Στην πρώτη του εμφάνιση στην Βουλή ως πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε το πολιτικά αυτονόητο και απολύτως ασφαλές. Εξήγγειλε ως πρώτο μέτρο άμεσης ισχύος και απόδοσης την μείωση του ΕΝΦΙΑ και, μάλιστα, με βάση το μοντέλο ΣΥΡΙΖΑ – δηλαδή κλιμακωτά και όχι οριζόντια. Προσθέτοντας μια βελτιωμένη εκδοχή της ρύθμισης των 120 δόσεων, έδειξε βηματισμό λελογισμένων παροχών με μέτρα ελεγχόμενου κόστους μεν, ευρείας κοινωνικής απήχησης δε. Δεν έφερε την φορολογική επανάσταση ούτε την μεγάλη ανατροπή – εκμεταλλεύθηκε απλώς τον δημοσιονομικό χώρο και την «προίκα» των 37 δις που του άφησε ο Αλέξης Τσίπρας. Μπορεί να είναι πολιτικά άδικο για τον προκάτοχό του, αλλά η παγκόσμια πολιτική ιστορία είναι γεμάτη από ανάλογες αδικίες.

Ads

Στις προγραμματικές του δηλώσεις ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν επίσης συνεπής με τις προεκλογικές του θέσεις. Παρέπεμψε σε βάθος τουλάχιστον δύο χρόνων την επιχείρηση επαναδιαπραγμάτευσης των πλεονασμάτων, μαζί με την «σταδιακή» μείωση της φορολογίας των φυσικών προσώπων, του τέλους επιτηδεύματος, των ασφαλιστικών εισφορών και του ΦΠΑ. Δεν ήταν οραματικός, δεν είπε ποια θα είναι, κι εάν θα υπάρξει, η δική του πολιτική μάχη, δεν έδειξε που και πως θέλει να πάει αυτή την χώρα – πέραν της… πώλησης του Τατοίου και του πανηγυρικού rebranding για την επέτειο της παλιγγενεσίας το 2021. Έδειξε όμως καθαρά τις κοινωνικές συμμαχίες στις οποίες προσβλέπει, μέσα από το στίγμα της οικονομικής του ατζέντας και της φορολογικής μεταρρύθμισης που επαγγέλλεται. 

Δεν είναι τυχαίο ότι πέραν του ΕΝΦΙΑ, τα μοναδικά άλλα μέτρα ελάφρυνσης που φέρνει άμεσα προς εφαρμογή η κυβέρνησή αφορούν τις επιχειρήσεις, και δη τις μεγάλες. Η πρώτη μείωση φορολογικών συντελεστών που θα γίνει, με ισχύ και για τα εισοδήματα του 2019,  αφορά τα κέρδη των επιχειρήσεων και τα μερίσματα.  Με την δεύτερη «δόση» του φορολογικού νομοσχεδίου που θα κατατεθεί τον Σεπτέμβριο θα ψηφισθεί η μείωση του φόρου των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% για τα εισοδήματα του 2019 και στο 5% από το 10% για τα μερίσματα, ενώ ακόμη και η διεύρυνση της ρύθμισης των 120 δόσεων ευνοεί κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις με βασική οφειλή έως 1 εκατομμύριο ευρώ. Αντιθέτως, η έναρξη της μείωσης των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα θα μπει στο πακέτο του 2020, ενώ ακόμη πιο αργά παραπέμπονται η μείωση των εισφορών και του ΦΠΑ.

Για μεγάλο μέρος του 40% που ψήφισε Νέα Δημοκρατία μπορεί αυτή η ατζέντα να μοιάζει και με δικαίωση. Για τους εργαζόμενους όμως, τους συνταξιούχους και τους μικρούς ελεύθερους επαγγελματίες μετά την χθεσινή ομιλία Μητσοτάκη ίσως και να συντρέχουν λόγοι ανησυχίας. Διότι ο πρωθυπουργός μπορεί να τους υπόσχεται «περισσότερες και καλύτερες δουλειές» για τους ίδιους και τα παιδιά τους όταν έρθει η ανάπτυξη του 4%, στις χθεσινές προγραμματικές δηλώσεις του όμως δεν υπήρξε ούτε μια κουβέντα για εκείνους. Όπως δεν υπήρχε χώρος ούτε για μέτρα κοινωνικής συνοχής και άμβλυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων.

Ads

Στον αντίποδα, υπήρξαν οι «6 ένοχες σιωπές» όπως τις χαρακτήρισε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας: η βαριά σιωπή για το ασφαλιστικό και για την έκταση στην οποία θα ιδιωτικοποιηθεί, η σιωπή για την τύχη των κοινωνικών επιδομάτων, για την τύχη της – μισής έστω – 13ης σύνταξης, για την προκαταβολή φόρου των ελεύθερων επαγγελματιών που ούτε μειώνεται ούτε καταργείται, για την εισφορά αλληλεγγύης, όπως κι η σιωπή για την μείωση ή μη του αφορολόγητου.

Απαντήσεις επί όλων  αυτών δεν δόθηκαν χθες, και δεν αναμένονται άμεσα. Το μήνυμα των «σιωπών» θα φανεί και θα μετρηθεί συν τω χρόνο, ο οποίος ντε φάκτο και δικαίως θα είναι πολιτικά γενναιόδωρος με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Όχι μόνον διότι διαθέτει νωπή και ισχυρή λαϊκή εντολή, αλλά και γιατί – όπως ορθά είπε χθες ο Αλέξης Τσίπρας – ουδείς πρόκειται να του ζητήσει εκλογές πέντε μήνες μετά τις… εκλογές που τον ανέδειξαν πρωθυπουργό…