Σε ολονυχτία διαπραγματεύσεων προσανατολίζεται η ελληνική κυβέρνηση με τους εκπροσώπους των θεσμών, με στόχο να δώσουνε τα χέρια σε μία συμφωνία που θα επιταχύνει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Ads

Οι διαπραγματεύσεις των υπουργών Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου, Οικονομίας Γιώργου Σταθάκη και Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου με τους εκπροσώπους των δανειστών ξεκίνησαν μετά τις 9 το βράδυ της Κυριακής, έπειτα από αλλεπάλληλες αναβολές με ευθύνη των δεύτερων.

Της έναρξης του διαλόγου προηγήθηκαν αλλεπάλληλες συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου με το σύνολο του διαπραγματευτικού επιτελείου της κυβέρνησης να έχει συζητήσεις με τον Αλέξη Τσίπρα.

Νέα τορπίλη στο ελληνικό ζήτημα έριξε στο παρα πέντε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος δήλωσε στη γερμανική τηλεόραση ότι ναι μεν θα βρεθεί λύση μεταξύ Ελλάδας και δανειστών, αλλά αυτή δεν θα περιλαμβάνει ελάφρυνση χρέους. «Θα βρούμε λύση τις επόμενες εβδομάδες αλλά δεν θα έχει τίποτα να κάνει με την ανακούφιση χρέους αλλά περισσότερο με την Ελλάδα να πρέπει να κάνει περισσότερα στην κατεύθυνση του να γίνει ανταγωνιστική οικονομία», δήλωσε σε συνέντευξή του στο ARD

Ads

Στόχος να κλείσει η διαπραγμάτευση… χθες

Στόχος της κυβέρνησης παραμένει να κλείσει η διαπραγμάτευση ει δυνατόν και σήμερα, και το αργότερο έως την Τρίτη, μέχρι στιγμής όμως παραμένουν ανοιχτά κομβικά ζητήματα. Τα τρία βασικά εξ αυτών είναι ο στόχος για το δημοσιονομικό πλεόνασμα, η έκταση των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις και τα κόκκινα δάνεια και η αποτύπωσή τους αναμένεται ιδιαίτερα ευκρινείς στα δύο κείμενα που θα δοθούν στη δημοσιότητα.

Σύμφωνα με πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές τα δύο ξεχωριστά κείμενα, της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, ήταν έτοιμα από χθες το βράδυ και γίνονταν οι τελευταίες διορθώσεις. «Σβήνουμε και γράφουμε», έλεγε χαρακτηριστικά κυβερνητικός παράγοντας που πέρασε αρκετές ώρες στο Χίλτον, επιβεβαιώνοντας ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών επέστρεψαν από την διαβούλευση-εξπρές με τους προϊσταμένους τους στη Βρυξέλλες χωρίς «εμφανή εντολή για υπαναχωρήσεις».

Χάσμα ΕΕ – ΔΝΤ για το πλεόνασμα

Κατά τις .ίδιες πληροφορίες πρώτο – και αγεφύρωτο – χάσμα μεταξύ Ε.Ε. και ΔΝΤ παραμένει ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018. Ο στόχος αυτός διατηρείται αμετακίνητος από την πλευρά των Ευρωπαίων και θα αναγράφται στο κείμενο της Κομισιόν, το οποίο θα περιλαμβάνει αναλυτικά και τα προαπαιτούμενα που πρέπει να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση.

Αντιθέτως, ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% δεν θα υπάρχει στο κείμενο του ΔΝΤ, το οποίο επιμένει ότι η επίτευξή του είναι ανέφικτη με τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί και αντιπροτείνει στόχο για πλεόνασμα 1,5%. Παράλληλα, το Ταμείο θα θέτει στα προαπαιτούμενα και την ελάφρυνση του χρέους, χωρίς ωστόσο σ’ αυτή τη φάση να περιγράφεται το επιθυμητό μοντέλο απομείωσης.

«Θέλουν αίμα στις επικουρικές»

Δεύτερο μεγάλο ανοιχτό μέτωπο – κι αυτό όχι μόνον με το ΔΝΤ, αλλά με όλους τους πιστωτές – παραμένει το ύψος των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις. Σήμερα ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος θα έχει νέο ραντεβού με το κουαρτέτο, τα μηνύματα όμως μετά την χθεσινή συνάντηση ήταν δυσοίωνα.

«Μας χωρίζει χάος», δήλωσε ο Γιώργος Κατρούγκαλος για το θέμα των επικουρικών, ενώ κυβερνητικός παράγοντας περιέγραψε την σκληρή στάση του Ταμείου λέγοντας ότι «το ΔΝΤ θέλει αίμα στις επικουρικές».

Σύμφωνα με πληροφορίες, τόσο το ΔΝΤ όσο και οι ευρωπαίοι διαπιστώνουν κενό 700 εκατομμυρίων ευρώ και δεν δέχονται την κάλυψή του από παράλληλη αύξηση των εισφορών και κλιμακωτή μείωση των επικουρικών. Στην πράξη, δηλαδή, ζητούν περικοπές στις επικουρικές πολύ μεγαλύτερες από το μοντέλο «10% έως 40%» που προτείνει η κυβέρνηση και, κυρίως, δεν αποδέχονται την «κόκκινη γραμμή» προστασίας των 1.400 ευρώ στις συνολικές συντάξιμες αποδοχές (από κύριες και επικουρικές).

Το ΔΝΤ, επιπροσθέτως, φέρεται να ζητά επιβολή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος σε όλα τα επικουρικά ταμεία, ενώ επιμένει και στις περικοπές στις κύριες συντάξεις.

Αγκάθι τα κόκκινα δάνεια

Τρίτο ανοιχτό ζήτημα είναι τα κόκκινα δάνεια όπου όλοι οι πιστωτές επιμένουν στην, άνευ ουσιαστικών εξαιρέσεων, πωλησή τους σε ξένα funds – ακόμη, και σε περιπτώσεις που πρόκειται για εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια. Ιδανικό σενάριο για την κυβέρνηση εδώ είναι να πετύχει μια αναβολή , δύο ή τριών μηνών, στη λήψη των τελικών αποφάσεων, χωρίς όμως να τεθεί σε κίνδυνο η πλήρης ολοκλήρωση της αξιολόγησης.