Την παραπομπή σε δίκη, δύο υπαλλήλων της ΕΥΠ, για παραβίαση μυστικών της Πολιτείας και του πρώην υπουργού, Μιχάλη Καρχιμάκη, για ηθική αυτουργία, εισηγείται στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, η εισαγγελέας Μαρία – Σοφία Βαϊτση. Η εισαγγελέας ζητά παράλληλα και την παραπομπή πρώην στελέχους αμερικανικών υπηρεσιών ασφαλείας, για εμπλοκή του στην υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών.

Ads

Η εισαγγελική πρόταση αφορά τις δύο, από τις τρεις συνολικά, δικογραφίες που χειρίστηκε επί μακρό χρονικό διάστημα ο ανακριτής Δημήτρης Φούκας, σχετικά με: Το αποκαλούμενο «σχέδιο Πυθία 1», τις υποκλοπές και την υπόθεση παραβίασης μυστικών της Πολιτείας με εμπλεκόμενο τον Μιχάλη Καρχιμάκη.

Η πρώτη δικογραφία για το «σχέδιο Πυθία» αφορά τις καταγγελίες για επιχείρηση δολοφονίας του τότε πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή, εξαιτίας της οικονομικής και ενεργειακής προσέγγισης της κυβέρνησής του με την Ρωσία. Η δικογραφία έχει σχηματιστεί κατά αγνώστων δραστών.

Με την πρότασή της, η εισαγγελική λειτουργός ζητά, όσον αφορά την δεύτερη δικογραφία για τις υποκλοπές, να παραπεμφθεί σε δίκη για το αδίκημα της απόπειρας κατασκοπείας, ο 66χρονος Αμερικανός υπήκοος William Bazil, πρώην υπάλληλος της αμερικανικής πρεσβείας. Η εισαγγελική λειτουργός θεωρεί υπαίτιο τον 66χρονο για παράνομη καταγραφή απόρρητων τηλεφωνικών συνομιλιών, που αφορούσαν συμφέροντα του κράτους, το διάστημα μεταξύ Αυγούστου 2004 και Μαρτίου 2005.

Ads

Την τελική απόφαση για τις παραπομπές θα λάβει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. 

Τι απαντά ο Μιχάλης Καρχιμάκης

Ο Μιχάλης Καρχιμάκης από την πλευρά του υποστηρίζει ότι «μια κατασκευασμένη από υπόδικους υπόθεση επανέρχεται με πρόταση Εισαγγελέα». Τονίζει ότι «ουδέποτε βρέθηκαν από την έρευνα του ανακριτή έγγραφα της ΕΥΠ στην κατοχή μου» ενώ συμπληρώνει ότι «κάποιοι κύκλοι εδώ και καιρό προαναγγέλλουν αποφάσεις των αρμοδίων δικαστικών οργάνων». 

Η ανακοίνωση του Μιχάλη Καρχιμάκη: 

Ανακοινώθηκε σήμερα ότι η Εισαγγελέας κα Βαϊτση, με πρότασή της, στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, ζητά την παραπομπή μου σε δίκη, στο Μεικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο, με την κατηγορία της παραβίασης μυστικών της Πολιτείας σε μια περίοδο που η δικαιοσύνη βάλλεται από πολλές πλευρές.

Για μια ακόμη φορά επανέρχεται μια στημένη υπόθεση, που κατασκευάστηκε από σκοτεινούς ανθρώπους που βαρύνονται με κακουργηματικές ενέργειες και πράξεις, γεγονός που δεν ελήφθη από κανένα σχεδόν αρμόδιο υπόψη.

Μια στημένη υπόθεση που κατά τους καταγγέλοντες επαγγελματίες υπόδικους, συκοφάντες και πλαστογράφους, συντελέστηκε το 2005 αλλά κατά παράδοξο τρόπο καταγγέλθηκε το 2013.

Γιατί  άραγε;

Γιατί  αφού δήθεν γνώριζαν τι συμβαίνει δεν το κατάγγειλαν μέχρι το 2009 αλλά το θυμήθηκαν το 2013;

Μια στημένη και κατασκευασμένη υπόθεση που εδώ και πολύ καιρό κάποιοι εξωδικαστικοί  που την κατασκεύασαν και πολιτικοί κύκλοι προανήγγειλαν την εισαγγελική της έκβαση, σαν να δομούσαν και συνέτασσαν αυτοί το κατηγορητήριο.

Είναι φανερό ότι εξυφαίνεται μέσα από μία στημένη και κατασκευασμένη υπόθεση, μία ανήθικη και ανυπόστατη πολιτική δίωξη.

Η πρόταση της κας Εισαγγελέως δεν έχει καμία νόμιμη βάση.

Καταλήγει στο συμπέρασμα ύπαρξης ενδείξεων ενοχής την στιγμή που όπως η ίδια Εισαγγελέας συνομολογεί στην πρότασή της, ουδέποτε ανευρέθηκε το παραμικρό στοιχείο που να αποτελεί έστω ένδειξη πόσο δε μάλλον απόδειξη των καταγγελλομένων από επαγγελματίες υπόδικους και εκφραστές κυκλωμάτων πλαστογραφίας, κατασκευής πλαστών στοιχείων και εκβιασμών και άλλων κακουργηματικών πράξεων, όπως έχει αποδειχθεί αλλά και διαρροής απόρρητων στοιχείων εθνικού ενδιαφέροντος από την υπηρεσία τους, που οδήγησαν στην οριστική απόλυση τους από την εργασία τους.

Τόσο, λοιπόν, η αντικειμενική όσο και η υποκειμενική υπόσταση του αποδιδόμενου στημένου και φανταστικού εγκλήματος δεν πληρούνται ούτε κατ’ ελάχιστον.

Ποινικοποίηση και της κοινοβουλευτικής λειτουργίας

Θα αποτελέσει καταστροφικό και ανεπανόρθωτο πλήγμα του δημοκρατικού πολιτεύματος, η επιμονή στην ποινικοποίηση του ύψιστου και συνταγματικά κατοχυρωμένου μέσου εκπροσώπησης του λαού, που είναι η άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου, από τους δημοκρατικά εκλεγμένους εκπροσώπους του τους βουλευτές, ο οποίος αποσκοπεί στην διαφύλαξη των συμφερόντων της χώρας και όχι στην διακινδύνευση τους.

Είναι πρωτοφανές στα νομικά και ιστορικά χρονικά να επιχειρείται κάτι τέτοιο με πρόταση εισαγγελέα, η οποία κατηγορεί πρόσωπο που διετέλεσε βουλευτής και αρμόδιος σκιώδης υπουργός του τομέα άμυνας του κόμματος του, επειδή υπέβαλλε ερώτηση στην Βουλή για την σωστή επιχειρησιακή λειτουργία των αμυντικών συστημάτων της χώρας. Και επειδή προασπίστηκε την διασφάλιση της ζωής των στελεχών που απαρτίζουν τις ένοπλες δυνάμεις και όχι μόνο, όταν μόλις είχε προηγηθεί η  πτώση του ΣΙΝΟΥΚ, η οποία είχε συνταράξει το πανελλήνιο. Είναι ακόμα πιο παράδοξο νομικά και λογικά να θεωρείται η ως άνω κοινοβουλευτική λειτουργία ποινικά κολάσιμη, ενώ η ερώτηση που υποβλήθηκε στη Βουλή, απαντήθηκε πολλές φορές και δημόσια στο Κοινοβούλιο, χωρίς αρνήσεις και επιφυλάξεις από τον αρμόδιο Υπουργό Εθνικής Άμυνας.

Γιατί με αυτή την αντίληψη θα έπρεπε να παραπεμφθούν πολλά κοινοβουλευτικά στελέχη και αρχηγοί κομμάτων οι οποίοι, δημοσίως στη Βουλή, έθεταν και θέτουν διαχρονικά θέματα παρόμοιας υφής.

Όπως  ήταν πρωτοφανής και πιθανά σκόπιμη για τα δικαστικά χρονικά η εγγύηση του 1 εκατ. ευρώ για υπόθεση πολιτικού και όχι οικονομικού χαρακτήρα που μου επιβλήθηκε, για να αποσυρθεί άμεσα μετά από θύελλα εύλογων αντιδράσεων του νομικού, δικαστικού και πολιτικού κόσμου, όταν μάλιστα γνώριζαν την αδύναμη οικονομική μου κατάσταση και όταν οι εγγυήσεις, για καταχραστές του δημοσίου χρήματος, για βιαστές, για παιδεραστές και παρανομούντες μεγαλοσχήμονες κ.λ.π ήταν ασήμαντες. 

Τι να σημαίνει άραγε αυτό;

Επαναλαμβάνω λοιπόν. 

Ουδέποτε βρέθηκαν έγγραφα της ΕΥΠ στην κατοχή μου από την έρευνα που διενεργήθηκε όπως άλλωστε αναφέρει και ο ανακριτής στο πόρισμα του αλλά και η Εισαγγελέας στην πρότασή της.

Όσοι μεθόδευσαν την δίωξη μου τότε και σήμερα για λόγους υπηρέτησης άλλων επιδιώξεων είναι υπόδικοι και κατηγορούμενοι για σειρά κακουργηματικών ενεργειών που οδήγησαν στην οριστική απομάκρυνση από την υπηρεσία τους.

Είναι αδιανόητο, μεθοδεύσεις  που παραπέμπουν στα πρότυπα της μαφίας, να βρίσκουν παραδόξως ανταπόκριση και μάλιστα ιδίως στο χώρο της Δικαιοσύνης που είναι ταγμένη να λειτουργεί έξω από σκοπιμότητες.

Όλα αυτά με θωρακίζουν για να αγωνιστώ ακόμα περισσότερο, για τις αρχές και τις δημοκρατικές και ηθικές αξίες μου και αυτές οι μεθοδεύσεις δε θα με αποθαρρύνουν. Δεν πρόκειται, αν αυτό κάποιοι επιδιώκουν, να μπω στην κατηγορία των πολιτικών – δημοσίων προσώπων που φοβούμενοι ότι θα έχουν αυτή την τύχη, επιλέγουν να μη συγκρούονται με την ανομία και την διαφθορά και να σιωπούν.

Κανένας μα κανένας είτε άνθρωπος του υποκόσμου είτε πολιτικός με σκοπιμότητες είτε οποιοσδήποτε άλλος με άλλους στόχους, θα με εμποδίσει να έχω έντιμη και καθαρή δημόσια φωνή, με οποία απειλή η μηχανισμό και αν επιχειρήσει να με φιμώσει.

Θέλω λοιπόν να έχω εμπιστοσύνη ότι το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο που εισήχθη η υπόθεση αυτή για κρίση, θα αποφανθεί με κριτήριο τα στοιχεία της δικογραφίας και την αντικειμενική αξιολόγηση τους.

Θέλω επίσης να πιστεύω ότι δεν ισχύει αυτό  που φέρεται να διακινείται από διάφορους κύκλους, ότι Έλληνες έντιμοι και αντικειμενικοί δικαστές εκφράζονται αρνητικά για πολιτικούς,  δηλώνοντας ότι όπου τους συναπαντήσουν δικαστικά φταίνε δεν φταίνε θα τους εξανδραποδίσουν, μετατρέποντας έτσι την αμερόληπτη δικαιοσύνη σε προσωπικά και πολιτικά παίγνια.

Τέλος, σε αυτή την υπόθεση ουδείς μπορεί να κρύψει την αλήθεια από την ιστορία και τον ελληνικό λαό.

Άλλωστε ο καθένας μας έχει διαχρονικά διαγράψει και συνεχίζει να διαγράφει την πορεία του και οι κατήγοροι και οι αδίκως κατηγορούμενοι.