Την επόμενη Δευτέρα στο ξενοδοχείο Swiss στην Κωνσταντινούπολη θα πραγματοποιηθεί ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας που σταμάτησαν το 2016 με τουρκική υπαιτιότητα. 

Ads

Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Monocle, εξέφρασε την ετοιμότητά του για συμφωνία με την Αγκυρα και, διαφορετικά, για προσφυγή στη Χάγη: «Πάντα προέτρεπα τον Πρόεδρο Erdogan να καθίσουμε και να συζητήσουμε την κύρια διαφορά μας, που είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών μας. Η ιστορία πάει πολλές δεκαετίες πίσω, αλλά το θέμα μπορεί να επιλυθεί. Αν δεν τα καταφέρουμε, μπορούμε να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο. Αυτός είναι ο λόγος ύπαρξης των διεθνών δικαστηρίων». 

Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας δήλωσε πρόσφατα ότι δεν διαπραγματευόμαστε τα χωρικά μας ύδατα και η θέση αυτή ικανοποιεί και την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Οπως, όμως, έχει εξηγηθεί πολλές φορές από διπλωματικές πηγές, αν δεν συζητάμε για τα χωρικά ύδατα, είναι αδύνατη η σύνταξη συνυποσχετικού για προσφυγή στη Χάγη, πόσο μάλλον ένας διμερής συμβιβασμός. 

Την περίοδο 2002-2003 όταν οι δυο χώρες έφτασαν κοντά σε συμφωνία που δεν προχώρησε για πολιτικούς λόγους, η φόρμουλα που είχε βρεθεί ήταν η κλιμακωτή επέκταση των χωρικών υδάτων από τα 6 μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια στην ηπειρωτική χώρα, η περίφημη «δαντέλα», όπως είχε τότε ονομαστεί. Η ίδια φόρμουλα φαίνεται ότι αποτέλεσε τη βάση των συνομιλιών Παπανδρέου – Ερντογάν την περίοδο 2009-2010 που κατέρρευσαν λόγω του μνημονιακού τυφώνα. 

Ads

Ο καθηγητής Χρ. Ροζάκης που συμμετείχε στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Εξωτερικών τότε έχει πει ότι το 2016 οι συζητήσεις γίνονταν για τα χωρικά ύδατα. Αν το νήμα δεν πιαστεί από αυτό το σημείο, δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς πώς οι διερευνητικές επαφές θα αποκτήσουν περιεχόμενο που δεν θα είναι απλώς προσχηματικό. 

Αν κανείς θέλει να δει το ποτήρι μισογεμάτο μπορεί να σκεφτεί ότι: 

  • Και να υπάρχει πολιτική βούληση για συζήτηση σχετικά με τα χωρικά ύδατα, για λόγους τακτικής αυτό δεν δηλώνεται στο πλαίσιο της εμπιστευτικότητας των διπλωματικών συνομιλιών. Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν αποφεύγοντας το θόρυβο στο εσωτερικό. 
  • Η φράση του Αλ. Τσίπρα «να αναλάβετε τις ευθύνες σας και θα τις αναλάβουμε κι εμείς» σημαίνει ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία θα υποστηρίξει τον Κ. Μητσοτάκη εφόσον αποφασίσει να κάνει βήματα μπροστά (ξεπερνώντας το τραύμα του για τη λαϊκιστική στάση της ΝΔ στη συμφωνία των Πρεσπών) αλλά δεν πρόκειται να τον διευκολύνει εκ προοιμίου. 
  • Σε κάθε περίπτωση, μικρή σημασία έχει η στάση της αντιπολίτευσης, εφόσον η κυβέρνηση πάρει τη μεγάλη απόφαση για μια ιστορική υπέρβαση στα ελληνοτουρκικά.

Αν, πάλι, η διάθεση είναι να κοιτάξει κανείς ένα μισοάδειο ποτήρι, υπάρχουν επιχειρήματα:

  • Η θέση Σαμαρά «δεν κάνουμε διάλογο με πειρατές» έχει μεγάλη απήχηση στο εσωτερικό της ΝΔ και αυτό εκ των πραγμάτων επηρεάζει την πολιτική και διπλωματική ηγεσία.
  • Η κοινή γνώμη είναι εντελώς ανέτοιμη να δεχτεί συμβιβασμό για τα χωρικά ύδατα (που θα συμπαρασύρει και τον εναέριο χώρο) γιατί έχει εκπαιδευτεί να πιστεύει ότι το διεθνές δίκαιο δικαιώνει σε όλα, ακόμη και σε σχέση με την επήρεια του Καστελόριζου, την Ελλάδα.
  • Ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας, δημοφιλής στις τάξεις των καραμανλικών, είναι επιρρεπής στο καραμανλικό δόγμα της ακινησίας («ούτε λύση, ούτε κρίση»). 

Το βέβαιο είναι ότι οι διερευνητικές επαφές θα ξεκινήσουν την επόμενη εβδομάδα και ότι, παράλληλα, τον επόμενο μήνα, θα εκδηλωθεί νέα πρωτοβουλία για το Κυπριακό. Και οι δύο διαδικασίες θα εξελίσσονται, τουλάχιστον, μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 25 Μαρτίου, όπου (υποτίθεται ότι) θα αποφασιστούν κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας εφόσον έχει παραβατική συμπεριφορά στην ανατολική Μεσόγειο. Μετά, όλα είναι πιθανά. Από την επιστροφή του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, εφόσον ο διάλογος δεν προχωρήσει, μέχρι – στην αντίθετη περίπτωση – μια απότομη προσγείωση της ελληνικής κοινωνίας στον διπλωματικό πραγματισμό.