Μετά την παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών που επισήμανε τα λάθος στοιχεία που είχε συμπεριλάβει το ανεξάρτητο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στις εκτιμήσεις του για το ελληνικό χρέος και το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού, Παναγιώτης Λιαργκόβας, παραδέχτηκε το λάθος.

Ads

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής χρησιμοποίησε στοιχεία που είχε στείλει ο  ΟΔΔΗΧ το 2014 στη Βουλή και υπολόγισε λάθος το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα από το 2020 μέχρι και το 2026. Πρόκειται για μια πρωτοφανή «αστοχία» του Γραφείου Προϋπολογισμού που οδήγησε στο συμπέρασμα πως η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει το ποσό των 84,3 δισ. ευρώ μόνο σε τόκους. Πρόκειται για ένα ποσό που αν ίσχυε θα καθιστούσε επιτακτική την ανάγκη αναδιάρθρωσης χρέους, αλλιώς «η χώρα θα χρεοκοπήσει», όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν στην έκθεση.

Μάλιστα ο Παναγιώτης Λιαργκόβας μέχρι και σήμερα το πρωί δήλωνε επίμονα πως τα στοιχεία που έχει χρησιμοποιήσει είναι τα σωστά. «Χρησιμοποιήσαμε τα επίσημα στοιχεία. Αυτά είναι τα τελευταία διαθέσιμα, δεν υπάρχουν άλλα», ισχυρίστηκε.

Ακολούθησε η έντονη αντίδραση τόσο του υπουργείου Οικονομικών, που κατέδειξε και το λάθος, και του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση, ο οποίος σημείωσε: «Η συνηγορία και η συνδρομή για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους, στην κρίσιμη μάλιστα περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση έχει προχωρήσει στις σχετικές διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και αναμένονται θετικές εξελίξεις το προσεχές διάστημα, δεν είναι δυνατόν να γίνονται με διογκωμένα στοιχεία από πίνακες της χρήσης του έτους 2013 και με την κινδυνολογία περί χρεοκοπίας. Εκφράζω την έκπληξή μου για τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων».

Ads

Τελικά ο Παναγιώτης Λιαργκόβας αναγκάστηκε να παραδεχτεί το λάθος. Αναλυτικά στην ανακοίνωσε που εξέδωσε αναφέρει: «Μόνιμη μέριμνα του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), εδώ και πέντε περίπου χρόνια, είναι η διατύπωση εμπεριστατωμένων εκτιμήσεων και προβλέψεων σχετικά με τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας με τη μεγαλύτερη δυνατή επιστημονική ακρίβεια.

Ως εκ τούτου το ΓΠΚΒ διευκρινίζει τα εξής:

  • Τα στοιχεία που αναφέρονται στην τελευταία έκθεση αποτελούν μελλοντικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών αναγκών για την αποπληρωμή των τόκων της περιόδου 2020-2026 και στηρίχθηκαν σε επίσημα στοιχεία που είχαν κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων το 2014.
  • Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
  • Αποδεχόμαστε την κριτική που ασκήθηκε στις εκτιμήσεις της τελευταίας έκθεσής μας αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της θέσης που υποστηρίζει το ΓΠΚΒ: εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις και ρυθμίσεις ικανές να απεγκλωβίσουν το ελληνικό κράτος από τις παγίδες που επιφέρει το υψηλό χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή.
  • Εν κατακλείδι, καθώς ο χρόνος λήξης του Προγράμματος Προσαρμογής (Μνημόνιο) πλησιάζει και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων με θέμα την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, και καθώς το ζήτημα του χρέους είναι εθνικό, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συναίνεσης και σύμπραξης όλων των δυνάμεων, πολιτικών και τεχνοκρατικών, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λύσης για τη χώρα μας. Αυτή είναι και η ουσία της θέσης του ΓΠΚΒ όπως αποτυπώθηκε στη σχετική τριμηνιαία έκθεση».