Σοβαρά ερωτήματα εγείρει η κωλυσιεργία η οποία παρατηρείται αναφορικά με τον έλεγχο και τη φορολόγηση των ελληνικών καταθέσεων στις τράπεζες της Ελβετίας. Πληροφορίες θέλουν την Κομισιόν να προβάλλει αντιρρήσεις σε διμερείς συμφωνίες οι οποίες διατηρούν την ανωνυμία των μεγαλοκαταθετών. Από το Νοέμβριο του 2010 η Βουλή δεν εγκρίνει την ανταλλαγή πληροφοριών εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων με την Ελβετία. Άλλωστε, από το 2005 οι ελληνικές κυβερνήσεις φέρονται να μην επιδιώκουν συμφωνία με τη Βέρνη για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης. Τι δηλώνει στο tvxs.gr ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης. Τι καταγγέλλει ο ομογενής Ελβετός βουλευτής Ιωσήφ Ζησιάδης.

Ads

Πριν από περίπου ενάμιση μήνα, πηγές του υπουργείου Οικονομικών δήλωναν στο tvxs.gr ότι το «αμέσως επόμενο διάστημα» Αθήνα και Βέρνη θα κατέληγαν σε συμφωνία για τη φορολόγηση κατά περίπου 10% των ελληνικών καταθέσεων στις ελβετικές τράπεζες, χωρίς να δοθούν ονόματα λόγω του τραπεζικού απορρήτου το οποίο ισχύει στην Ελβετία. Έως σήμερα, δεν υπάρχουν απτά αποτελέσματα.

Σε αυτό το πλαίσιο, αίσθηση προκαλεί η καταγγελία του κ. Ζησιάδη ότι παρ’ όλη τη δεδηλωμένη προθυμία των ελβετικών αρχών από το 2005, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν επιθυμούν να συνάψουν μία συμφωνία για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης. Ο ίδιος έχει υπαινιχθεί ότι ανάμεσα στους Έλληνες μεγαλοκαταθέτες της Ελβετίας βρίσκονται και πολιτικά πρόσωπα. Οι δηλώσεις αυτές ώθησαν -αν δεν ανάγκασαν- την ελληνική Βουλή να καλέσουν τον ομογενή Ελβετό βουλευτή να καταθέσει όσα στοιχεία υποστηρίζει ότι έχει στη διάθεσή του. Έπειτα, ακολούθησε από τον κ. Ζησιάδη τοποθέτηση μέσω facebook και twitter (πατήστε πάνω στη φωτoγραφία). 

image
 
«Κρατάω από τον κ. Ζησιάδη τη δημοσιοποίηση της απάντησης της Ελβετίδας υπουργού ότι από το 2005 εκκρεμεί αυτή η συμφωνία την οποία οι ελληνικές αρχές δεν έχουν υπογράψει, όπως επίσης και την μαρτυρία ότι ουδείς από την ελληνική κυβέρνηση και την προεδρία της Βουλής τον κάλεσε να τον ρωτήσει περί τίνος πρόκειται κ.ο.κ.», τονίζει ο κ. Παπαδημούλης, υπογραμμίζοντας τη σημείωση του ομογενή Ελβετού βουλευτή ότι χρειάστηκε ο ίδιος να δηλώσει ότι ενδέχεται να κατέχουν και Έλληνες πολιτικοί τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία για να φτάσουν στο σημείο ορισμένοι να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους.
 
Τι δεν έχει γίνει και πρέπει να γίνει με τις καταθέσεις στην Ελβετία;
 
Υπάρχουν ορισμένες ενέργειες οι οποίες πρέπει να γίνουν «χθες».
 
Πρώτον, να εγκριθεί η συμφωνία για την ανταλλαγή πληροφοριών σε θέματα εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων η οποία έχει υπογραφεί από το Νοέμβριο του 2010, έχει εγκριθεί από την Ελβετία, αλλά δεν έχει κυρωθεί από το ελληνικό Κοινοβούλιο.
 
Δεύτερον, όσοι είναι υποχρεωμένοι να τηρούν το «πόθεν έσχες», είτε είναι πολιτικοί, είτε δικαστικοί, είτε οποιοιδήποτε άλλοι (δημοσιογράφοι κ.λπ.) να δώσουν έγγραφη εξουσιοδότηση στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές (την Επιτροπή της Βουλής, τις δικαστικές υπηρεσίες) να ανοίξουν όλοι οι λογαριασμοί τους. Όχι μόνο στην Ελβετία αλλά οπουδήποτε αλλού στο εξωτερικό.
 
Τρίτον, να απαντήσει την Παρασκευή η κυβέρνηση χωρίς υπεκφυγές στα θέματα τα οποία θέτω με τη ερώτησή μου:
 

Ads
  • Αν γνωρίζει το ύψος των καταθέσεων Ελλήνων στις ελβετικές τράπεζες (αρμόδιο ελβετικό ινστιτούτο εκτιμά ότι τα τελευταία δύο χρόνια διπλασιάστηκε το ύψος των ελληνικών καταθέσεων).
  • Αν γνωρίζει τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι αυτών των λογαριασμών.
  • Αν έχει προχωρήσει και έχει ολοκληρωθεί η διασταύρωση των στοιχείων, έτσι ώστε να ελεγχθεί η νομιμότητα αυτών των καταθέσεων (ποια είναι νόμιμα και ποια είναι «μαύρα») και από εκεί και πέρα να κατατεθούν τα χειροπιαστά αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας, τόσο υπό την έννοια των ονομάτων, όσο και υπό την έννοια της είσπραξης χρημάτων.

 
Εδώ θέλω να επισημάνω ότι όποιος θέλει, καθώς μέχρι τώρα στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει στοιχειώδης πολιτική βούληση, μπορεί να χρησιμοποιήσει και μεθόδους -θα τις έλεγα- αντισυμβατικές τις οποίες χρησιμοποίησαν άλλες χώρες και έσπασαν αυτό το «κακοφορμισμένο σπυρί». Αναφέρομαι στη Γερμανία, όπου οι αρχές εξασφάλισαν δισκέτα με χιλιάδες ονόματα Γερμανών μεγαλοκαταθετών φοροφυγάδων και εισέπραξαν πολλά εκατομμύρια ευρώ. Πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των αμερικανικών αρχών, οι οποίες αξιοποίησαν στοιχεία που ήρθαν στην κατοχή τους μέσω τραπεζικού υπαλλήλου και ανάγκασαν τη UBS να καταβάλει πρόστιμο 750 εκατ. δολαρίων για παραβίαση της νομοθεσίας περί φοροδιαφυγής και ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος.
 
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν δεν δοθούν τα ονόματα των καταθετών της Ελβετίας, μπορούν τουλάχιστον να φορολογηθούν αυτές οι καταθέσεις, κάτι το οποίο υποτίθεται ότι προωθεί η ελληνική πλευρά.
 
Καλά κάνετε και λέτε: «υποτίθεται», διότι η αποδοχή του διλήμματος: «ή ονόματα ή λεφτά», «αν θέλεις λεφτά, δεν θα έχεις ονόματα», προσκρούει σύμφωνα με πληροφορίες μου αλλά και με σχετικά δημοσιεύματα του ευρωπαϊκού Τύπου σε ενστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Διότι η Κομισιόν θεωρεί ότι διμερείς συμφωνίες που διατηρούν την ανωνυμία των μεγαλοκαταθετών ευνοούν πρακτικές ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος και κατά τούτο είναι ανεπιθύμητες. Έχω θέσει το θέμα στη Βουλή, ωστόσο, μέχρι τώρα ο κ. Βενιζέλος, παρότι πιέζεται, έχει αποφύγει να δώσει μια σαφή απάντηση.