«Ελπίζω να φανώ αντάξιος» δήλωσε ο νέος υπηρεσιακός πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμμένος παραλαμβάνοντας την εντολή σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης. Απευθυνόμενος στον Κάρολο Παπούλια πρόσθεσε πως «υπό τη δική σας καθοδήγηση πρέπει να διαφυλάξουμε το κύρος της πατρίδας και την ομαλή μετάβαση σε μία νέα πολιτική κυβέρνηση».

Ads

 
Μιλώντας το Φεβρουάριο στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μελών της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών ο Παναγιώτης Πικραμμένος, ως πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, τόνιζε πως «η κρίση άρχισε δυστυχώς ως οικονομική, όμως εξελίσσεται ραγδαία σε κρίση ηθικών αξιών και σε κρίση θεσμών», υπογραμμίζοντας πως τα προβλήματα έχουν συσσωρευτεί λόγω της επί σειρά ετών αδιαφορίας του πολιτικού συστήματος.
 
Ο Παναγιώτης Πικραμμένος, ο νέος υπηρεσιακός πρωθυπουργός, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών ολοκληρώνει τις σπουδές του στη Νομική Σχολή Αθηνών του Καποδιστριακού το 1968. Γνωρίζει τρεις ξένες γλώσσες αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά.
 
Με την ολοκλήρωση των σπουδών του άσκησε το επάγγελμά του στην Αθήνα με εξειδίκευση στο Ναυτικό Δίκαιο. Το 1972 εργάστηκε στο δικηγορικό γραφείο Ince&Co του Λονδίνου και δύο χρόνια μετά πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο Paris II, απ’ όπου και έλαβε τον μεταπτυχιακό τίτλο DES de Droit Public.
 
Κατόπιν διαγωνισμού, διορίζεται το 1976 ως εισηγητής στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πέντε χρόνια αργότερα, προήχθη στον βαθμό του παρέδρου, ενώ το 2007 προάγεται σε αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και δύο χρόνια αργότερα σε πρόεδρος.
 
Ο Παναγιώτης Πικραμμένος είναι και πρόεδρος του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) και έχει διατελέσει μέλος νομοπαρασκευαστικών επιτροπών, καθώς και υπηρεσιακών συμβουλίων. Ειδικότερα τη διετία 1991-1993, διετέλεσε σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη σε θέματα δημοσίου δικαίου, ενώ το 1990 και 1991 ήταν μέλος της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής – ΚΕΝΕ.
 
Προήδρευσε της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του υπουργείου Δικαιοσύνης για την ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2002/58/ΕΚ «για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες» (Ν. 3471/2006 «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του Ν. 2472/1997»).
 
Επιπλέον, προήδρευσε της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του υπουργείου Δικαιοσύνης για την ενσωμάτωση της οδηγίας 2006/24/ΕΚ (σχέδιο νόμου με τίτλο «Διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών και τροποποίηση του Ν. 3471/2006»).
 
Διετέλεσε εισηγητής σε σημαντικές υποθέσεις ενώ, υπό την προεδρία του, έχουν εκδοθεί πολλές αποφάσεις μείζονος σπουδαιότητας. Ειδικότερα, ήταν εισηγητής, μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις του δασικού νόμου, της ανέγερσης του Μουσείου της Ακρόπολης, του γηπέδου της Α.Ε.Κ., ενώ προήδρευσε στις υποθέσεις του Μνημονίου, της έκτακτης εισφοράς, η οποία εισπράχθηκε μέσω της ΔΕΗ (το λεγόμενο «χαράτσι»), του «Καλλικράτη», κ.λπ.
 
Διετέλεσε μέλος της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που εκπόνησε το σχέδιο του νόμου 3674/2008 «Ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου διασφάλισης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας και άλλες διατάξεις». Από το 2005 έως το 2009 ήταν γενικός διευθυντής της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, θέση από την οποία υπέβαλε παραίτηση, μετά την προαγωγή του σε πρόεδρο του ΣτΕ (2009).