Προβληματισμό έχει προκαλέσει στην επιστημονική κοινότητα των ιστορικών η προσθήκη στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Τετάρτη, της ποινικοποίησης της άρνησης γενοκτονιών που έχει αναγνωρίσει η ελληνική Βουλή, μεταξύ των οποίων η γενοκτονία των Ποντίων και των χριστιανικών πληθυσμών της Μ. Ασίας. Όπως αναφέρει στο tvxs.gr ο Λάμπρος Μπαλτσιώτης, ιστορικός στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ειδικός στα ζητήματα γλωσσικής και θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, «δημιουργείται ένα τρομερό προηγούμενο», καθώς πλέον, «η πολιτική εξουσία ορίζει την ιστορική αλήθεια», «την αλήθεια ενός επιστημονικού αντικειμένου».

Ads

Παράλληλα, o κ. Μπαλτσιώτης αναφέρεται στην πολυπλοκότητα του όρου «γενοκτονία», καθώς, ο ορισμός του ταιριάζει περισσότερο στην ανάλυση του Ολοκαυτώματος και όχι τόσο σε άλλα ιστορικά γεγονότα εκκαθαρίσεων και μαζικών δολοφονιών.

«Το να αποκόπτεις από την έρευνα και την εξερεύνηση της ιστορικής αλήθειας και του παρελθόντος μία εθνική κοινότητα, κατ΄ουσίαν από την κριτική της ματιά, θεωρώντας ότι έχει ένα αρχαίο ένδοξο παρελθόν και από την άλλη- είναι το θύμα μια ζωή, αυτό είναι καταστροφικό εθνικά», τονίζει, μεταξύ άλλων.

image
O Λάμπρος Μπαλτσιώτης
 
Τι είναι η γενοκτονία;

Ads

Η γενοκτονία είναι ένας νομικός όρος που προέκυψε μετά το τέλος Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, μετά το έγκλημα του Ολοκαυτώματος που έγινε από τη ναζιστική Γερμανία. Επομένως, ένας νομικός και μόνο όρος χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια ως ιστορικός όρος –όχι από πολλούς ιστορικούς. Μετατράπηκε δηλαδή σε έναν όρο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους ιστορικούς ώστε να αναλύσουν γεγονότα. Προσωπικά, ανήκω σε εκείνους τους ιστορικούς, οι οποίοι δεν είναι λίγοι, που θεωρούν ότι ο όρος αυτός όχι μόνο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ιστορικό εργαλείο, αλλά αντίθετα δεν βοηθάει την ιστορική έρευνα.

Γιατί δεν βοηθά την ιστορική έρευνα;

Καταρχήν, οι αναγνωρισμένες από διεθνή όργανα γενοκτονίες μετριούνται στα δάχτυλα των δύο χεριών. Γενοκτονία είναι και το Ολοκαύτωμα και η σφαγή της Σρεμπρένιτσα, όπου μιλάμε για λιγότερα από 10.000 θύματα. Καταλαβαίνετε ότι υπάρχουν τεράστιες διαφοροποιήσεις, η ερμηνευτική ασάφεια είναι τεράστια. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχουν διαπραχθεί εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες εγκλήματα που στρέφονται εναντίον εθνικών, εθνοτικών ή θρησκευτικών ομάδων και έχουν θύματα χιλιάδες ανθρώπους. Από αυτά ελάχιστα έχουν χαρακτηριστεί νομικά ως γενοκτονίες από κάποιο διεθνές όργανο.

Ο όρος «γενοκτονία» είναι ιστορικά προβληματικός, διότι δεν μπορούμε να εξηγήσουμε, μέσω της βούλησης και μόνο συγκεκριμένων προσώπων ή μιας ομάδας προσώπων, ένα έγκλημα ή μία εκκαθάριση που έχει ως αποτέλεσμα δολοφονίες ή εκτοπισμούς μιας ομάδας. Ιστορικά γεγονότα και διαδικασίες που μάλιστα μπορεί να καλύπτουν και μεγαλύτερες περιόδους δεν αναλύονται μέσω ενός νομικού ορισμού.
 
Το να χαρακτηρίζουμε με έναν όρο νομικό μια σειρά γεγονότων, να τα βγάζουμε από το ιστορικό τους πλαίσιο και να θεωρούμε ότι οφείλονται μόνο σε μια απόφαση που πάρθηκε κάποια στιγμή, είναι κάτι που δεν έχει συνήθως σχέση με την ιστορική πραγματικότητα. Αυτό, μπορεί να είναι πολύ πιο κοντά στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος αλλά βρίσκεται πολύ μακριά από άλλες περιπτώσεις με εκατοντάδες χιλιάδες θύματα. Η «γενοκτονία» αποτελεί μια εύκολη, εύπεπτη, γενίκευση μακριά από τη μεθοδολογία της ιστορικής έρευνας.

Μήπως η γενοκτονία είναι όρος που μπορεί να ορίζει με σαφήνεια μόνο το Ολοκαύτωμα, γιατί δεν υπάρχει παρόμοιο έγκλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας;
 
Όντως δεν υπάρχει άλλο τέτοιο έγκλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας, στους νεώτερους και σύγχρονους χρόνους, τουλάχιστον σε αριθμό θυμάτων και διάρκεια. Παρολ’ αυτά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλα απίστευτα μαζικά εγκλήματα, είτε στρέφονται κατά συγκεκριμένων ομάδων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, εθνικά, εθνοτικά, θρησκευτικά, φυλετικά αλλά και πολιτικά.
 
Δεν πρέπει να υπάρχει πρόθεση – στόχευση πλήρους ή έστω μερικού αφανισμού της ομάδας, ώστε να μιλάμε για γενοκτονία;

Σε πολλές περιπτώσεις είναι πάρα πολύ δύσκολο να πούμε ποια είναι στόχευση, η οποία συνήθως δεν διαμορφώνεται εκ των προτέρων, αλλά προκύπτει. Ή μπορεί να μην είναι εξαρχής στόχος ο μερικός αφανισμός της ομάδας, αλλά να προκύψει ως «αναγκαίος» ή και χωρίς να υπάρχει η βούληση: Μπορεί να είναι στόχος να πληγεί η συνοχή και η δύναμη της ομάδας ή να υπάρχει πρόθεση εκκαθάρισης συγκεκριμένων τόπων που θεωρούνται κομβικοί και ούτω καθεξής. Οι διαδικασίες και οι παράγοντες που συμβάλλουν στην εξόντωση δεν μπορούν να αποτυπωθούν από τον όρο και την «πρόθεση» που περιέχει κατά τη Σύμβαση του 1948.

Η ύπαρξη «σχεδίου» εξυπηρετεί τον νομικό χαρακτηρισμό της γενοκτονίας και ενδεχομένως να καλύπτει το πώς έγινε το Ολοκαύτωμα στην κατεχόμενη Ευρώπη, σε όχι αμελητέο βαθμό και την περίπτωση των Αρμενίων αλλά αδυνατεί να αναλύσει σειρά γεγονότων, καταστάσεων και πολιτικών που ασκήθηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις. Από την άλλη, στα όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας και εκτός αυτής, και στην πολιτική, υπάρχει η ακατάσχετη χρήση του όρου. Ρίξτε μια ματιά στο διαδίκτυο, ο καθένας για να μεγαλώσει τη σημασία ενός γεγονότος χρησιμοποιεί τον όρο γενοκτονία.

Ο όρος «εθνοκάθαρση» είναι πιο σαφής;
 
Ο όρος «εθνοκάθαρση», όπως διαμορφώθηκε μετά το ’90, από τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας και μετά, κατά τη γνώμη μου, έχει ένα περιεχόμενο που είναι πιο κοντά σε μια ιστορική αποτύπωση γεγονότων, με αρκετά προβλήματα και αυτός όμως. Βέβαια υπάρχουν άλλοι όροι, οι οποίοι είναι πιο λειτουργικοί, αλλά πολύ πιο δύσκολοι στον μη ιστορικό, όπως ο «demographic engineering». Έχουν αναπτυχθεί όροι που προσπαθούν να περιγράψουν ιστορικά φαινόμενα, γεγονότα και πολιτικές, πολύ καλύτερα από ό, τι όροι που έχουν από μόνοι τους ένα φορτισμένο περιεχόμενο. Διότι η φόρτιση και η εξαρχής αποδοχή, μας πάει πίσω όταν πρόκειται να αναλύσουμε κάτι ιστορικά.
 
Ποια είναι η γνώμη σας για τη διάταξη του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου που ποινικοποιεί την άρνηση όλων των γενοκτονιών που έχει αναγνωρίσει η Βουλή;
 
Το πρόβλημα με την εν λόγω διάταξη είναι ότι οι πολιτικοί ορίζουν την ιστορική αλήθεια. Η πολιτική εξουσία δηλαδή ορίζει και κανονικοποιεί την αλήθεια, εντός ή εκτός εισαγωγικών, ενός επιστημονικού αντικειμένου. Δημιουργείται έτσι ένα τρομερό προηγούμενο.
 
Θεωρείτε ότι ποινικοποιείται ο ιστορικός λόγος που δεν συμβαδίζει με τον λόγο της πολιτικής εξουσίας;

Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε δύο επίπεδα. Το ένα είναι το ζήτημα των άμεσων επιπτώσεων, δηλαδή, ότι όσοι -είτε με ακαδημαϊκό τρόπο, είτε με λιγότερο ακαδημαϊκό τρόπο, είτε με καθόλου ακαδημαϊκό- αμφισβητούν ή αρνούνται να συμμορφωθούν με αυτή την απόφαση, θα βρεθούν εκτεθειμένοι. Διότι, ακόμη κι αν έχει κάποιες δικλείδες ο νόμος, όπως την αναφορά «κακόβουλα», ξέρουμε από την εμπειρία μας και το πρόσφατο ελληνικό παράδειγμα ότι πράγματι δεν είναι καθόλου έτσι. Γιατί, αφενός υπάρχει πάντα σε τέτοια ζητήματα μια φόρτιση, η οποία σε περιόδους εντάσεων μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη, όπως μας έδειξε η κρίση του Μακεδονικού και οι καταδίκες που είχαμε τότε. Και αφετέρου, δεν είμαστε καθόλου σίγουροι, γιατί οι «δικαστές» σε τέτοια ζητήματα λειτουργούν όπως οι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας. Αυτό είναι επικίνδυνο, γιατί στην Ελλάδα έχουμε μια τεράστια απόσταση μεταξύ της ακαδημαϊκής ιστορίας και της δημόσιας ιστορίας ή της σχολικής, με την οποία έχει μάθει να λειτουργεί ο μέσος πολίτης –και τέτοιος είναι εδώ ο δικαστής- λόγω και του εκπαιδευτικού συστήματος.

Ένας τέτοιος νόμος δίνει κατά κάποιο τρόπο το ελεύθερο σε όσους μένουν μόνο στα της σχολικής εθνικής ιστορίας να στρέφονται εναντίον όσων έχουν άλλη ιστορική άποψη;

Αυτό εντάσσεται στις άμεσες συνέπειες που μπορεί να έχει μια τέτοια διάταξη. Οι μακροπρόθεσμες όμως είναι χειρότερες κατά τη γνώμη μου: Δημιουργείται μία κουλτούρα ιστορικής παιδείας που βρίσκεται στο όριο του «εθνικά ορθού». Αυτό, για μένα, είναι καταστροφικό, όχι μόνο για το τι θα γίνει στη συνέχεια στα Πανεπιστήμια, αλλά κυρίως για το ποια εικόνα συνολικά δίνεται στην κοινωνία. Δίνεται σε όλη την κοινωνία -και βέβαια και στα στοιχεία εκείνα που θεωρούν ότι έχουν αναλάβει εργολαβία την υπεράσπιση του έθνους- ένα σήμα δύναμης, υπεροχής και ορίζονται όρια: το μέχρι που μπορούμε να πάμε όταν μιλάμε για το παρελθόν μας ή όταν αναλύουμε το παρόν. Μιλάμε για κατοχύρωση μιας συνολικής κυριαρχίας της εθνικιστικής οπτικής τόσο του παρελθόντος όσο και του παρόντος. Αντιστρέφοντας τη δημοφιλή έκφραση, κατά τη γνώμη μου, αυτή είναι μία αντεθνική πολιτική. Το να αποκόπτεις από την έρευνα και την εξερεύνηση της ιστορικής αλήθειας και του παρελθόντος μία εθνική κοινότητα, κατ΄ουσίαν από την κριτική της ματιά, θεωρώντας ότι έχει ένα αρχαίο ένδοξο παρελθόν και από την άλλη ότι είναι το θύμα μια ζωή, αυτό είναι καταστροφικό εθνικά.  
 
Σκεφτείτε να φτάσουμε πίσω σε μια εποχή, όπως έγραψε στον Ελεύθερο Κόσμο το 1974 ο Κύρου, ο οποίος νοσταλγούσε τότε που το μάθημα της ιστορίας «ετελείωνεν με τον εθνικόν ύμνον, που εψάλλαμεν όλοι αυθόρμητα όρθιοι και με το βλέμμα έξω από τους τοίχους της αιθούσης προσηλωμένοι στα εθνολογικά όρια του ελληνισμού». Αυτό το απόσπασμα δίνει μια εικόνα για το τι πίστευαν ότι είναι το μάθημα της ιστορίας και η ιστορία, τι πιστεύουν ακόμα, και πόσο αυτή η λογική μπορεί να μας πάει πάρα πολύ πίσω.