Είναι άνεργοι, δεν έχουν κανέναν για να στηριχθούν, στερούνται ιατροφαρμακευτικής κάλυψης, κοιμούνται στο δρόμο, φοβούνται τη νύχτα και πέφτουν θύματα εγκληματικών ενεργειών. Σε μεγάλο βαθμό, καταφεύγουν στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Κατά τα λοιπά, στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι άτομα παραγωγικής ηλικίας. Όσα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν τη δεινή θέση στην οποία βρίσκονται, κατά τις εκτιμήσεις, έως και 20.000 άστεγοι ανά την επικράτεια. Tvxs Εκστρατεία: Κανείς άστεγος στο δρόμο

Ads

 
Εν αναμονή της καταγραφής του φαινομένου από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, έως σήμερα δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες επίσημες στατιστικές για τους άστεγους. Ωστόσο, χρήσιμα στοιχεία αντλεί κανείς από έρευνες Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, όπως και φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
 
Σύμφωνα με έκθεση της ερευνήτριας Όλγας Παπαλιού για το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, χρησιμοποιώντας την ευρωπαϊκή τυπολογία για την έλλειψη στέγης –ETHOS (Απρίλιος 2009), και κατόπιν αιτήματος του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της χώρας κατέγραψαν 7.720 άστεγους από προνοιακές δομές. «Στη συγκεκριμένη καταγραφή δεν συμπεριλαμβάνεται ο μεγάλος αριθμός των παράνομων μεταναστών, ούτε των πολιτικών προσφύγων που διαμένουν προσωρινά σε κέντρα υποδοχής προσφύγων-αιτούντων άσυλο, ούτε και των μετακινούμενων Ρομά/Τσιγγάνων που ζουν σε καταυλισμούς, κατηγορίες για τις οποίες προβλέπονται ειδικά προγράμματα στήριξης», σημειώνει η ερευνήτρια.
 
Όπως ήταν αναμενόμενο, η πλειοψηφία του δείγματος, κατά 69%, ζει στην Αττική. Στη Θεσσαλονίκη καταγράφηκαν 552 άτομα, στην Αχαΐα 415, στον Έβρο 275, στη Λάρισα 111 και στην υπόλοιπη χώρα 930 άτομα.  Ουδείς άστεγος καταγράφηκε στους νομούς Γρεβενών, Δράμας, Κιλκίς, Κοζάνης και Φωκίδας.
 
Οι μισοί έμειναν χωρίς στέγη λόγω ανεπαρκών οικονομικών πόρων. Το 46,4% λόγω ανεργίας, το 35,4% λόγω ανεπαρκούς στήριξης από την οικογένεια, το 16,6% λόγω διαζυγίου / χωρισμού και το 13,3% λόγω χρήσης ουσιών. Επιπλέον, η ψυχική νόσος είναι μία από τις αιτίες για την απώλεια στέγης (7,7%). Με παρόμοια ποσοστά ακολουθούν η κατάσχεση κατοικίας και η αποφυλάκιση (6,6%).
 
Το 25% των άστεγων έχει παραμείνει στη φυλακή, με μέσο χρόνο παραμονής 29 μήνες. Το 20% έχει νοσηλευτεί για πρόβλημα σχετικό με τη ψυχική υγεία. Το 14% έχει κάνει το τελευταίο διάστημα χρήση ναρκωτικών και το 34% χρήση αλκοόλ. Το 76% δηλώνει ότι έχει πέσει θύμα ληστείας κατά την παραμονή του στο δρόμο και το 59% νιώθει ανασφάλεια τη νύχτα. Το 55% αξιολογεί την υγεία του ως πολύ κακή ή απλώς κακή και το 58% δεν έχει καμία κάλυψη υγείας.
 
Το 98% αφορά άτομα της παραγωγικής ηλικίας. Το 15% αφορά αλλοδαπούς. Το 10% γυναίκες. Οι μισοί είναι άγαμοι. Το 31% διαζευγμένοι ή σε διάσταση. Το 63% ζει σε υπαίθριους χώρου και το 24% σε εγκαταλελειμμένα κτίρια. Το 71% καταφεύγει για βοήθεια στην εκκλησία και μόλις το 9% στις κοινωνικές υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Το 11% ζητά τη συνδρομή ιδιωτών. Το 48% ζητά βοήθεια για να βρει εργασία. Παράλληλα, διαπιστώνεται σοβαρή έλλειψη υποδομών για τη φιλοξενία των άστεγων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
 
«Το γεγονός ότι στη χώρα μας οι άστεγοι δεν ορίζονται ως μία από τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες του πληθυσμού, έχει ως συνέπεια την έλλειψη δημόσιων πολιτικών και αποτελεσματικών μέτρων για την αντιμετώπιση του αποκλεισμού από την κατοικία», επισημαίνει η κ. Παπαλιού, μιλώντας για «ακραία έκφραση κοινωνικού αποκλεισμού». Στέκεται δε στην έλλειψη ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το οποίο θα λειτουργούσε ως δίχτυ προστασίας.
 
Η ερευνήτρια του ΕΚΚΕ τονίζει πως δεν είναι όλοι οι άστεγοι σε κοινή θέα, ούτε όλοι διαμένουν προσωρινά σε ξενώνες. Άστεγοι είναι και εκείνοι οι οποίοι φιλοξενούνται αναγκαστικά, γιατί έχασαν την κατοικία τους, ή απειλούνται με έξωση, ή ζουν σε ακατάλληλες στεγαστικές συνθήκες, που δεν καλύπτουν τις βασικές προδιαγραφές μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.
 
Η ίδια διαχωρίζει το φαινόμενο σε 4 κατηγορίες:
 
1. Άστεγοι στο δρόμο (roofless): χωρίς πρόσβαση σε οποιοδήποτε κατάλυμα για όλο το 24ωρο, ή πρόσβαση μόνο για μία νύχτα σε ξενώνες ύπνου.
 
2. Άτομα που στερούνται κατοικίας (houseless): με προσωρινή διαμονή σε ξενώνες για άστεγους, για γυναίκες θύματα κακοποίησης, για μετανάστες, για πρόσωπα που αποφυλακίζονται ή παίρνουν εξιτήριο από ιδρύματα και στερούνται άλλης κατοικίας.
 
3. Άτομα που διαβιούν σε επισφαλείς συνθήκες στέγασης (insecure housing): με προσωρινή φιλοξενία εξ ανάγκης ή παράνομη κατάληψη – χρήση χώρου/κτιρίου για στέγαση ή απειλή έξωσης από μισθωμένη ή ιδιόκτητη κατοικία ή
απειλή βίας ή κινδύνου.

 
4. Άτομα που διαβιούν σε ανεπαρκή/ακατάλληλα καταλύματα (inadequate housing): με διαμονή σε χώρους ακατάλληλους για κατοικία, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία και τους ισχύοντες περιορισμούς ή διαμονή σε συνθήκες που υπερβαίνουν την ελάχιστη επιτρεπτή επιφάνεια κατοικίας ανά άτομο.
 
Το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχε έως σήμερα ένα οργανωμένο σύστημα συλλογής στατιστικών στοιχείων σχετικά με την έλλειψη στέγης, με αποτέλεσμα να μην έχει διαμορφωθεί μια σαφής και συνολική εικόνα του προβλήματος, μάλλον, καταδεικνύει τα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης της εικόνας η οποία κυριαρχεί εδώ και χρόνια. «Τα περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα προέρχονται από τους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι ασχολούνται με συγκεκριμένες ευάλωτες ομάδες πληθυσμού που αντιμετωπίζουν έλλειψη στέγης, ως ένα επί μέρους πρόβλημα της ομάδας – στόχου τους», παρατηρεί η κ. Παπαλιού.
 
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με έρευνα της ΜΚΟ Κλίμακα σε δείγμα 200 άστεγων (χρήστες υπηρεσιών σε 3 μεγάλα αστικά κέντρα το 2006), το 75% ήταν άνδρες, με μέση ηλικία τα 47 έτη. Το 9,3% ήταν αναλφάβητο. Το 33,3% είχε ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και το 23% τη δευτεροβάθμια. Το 11% είχε αποφοιτήσει από ΑΕΙ ή ΤΕΙ. Το 42% είχε παιδιά. Το 25% είχε συγγενείς οι οποίοι δεν διατίθεντο να τους βοηθήσουν. Το 37,7% διαβίωνε στο δρόμο έως ένα χρόνο και το 46,5% για περισσότερο από 3 χρόνια.