Την ίδια ημέρα των συλλήψεων η Καθημερινή είχε δημοσιοποιήσει πως ‘‘ένας άνδρας πέρασε το κατώφλι της ΓΑΔΑ πριν τρεις εβδομάδες’’ και ‘‘παρείχε κρίσιμα στοιχεία για τις κινήσεις της καταζητούμενης, λαμβάνοντας εγγυήσεις για την εκταμίευση του ενός εκατομμυρίου’’. Στην ίδια εφημερίδα στις 8/1/17 αναφέρεται πάλι η ίδια πληροφορία. Στις 16/1 η ίδια εφημερίδα και ο ίδιος συντάκτης αναφέρει σε ένα πιο αναλυτικό άρθρο ότι ‘‘ δυο τουλάχιστον άτομα απευθύνθηκαν στις Αρχές, δηλώνοντας πρόθυμα να παράσχουν πληροφορίες για την Πόλα Ρούπα διεκδικώντας τα χρήματα της επικήρυξης ή ευνοϊκότερη μεταχείριση για ποινική υπόθεσή τους’’. Αν ισχύει αυτό προφανώς και υπήρχε..μεγάλη προσφορά ίσως και κάποιος συνωστισμός από καταδότες στη ΔΑΕΕΒ. Το σημαντικότερο όμως είναι η αναφορά σε ‘‘ευνοϊκή μεταχείριση για ποινική υπόθεσή τους’’.

Έχω γράψει σε παλιότερο κείμενο πάνω στο ζήτημα αυτό πως οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν να επιδείξουν κάποια ηθική αναστολή πάνω στο ζήτημα της συνεργασίας τους και της συνδιαλλαγής τους με ποινικούς καταδότες. Το ιστορικό προηγούμενο υπάρχει και αφορά στην κατάδοση επικηρυγμένου με το ίδιο ποσό ατόμου καταδικασμένου για συμμετοχή σε ένοπλη οργάνωση το οποίο το κατέδωσε άτομο του ποινικού χώρου και μάλιστα, δεν είχαν καμία ηθική συστολή να δώσουν πληροφορίες για τις ασχολίες του εν λόγω καταδότη ο οποίος συμμετείχε σε κύκλωμα αγοραπωλησιών όπλων. Παρ’ όλα αυτά, το εκατομμύριο το έλαβε και μάλιστα, με κάθε επίσημο και καθ’ όλα νόμιμο και φανερό τρόπο. Οι αναφορές του καταδότη με αρκετές μάλιστα, λεπτομέρειες είχαν γίνει λίγες ημέρες μετά τη σύλληψη του συγκεκριμένου καταζητούμενου.

Όλα τα ΜΜΕ έδιναν πληροφορίες για αυτόν(ότι ήταν ποινικός- πωλητής όπλων) και για τις υπογραφές των τότε υπουργών Δημόσιας Τάξης (Β.Κικίλια)και Οικονομικών (Χ.Σταϊκούρα) που είχαν βάλει για την εκταμίευση του 1 εκατομμυρίου ευρώ και την αποζημίωσή του.Πιο αναλυτικές πληροφορίες για την διαδικασία που ακολουθήθηκε τότε, είχε δώσει η Καθημερινή στις 30/05/15. Σε αυτό το δημοσίευμα αναφέρεται η υπουργική απόφαση που υπεγράφη στις 16/1/15 και που τροποποιούσε τις διατάξεις του Ιανουαρίου του 2014 αναφορικά με τις επικηρύξεις καταζητούμενων για ένοπλη δράση. Να υπενθυμίσω ότι οι επικηρύξεις εκείνες που είχαν αποφασιστεί από την κυβέρνηση της Ν.Δ με υπουργό Δημόσιας Τάξης τον Δένδια αφορούσαν εκτός από το συγκεκριμένο πρόσωπο, τον Νίκο Μαζιώτη και εμένα.

Προκειμένου να πληρώσουν τον τότε καταδότη για την προσφορά του, κυβερνητικά στελέχη της Ν.Δ προέβησαν σε λογιστικές ενέργειες ενώ ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Βασίλης Κικίλιας και ο τότε υπουργός Οικονομικών Χρ.Σταϊκούρας υπέγραψαν τη νέα απόφαση ώστε να μεταφερθούν τα χρήματα της επικήρυξης από ένα κωδικό του προϋπολογισμού με τίτλο «έκτακτα έξοδα δημόσιας ασφάλειας» σε νέο κωδικό με τίτλο «απόρρητες δαπάνες» του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, με τρόπο που να διασφαλίζεται η ανωνυμία του πληροφοριοδότη.

Τελικά το κράτος αποζημίωσε με το 1εκ.ευρώ τον καταδότη για την προσφορά του, και μάλιστα αυτό έγινε με την πρέπουσα δημοσιοποίηση χωρίς να υπάρχει καμία συστολή τόσο για το κοινωνικό προφίλ του ατόμου ο οποίος προφανώς και το εκατομμύριο θα το επένδυσε στις ‘‘επιχειρηματικές του δραστηριότητες’’ και ούτε υπήρξε φυσικά καμία συστολή για το γεγονός ότι αυτό το εκατομμύριο δινόταν μέσα στην καρδιά της κρίσης και ενώ η πλειοψηφία της κοινωνίας μαστίζεται από την φτώχεια.

Ιεραρχώντας την πολιτική βαρύτητα της συγκεκριμένης σύλληψης, χωρίς διόλου να αισχύνονται η τότε κυβέρνηση συνεργάστηκε άψογα με έναν ποινικό παραβάτη χωρίς να επιθυμεί τίποτα να μείνει κρυφό, εκτός φυσικά, από τα στοιχεία του. Γιατί λοιπόν, στην δική μου περίπτωση, είναι οι μηχανισμοί τόσο..εχέμυθοι; Με βάση την ιστορία της κατάδοσης τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας, αν ο καταδότης ή οι καταδότες στην δική μου σύλληψη, είναι ποινικοί που είτε ζητούσαν το εκατομμύριο είτε ποινικά ανταλλάγματα, προφανώς και δεν θα υπήρχε πρόβλημα να γίνει αυτό γνωστό.

Γιατί εξάλλου στη μία περίπτωση το κράτος επί της ουσίας να χρηματοδοτεί έναν έμπορο όπλων και στην άλλη να έχει ηθικό πρόβλημα να παραδεχτεί ότι ευνόησε κάποιο ποινικό σε υποθέσεις  του; Αυτού του είδους η συνδιαλλαγή με το κράτος προβλέπεται σε πλείστες περιπτώσεις και με βάση τον ποινικό κώδικα. Πόσο μάλλον αν πρόκειται για υπόθεση σύλληψης ατόμου για ένοπλη δράση το οποίο μετά μανίας καταδιώκουν για χρόνια χωρίς αποτέλεσμα, γνωρίζοντας μάλιστα τις πολιτικές του διαθέσεις, τους στόχους και τις δυνατότητές του για το μέχρι πού μπορεί να φθάσει. Κατανοώ ότι θα συνδιαλέγονταν όχι μόνο με ένα, αλλά με πολλούς ‘‘διαβόλους’ προκειμένου να βρεθώ στα χέρια τους. Το να έμπαινε ξανά μπροστά το σχέδιο δράσης του Επαναστατικού Αγώνα- κάτι που ανέμεναν και γι’ αυτό είχαν επεκτείνει και είχαν εντατικοποιήσει τις έρευνές τους με πολυμελή κλιμάκιο που ασχολιόταν μόνο με εμένα- ήταν γι’ αυτούς ένας εφιάλτης. Ιδίως ο Σύριζα γνώριζε τόσο ότι ήταν παντελώς απαξιωμένος και τρομερά ευάλωτος πολιτικά όσο ευάλωτο ήταν(και είναι)το οικονομικό καθεστώς στη χώρα. Αν ο Επαναστατικός Αγώνας είχε την ευχέρεια να υλοποιήσει το σχέδιό του, οι επιπτώσεις για το καθεστώς θα ήταν πολύ μεγάλες.

Αυτό το γνώριζαν πριν με συλλάβουν και το ομολόγησαν με πολλούς τρόπους αφού με συνέλαβαν. Μιλούσαν για τις «κολοσσιαίες επιπτώσεις» στο πολιτικό και οικονομικό καθεστώς που θα είχε αν προχωρούσε ο Επαναστατικός Αγώνας στην ενέργεια ενάντια στην COSCO για την οποία βρήκαν στοιχεία στο σπίτι μου. Όμως αυτό το χτύπημα που αφορούσε σε μια προηγούμενη επιλογή κίνησης, είχε παγώσει γιατί είχαμε προσανατολιστεί σε άλλα ακόμα πιο αποτελεσματικά ως προς την σημασία τους στην καθεστωτική σταθερότητα χτυπήματα, με πολύ καλά προσδιορισμένες τις διαστάσεις και τις επιπτώσεις τους σε κάθε επίπεδο. Αντιλαμβάνομαι ότι άξιζε για το καθεστώς να συμμαχήσει με τον ‘‘διάβολο’’ για τον οποίο ούτε την προέλευσή του δεν μπορεί να αποκαλύψει, ακριβώς γιατί θα άρχιζε να ξετυλίγεται το κουβάρι της συνδιαλλαγής με όλα τα επιλήψιμα για το καθεστώς στοιχεία που την συνοδεύουν.

Στην περίπτωση του ποινικού καταδότη που προανέφερα απέναντι στον οποίο το κράτος υπήρξε ιδιαίτερα γαλαντόμο προφανώς και ιεραρχώντας τους καθεστωτικούς κινδύνους της συνδιαλλαγής, οι κρατικοί και πολιτικοί παράγοντες κατέληξαν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η ποινική συμπεριφορά του καταδότη όχι μόνο είναι μη συγκρίσιμο στοιχείο για το καθεστώς μπροστά στην απαίτηση (σε εκείνη την περίπτωση η απαίτηση ήταν πολύ πιεστική από το κράτος των ΗΠΑ) για την σύλληψη του επικηρυγμένου, αλλά μίλησαν και δημόσια για όλη αυτή την συνδιαλλαγή. Στην δική μου περίπτωση ποιά είναι αυτή η ποινική υπόθεση που καθιστά απαραίτητη προφανώς για πολιτικούς λόγους, αυτή την επίσημη ομερτά;

Το γεγονός της κατάδοσης μόνο δύο δημοσιεύματα επιχείρησαν να το διαψεύσουν. Κατόπιν όμως των πιέσεων που ασκούν στους μηχανισμούς οι απαιτήσεις του καταδότη (ή των καταδοτών) να του δοθούν τα ανταλλάγματα και καθώς αυτά με κάποιο τρόπο θα είναι αδύνατο να μην φανούν, τις απόπειρες κάποιων παραγόντων να διαψεύσουν τα περί κατάδοσης μέσω αστυνομικών συντακτών, τα αμφισβήτησαν τελικά οι ίδιοι οι μηχανισμοί δημοσιοποιώντας υπηρεσιακό έγγραφό τους το οποίο αφορούσε σε κατάθεση αστυνομικού της ίδιας υπηρεσίας στις 4/1/2017 και ώρα 23:20μ.μ, δηλαδή, λίγες ώρες πριν την επιχείρηση των συλλήψεών μας, και στο οποίο αναφέρεται ότι περί τα τέλη Σεπτεμβρίου ’16 η υπηρεσία έλαβε πληροφορία σύμφωνα με την οποία εγώ αναγνωρίστηκα από κάποιον στα νότια προάστια. Πολύ συγκεκριμένη δηλαδή πληροφορία (sic). Και είναι τυχαίο το γεγονός ότι η κατάθεση αντί να δοθεί από τον συγκεκριμένο αστυνομικό μέσα στο διάστημα που οι ‘‘πληροφορίες’’ δόθηκαν στην ΔΑΕΕΒ, δόθηκε λίγες ώρες πριν την σύλληψή μου;

Θα αναφερθώ εδώ σε άλλο έγγραφο της δικογραφίας μου που αφορά σε κατάθεση άλλου μάρτυρα. Δημοσιογράφος του αστυνομικού ρεπορτάζ σε τηλεοπτικό κανάλι είχε καλεστεί στις 25/10/2016 να δώσει ένορκη κατάθεση στον ειδικό εφέτη ανακριτή Ευτύχιο Νικόπουλο. Ο δημοσιογράφος σε αυτήν την κατάθεση μιλούσε για την έρευνα που ο ίδιος έκανε σχετικά με μια πληροφορία που είχε από δική του πηγή σχετικά με πρόσωπο που πλησίασε τη ΔΑΕΕΒ για να πει ότι με αναγνώρισε. Η ‘‘αναγνώριση’’ είχε γίνει σε ένα παιδοδοντιατρείο και κατόπιν αυτού έγινε κινητοποίηση που επεκτάθηκε ακτινωτά στην ευρύτερη περιοχή του Αμαρουσίου και της Κηφισιάς, δηλαδή στα βόρεια προάστια, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Σύμφωνα δηλαδή, με δύο διαφορετικές πληροφορίες που υπάρχουν στην δικογραφία μου, η ΔΑΕΕΒ είχε πληροφορία για νότια προάστια (στο έγγραφο μιλάνε για Βούλα, Γλυφάδα, Ηλιούπολη, Αργυρούπολη), αλλά και για τα βόρεια. Συνεπώς οι έρευνές τους ήταν στο μηδέν. Κοινώς κυνηγούσαν ‘‘φαντάσματα’’. Αν συνυπολογίσουμε και τις πληροφορίες που έδιναν στην δημοσιότητα τον Σεπτέμβρη του ’16 μετά την απαλλοτρίωση της Εθνικής στη Μαλεσίνα Φθιώτιδας, και σύμφωνα με τις οποίες με αναζητούσαν σε Στερεά Ελλάδα και Θεσσαλία, προφανώς και οι κατευθύνσεις των ερευνών τους ήταν πολύ.. στοχευμένες. Το πιο ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με αυτή την ‘‘πληροφορία’’ ήταν ότι αρχικά αυτή αφορούσε στα βόρεια προάστια, τα οποία έγιναν..νότια λίγες ώρες πριν την σύλληψη. Και δεδομένου ότι αυτή η ‘‘πληροφορία’’ δημοσιεύεται κιόλας κατόπιν των πιέσεών μου για την αποκάλυψη των γεγονότων, μόνο ως μια ακόμα προσπάθεια συσκότισης των γεγονότων και παραπληροφόρησης μπορώ να το δω. Το ίδιο θα έκανε και οποιοσδήποτε ασχολιόταν με λίγη σοβαρότητα με το ζήτημα, και δεν δημοσιοποιούσε ασχολίαστο κάθε έγγραφο που του πασάρει η ‘‘αντιτρομοκρατική’’. Λίγη κριτική σκέψη δεν βλάπτει.

Ας υποθέσουμε ότι αυτό το έγγραφο δεν αποσκοπεί σε καμία προσπάθεια συσκότισης της αλήθειας και ήταν αληθής, ότι δηλαδή κάποιος όντως με αναγνώρισε κάπου στα νότια προάστια. Είναι δυνατόν να συζητείται να δοθεί 1 εκατομμύριο ευρώ σε έναν πληροφοριοδότη που δίνει ως σημείο έρευνας το1/4  σχεδόν του λεκανοπεδίου; Όμως τελικά δεν αφορούσε ούτε καν αυτό το 1/4 του λεκανοπεδίου. Η κατάθεση αυτή του αστυνομικού αφορά σε μια υπηρεσιακή και κυβερνητική ανάγκη να εξακολουθεί να υπάρχει συσκότιση γύρω από το ερώτημα ποιος ή ποιοι με κατέδωσαν. Πάντως για να δημοσιοποιεί η ΔΑΕΕΒ αυτό το έγγραφο σημαίνει, ότι πλέον αποδέχονται δημόσια την ύπαρξη καταδότη.  Όμως αυτή η ιστορία για άτομα που με αναγνώρισαν στα νότια προάστια καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα.

Η αλήθεια είναι ότι οι χρόνοι των γεγονότων της δικής μου κατάδοσης και αυτής που αφορά στον επικηρυγμένο για ένοπλη δράση τον οποίο κατέδωσε ποινικός, έχουν μια συνάφεια. Στην γνωστή υπόθεση η μεταφορά του 1 εκατομμυρίου ευρώ από τον κωδικό του προϋπολογισμού με τίτλο «Έκτακτα έξοδα δημόσιας ασφάλειας» σε κωδικό με τίτλο «Απόρρητες δαπάνες» του υπουργείου Δημόσιας Τάξης είχε γίνει 13 ημέρες μετά τη σύλληψη του συγκεκριμένου καταζητούμενου.                     

Μια ‘‘σύμπτωση’’ ως προς τους χρόνους είναι το ότι λίγες ημέρες μετά τη σύλληψή μου σύμφωνα με επερώτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Βουλή είχαν ‘‘χαθεί’’ 2 εκατομμύρια 300 χιλιάδες ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό. Ο Μητσοτάκης ούτε απάντηση δημόσια έλαβε γι’ αυτό ούτε ο ίδιος επανήλθε με νέα ερώτηση. Μια δεύτερη ‘‘σύμπτωση’’ είναι ότι το δημοσίευμα με την μαρτυρία του αστυνομικού της ΔΑΕΕΒ σχετικά με την ‘‘πληροφορία’’ για την ‘‘παρουσία’’ μου στα νότια προάστια και η αναφορά ότι εξετάζεται αν ο συγκεκριμένος «πληροφοριοδότης» λάβει τελικά το εκατομμύριο της επικήρυξης, κάτι που ίσως προαναγγέλλει εξελίξεις πάνω στο θέμα, γίνεται 4 περίπου μήνες μετά την σύλληψή μου -σε ίδιο σχετικά χρόνο που χρειάστηκε η τότε κυβέρνηση- του Σύριζα-ΑΝΕΛ αυτή την φορά, για να πληρώσει τον τότε καταδότη.

Όσον αφορά το ζήτημα των ποινικών ανταλλαγμάτων που αναφέρθηκε επανειλημμένως για τον ή τους καταδότες, αυτό όπως έχω ήδη πει θα φανεί εκ του αποτελέσματος και αφού αυτά τα ανταλλάγματα δεν θα προβλέπονται με βάση την ποινική θέση των ευεργετηθέντων από το κράτος καταδοτών. Και φυσικά, αφού όποιος ή όποιοι και αν είναι αυτοί που με κατέδωσαν, σίγουρα γνώριζαν για εμένα – ίσως και από πρώτο χέρι- δεν θα μου είναι διόλου δύσκολο να καταλάβω ποιοι είναι. Και τότε να γνωρίζουν όλοι ότι δεν θα μείνω αδρανής. Ένα ακόμα στοιχείο το οποίο φέρνω τώρα στην δημοσιότητα είναι ένα άλλο έγγραφο της δικογραφίας που αφορά σε άλλη ‘‘μαρτυρία’’ σχετικά με το γκαράζ της οδού Κύπρου στον Άλιμο. Σύμφωνα με αυτό το έγγραφο με ημερομηνία 5/1, ένας αστυνομικός της ΔΑΕΕΒ κατέθεσε ότι η υπηρεσία ‘‘δέχτηκε τηλεφώνημα στις 11:28΄ από άγνωστο άνδρα ημεδαπό που του είπε ότι στην οδό Κύπρου 26 στον Άλιμο σε ισόγειο γκαράζ η Πόλα Ρούπα κρύβει όπλα’’.  Να επισημάνω ότι στον συγκεκριμένο χώρο κανένας δεν με γνώριζε ούτε είχα επαφή έστω και τυχαία ούτε με ένοικο ούτε με γείτονα.

Η μαρτυρία αυτή είναι αβάσιμη και το πιθανότερο είναι την πληροφορία να την έδωσε κάποιος που γνώριζε για το γκαράζ. Το πιθανότερο είναι τόσο το σπίτι μου όσο και το γκαράζ να το έδωσε το ίδιο πρόσωπο. Το σίγουρο πάντως είναι πως στο γκαράζ δεν έφτασαν από μαρτυρία περιοίκου, όπως δεν υπήρξε και καμία μαρτυρία για εμένα, αφού όλα αυτά τα χρόνια ζούσα με το παιδί μου μια καθόλα κανονική και κοινωνική ζωή, το οποίο επιβεβαιώνεται και από καταθέσεις μαρτύρων μετά την σύλληψή μας. Αν εγώ είχα πλήθος καθημερινών προσωπικών επαφών με άτομα που δεν ήξεραν και κανένας δεν με αναγνώρισε- πώς να ευσταθεί ο όποιος ισχυρισμός ότι με αναγνώρισε κάποιος- κάπου τυχαία; Η  ‘‘επιχειρηματολογία’’ των μηχανισμών πάνω στο ζήτημα είναι ιδιαιτέρως έωλη. Εξάλλου ενημερώνω τους διώκτες μου, πως εγώ είχα αναγνωρίσει γυναίκα της ‘‘αντιτρομοκρατικής’’ που βρισκόταν σε υπηρεσία αναγνώρισής μου μέσα στο πλήθος σε σταθμό του μετρό, πέρασα από μπροστά της, όμως αυτή δεν με αναγνώρισε. Αυτή τη μέθοδο την είχαν χρησιμοποιήσει  πρώτη φορά στον σύντροφο Νίκο Μαζιώτη και ειδικά για τον εντοπισμό του είχαν στείλει κλιμάκιο στο εξωτερικό για να εκπαιδευτεί πάνω σε αυτό τον τρόπο εντοπισμού καταζητούμενου μέσα στο πλήθος. Φυσικά εμείς τότε δεν το γνωρίζαμε και αυτή την πρακτική την πληροφορηθήκαμε μετά τη σύλληψη του συντρόφου. Τελικά όμως, ‘‘έπεσα ’’ κι εγώ πάνω σε μια τέτοια έρευνα χωρίς όμως να με αναγνωρίσει κανείς.       Πώς θα με αναγνώριζε κάποιος άσχετος; Μάλλον φαντάσματα έβλεπαν οι ‘‘πληροφοριοδότες’’ της ΔΑΕΕΒ – αν υπήρξαν πληροφοριοδότες – αφού η έκταση των ερευνών ήταν τέτοιου εύρους και έκτασης που καθιστά παντελώς γελοίο κάθε ισχυρισμό περί πληροφορίας ανθρώπου άγνωστου προς εμένα που βοήθησε έστω και κατ’ ελάχιστο στη σύλληψή μου. Και τα φαντάσματα αυτά ήταν αποτέλεσμα του άγχους των κατασταλτικών μηχανισμών και ειδικά των διωκτών μου που με έβλεπαν ακόμα και στον ύπνο τους.

Όσον αφορά το ζήτημα του γκαράζ της Κύπρου  αν είχαν οι διωκτικοί μηχανισμοί υπομονή και δεν βιάζονταν, θα έψαχναν πρώτα τα στοιχεία γι’ αυτό στο σπίτι μου – τα οποία στοιχεία υπήρχαν –και δεν θα πήγαιναν αμέσως εκεί πετώντας στη συνέχεια  – για να καλύψουν το γεγονός ότι η πληροφορία αυτή ήρθε ‘‘πακέτο’’ με τις υπόλοιπες για μένα – μέσα στην δικογραφία ένα εσωτερικό έγγραφο που μιλούσε για τηλεφώνημα αγνώστου ο οποίος τους έλεγε πως εκεί η Ρούπα κρύβει όπλα. Εκτός κι αν ο ίδιος που με ‘‘έδωσε’’, προσφέρθηκε εκ των υστέρων να μιλήσει και για το γκαράζ.

Τα ‘‘σκοτεινά ’’σημεία στην υπόθεση της σύλληψής μου περισσεύουν. Αφού κανένας από τους διωκτικούς, τους δικαστικούς μηχανισμούς και την κυβέρνηση δεν μιλάει για τα γεγονότα και εξακολουθούν να κάνουν βεβιασμένες και λάθος κινήσεις που στην ουσία και με βάση την κοινή λογική επιβεβαιώνουν όλο και περισσότερο το γεγονός της κατάδοσης, δύο είναι οι εκδοχές για την συνέχεια. Ή θα προχωρήσουν και θα δώσουν τα όποια ανταλλάγματα υποσχέθηκαν εκθέτοντας πλέον τους καταδότες σε δημόσια θέα ή δεν θα δώσουν τίποτα και έτσι θα κουκουλώσουν τα πάντα.

Το σίγουρο είναι πως αν τυχόν δοθεί το εκατομμύριο πράγμα που επίσης θα μαθευτεί ας μην επιχειρήσουν ξανά να μιλήσουν για τον «πληροφοριοδότη των νοτίων προαστίων», γιατί είναι πραγματικά, γελοίο. Κανένας δεν θα τους πιστέψει.  Αν αποφασίσουν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους περί ‘‘ποινικών ανταλλαγμάτων, τότε τον καταδότη ή τους καταδότες καλά θα κάνουν να τους εξαφανίσουν από προσώπου γης.

Έχω γράψει επανειλημμένα πως το 3ο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα είναι το πιο βίαιο και το πιο επαίσχυντο χτύπημα στην ιστορία γιατί είχε σαν πρώτο στόχο το παιδί μας. Η απόφαση της κυβέρνησης, των διωκτικών και δικαστικών μηχανισμών να θέσουν σε καθεστώς αιχμαλωσίας και να επιχειρήσουν να τσακίσουν ένα εξάχρονο παιδί για πολιτικούς λόγους, υποκινήθηκε σε μεγάλο βαθμό από μια λανθάνουσα άποψη που πριν με συλλάβουν είχε το χαρακτήρα βεβαιότητας, ότι είμαι απομονωμένη και ευάλωτη. Συνεπώς το παιδί μου θα ήταν ένα εύκολο γι’ αυτούς θύμα.

Σύμφωνα με την εξέλιξη και την αποκάλυψη των γεγονότων η αίσθηση περί απομόνωσής μου αφορά και στο γεγονός της κατάδοσης. Μόνο που έκαναν λάθος. Όχι μόνο εξαναγκάστηκαν να τεθούν σε άτακτη υποχώρηση ακυρώνοντας τα σχέδια για το παιδί μας, αλλά έχουν τώρα να αντιμετωπίσουν νέες πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις στην υπόθεσή μου και την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, τις οποίες πριν με συλλάβουν έκαναν ότι δεν έβλεπαν. Τους διαμήνυσα από την πρώτη στιγμή που με συνέλαβαν πως δεν είμαι εύκολη αντίπαλος.

Και όσον αφορά το ζήτημα της σύλληψής μου, δεν πρόκειται και ούτε θα αφήσω να μείνει ανεξιχνίαστη αυτή η υπόθεση. Το πώς τελικά με συνέλαβαν. Ούτως ή άλλως μιλούν και θα μιλήσουν κι άλλο τα ίδια τα γεγονότα και τα λάθη των εμπλεκομένων. Εξάλλου μια σειρά λαθών έχουν ήδη γίνει και είναι αρκετά αποκαλυπτικά.

Πόλα Ρούπα