Ο Νίκος Ρωμανός, ο οποίος αποφυλακίστηκε πριν από δύο χρόνια, καταγγέλει ότι εξακολουθεί να παρακολουθείται από την Αντιτρομοκρατική με συχνότατα περιστατικά.

Ads

Επίσης την Δευτέρα, προσήχθη σε τμήμα, καθώς εμφανίστηκαν μπροστά του άνδρες της Ομάδας ΔΙΑΣ για έλεγχο την ώρα που μαζί με τη φίλη του προσπαθούσε να φωτογραφίσει κρυφή κάμερα, που όπως καταγγέλλει, ανακάλυψε σε όχημα που επί μέρες ήταν σταθμευμένο έξω απ’ το σπίτι φίλης του.

Αναλυτικά η επιστολή – καταγγελία του Ν. Ρωμανού στο zougla.gr:

«Τα γεγονότα που θα εξιστορήσω διαδραματίστηκαν τη Δευτέρα 20/6 το απόγευμα έξω από το σπίτι της φίλης μου στο κέντρο της Αθήνας. Αφορούν ένα ακόμα περιστατικό όπου οι αστυνομικές παρακολουθήσεις της αντιτρομοκρατικής ξεπερνούν τα όρια και τις κόκκινες γραμμές που υπάρχουν και καθορίζουν την ιδιότυπη σχέση μεταξύ μιας μυστικής υπηρεσίας και των υποψήφιων στόχων-θυμάτων της.

Ads

Πάμε λοιπόν στα γεγονότα. Το τελευταίο χρονικό διάστημα εξελίσσεται η απεργία πείνας του φίλου και συντρόφου Γιάννη Μιχαηλίδη ο οποίος βάζοντας οδόφραγμα το σώμα του παλεύει ενάντια στην αυθαιρεσία και τις μεθοδεύσεις της αστικής δικαιοσύνης. Βρίσκεται σε ένα καθεστώς προληπτικής κράτησης διότι ενώ έχει εκτίσει την ποινή που του έχει επιβληθεί τα δικαστικά συμβούλια λειτουργώντας ως αστυνομία σκέψης απορρίπτουν τις αιτήσεις αποφυλάκισής του προβλέποντας ως άλλες Πυθίες τη μελλοντική του συμπεριφορά.

Τιμωρώντας τον επί της ουσίας όχι για αυτά τα οποία έκανε και για τα οποία σύμφωνα με τους νόμους τους έχει εκτίσει την ποινή του αλλά για όσα εκτιμούν οι ίδιοι ότι θα κάνει βασιζόμενοι σε ερμηνείες που καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα.

Αυτό το χρονικό διάστημα οι παρακολουθήσεις τις αντιτρομοκρατικής σε βάρος μου έχουν λάβει καθημερινό χαρακτήρα, ενώ η παρουσία τους έξω από το σπίτι της οικογένειάς μου έχει γίνει καθημερινή και προκλητική, με πολυπληθείς ομάδες αστυνομικών της αντιτρομοκρατικής να ρεμβάζουν προκλητικά μέσα στα οχήματά τους.

Αυτό το γεγονός διακόπηκε μετά από εμπλοκή που υπήρξε με τους συγκεκριμένους αστυνομικούς το Σάββατο 18/6, όπου τους τονίστηκε εμφατικά ότι η προκλητικότητά τους πρέπει να τερματιστεί και ότι δεν θα γίνει αποδεκτή η συνέχιση της παρουσίας τους εκεί. Γεγονός που έγινε αποδεκτό και έπαψαν την προκλητική τους παρουσία, για αυτό και δεν έχει κανένα νόημα να επεκταθώ με στοιχεία που υπάρχουν και δεν θα δημοσιευτούν αν δεν υπάρξει ουσιαστικός λόγος.

Τη Δευτέρα 20/6 το απόγευμα παρατηρώ ακριβώς έξω από το σπίτι της φίλης μου ένα ύποπτο όχημα το οποίο ήταν σταθμευμένο εκεί κάποιες μέρες και το οποίο αποφασίζω να εξετάσω. Λίγη ώρα μετά εντοπίζω μια κρυφή κάμερα που βρισκόταν κρυμμένη μέσα στον καθρέφτη του οδηγού με ένα μαντίλι να καλύπτει τα καλώδια της. Αποφασίζω να φωνάξω μια φίλη και συντρόφισσα για να καταγράψουμε το περιστατικό καθώς είναι πάγια άποψή μου ότι η βρωμιά μέσα στην οποία κυλιέται εδώ και πολλά χρόνια η αντιτρομοκρατική είναι καλό να καταγράφεται και να καταγγέλλεται ανοιχτά και δημόσια.

Λίγα λεπτά αργότερα και ενώ προσπαθούσα να βγάλω φωτογραφίες την κρυφή κάμερα, παρατηρώ έντονη κινητικότητα από μηχανές της αντιτρομοκρατικής, η οποία βλέποντας προφανώς σε ζωντανό χρόνο μέσω της κάμερας ότι το όχημά της έχει γίνει αντιληπτό αναζητούσε τρόπους απεμπλοκής του. Ελάχιστα δευτερόλεπτα αργότερα μια ομάδα ΔΙΑΣ εμφανίζεται με ταχύτητα, σταματάει μπροστά μας δηλώνοντας ότι πρέπει να προβεί σε έναν τυπικό έλεγχο. Ήταν εμφανές ότι οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ όταν ξεκίνησε ο έλεγχος δεν είχαν ιδέα του ποιες είναι οι πραγματικές διαστάσεις του περιστατικού στο οποίο εμπλέκονται και ότι έλαβαν μια βιαστική εντολή από το κέντρο να μεταβούν στη συγκεκριμένη διεύθυνση με σκοπό την ακινητοποίησή μας.

Κατά τη διάρκεια του ελέγχου τους ξεκαθαρίστηκε πως δεν πιστεύουμε πως πρόκειται για “τυπικό” έλεγχο και ότι είναι ξεκάθαρο για εμάς πως η παρουσία τους στο σημείο και η εξακρίβωση των στοιχείων μας, εμπίπτουν στο γεγονός ότι αντιληφθήκαμε το όχημα της αντιτρομοκρατικής με τις συσκευές παρακολούθησης στο εσωτερικό του. Γεγονός το οποίο μετέβαλε τη στάση τους όταν το αντιλήφθηκαν αφού κατάλαβαν ότι λειτουργούσαν ως οι αυτοφωράκηδες της αντιτρομοκρατικής. Λίγα λεπτά αργότερα εμφανίστηκε περιπολικό της αστυνομίας με “άνωθεν εντολές” για προσαγωγή ενώ βρισκόμουν στην κυριολεξία μισό μέτρο από την είσοδο του σπιτιού.

Ακολούθησε προσπάθεια της αστυνομίας να μπει παράνομα στο σπίτι για να πραγματοποιηθεί μια εξίσου παράνομη με βάση τους δικούς τους νόμους προσαγωγή, για τα γεγονότα που ακολούθησαν την απόλυτη ευθύνη έχει η αντιτρομοκρατική υπηρεσία και οι πολιτικοί της προϊστάμενοι. Μετά την προσαγωγή τη δική μου και της φίλης και συντρόφισσας και την παραμονή μας για δέκα λεπτά στο αστυνομικό τμήμα αφεθήκαμε ελεύθεροι με ατάκες του στυλ, “παιδιά ξέρετε πώς πάνε αυτά”, “είναι εντολή από πάνω, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, εμείς δεν ξέραμε”, “εσείς τα ξέρετε καλύτερα τι γίνεται με αυτούς που έχετε μπλέξει”.

Τα λεπτά που βρισκόμασταν στο αστυνομικό τμήμα τα καλόπαιδα της αντιτρομοκρατικής πήγαν με την ουρά στα σκέλια και παρέλαβαν το αμάξι “απεγκλωβίζοντάς” το μαζί με την ντροπή και την ξεφτίλα τους.

Το συγκεκριμένο περιστατικό ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια που μπορούν να γίνουν αποδεκτά αφού εμπλέκει ανθρώπους από έναν οικογενειακό – προσωπικό κύκλο σε μια αντιπαράθεση που δεν έχουν επιλέξει με ευθύνη της αστυνομίας. Δημιουργεί επίσης ερωτήματα στο ποιο είναι εν τέλει εκείνο το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η συγκεκριμένη κακόφημη υπηρεσία και μέχρι ποιο σημείο φτάνει η αίσθηση της παντοδυναμίας της.

Η ίδια η αντιτρομοκρατική μπορεί να ευαγγελίζεται τον επαγγελματισμό της, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι πρόκειται για μια διεφθαρμένη υπηρεσία που παρέχει με το αζημίωτο τις εξειδικευμένες τεχνογνωσίες της σε “επιφανείς” επιχειρηματίες για να κερδίσουν έδαφος σε βάρος των ανταγωνιστών τους. Την ίδια στιγμή στελέχη της φέρονται να αναμειγνύονται σε διάφορες έκνομες δραστηριότητες υπό τη κάλυψη φυσικά που τους παρέχει το επάγγελμά τους (προστασίες, λαθρεμπόριο χρυσού κ.λπ., εμπόριο όπλων).

Ταυτόχρονα εδώ και χρόνια διεξάγει ανά διαστήματα επιχειρήσεις ψυχολογικής τρομοκρατίας σε βάρος συγγενών, οικογενειών, παιδιών, αγωνιστών και αγωνιστριών, σέρνει ανθρώπους στα δικαστήρια με κατασκευασμένες δικογραφίες, διαρρέει φανταστικά σενάρια στους αστυνομικούς ρεπόρτερ που βγάζουν το ψωμί τους στις πλάτες όσων μπαίνουν στο στόχαστρο της εν λόγω υπηρεσίας. Η αντιτρομοκρατική υπηρεσία είναι ένα στολίδι που κάτω από το γυαλιστερό του περιτύλιγμα κρύβεται όλη η σαπίλα του ελληνικού κράτους. Η διαπλοκή της αστυνομίας που αποτελεί τη μήτρα του οργανωμένου εγκλήματος στη χώρα, πράγμα εξίσου γνωστό τοις πάσι.

Ζούμε σε ένα αστυνομικό κράτος το οποίο διαμορφώνεται και έχει συγκεκριμένη δομή και στόχους που είναι φανεροί και ευκρινείς. Η αντιτρομοκρατική δεν θα έβαζε αμάξια – κάμερες, ούτε θα έστελνε ΔΙΑΣ να τραβάν και να σέρνουν έξω από το σπίτι του έναν επιχειρηματία που είναι “ύποπτος” για διακίνηση τόνων ηρωίνης. Δεν θα έβαζε ποτέ στο στόχαστρό της “ύποπτα” πολιτικά πρόσωπα που έχουν εμπλακεί σε σκάνδαλα, όπως αυτό της Novartis. Δεν θα παρακολουθούσε επί 24ώρου βάσεως φιλικά και συγγενικά πρόσωπα μεγαλοεπιχειρηματιών που έχουν υπάρξει υπόνοιες πως εμπλέκονται π.χ. σε λαθρεμπόριο πετρελαίου.

Ο πραγματικός της ρόλος είναι να καταδιώκει με μένος όσους έχουν αντιληφθεί ποια είναι η πραγματική τρομοκρατία και τους τρόπους με τους οποίους ασκείται. Η τρομοκρατία της φτώχειας, της ταξικής εκμετάλλευσης και των συνθηκών γαλέρας στους εργασιακούς χώρους, των χιλιάδων σπιτιών με κομμένο ρεύμα, των “εξοστρακισμένων” σφαιρών των μπάτσων, των άστεγων που κοιμούνται στα χαρτόκουτα των εμπορικών δρόμων.

Το λεγόμενο δόγμα Νόμος και Τάξη που βλέπουμε να εφαρμόζει η Νέα Δημοκρατία τα τελευταία χρόνια είναι μια οργανωμένη πολιτική απάτη. Το κέντρο της πρωτεύουσας έχει μετατραπεί σε αστυνομική ζώνη με πάνοπλες δυνάμεις να επιτηρούν τις ροές της. Τα πανεπιστήμια σχεδιάζεται να μετατραπούν σε αστυνομικά τμήματα με κάμερες, ελεγχόμενες εισόδους και αστυνομικούς να περιπολούν εντός τους.

Σπίτια αναρχικών και κομμουνιστών και οι πολιτικοί τους χώροι παρακολουθούνται με κάθε δυνατό μέσο. Παρακολουθούνται δημοσιογράφοι με κυβερνητική εντολή, όπως ο Θανάσης Κουκάκης, γιατί ερευνούν σκάνδαλα όπως αυτό της Τράπεζας Πειραιώς. Οι διαδηλώσεις περιορίζονται βιαίως, ενώ η αστυνομία συνεχίζει ατιμώρητα να δολοφονεί, όπως πριν λίγους μήνες στο Πέραμα όπου εκτελέστηκε εν ψυχρώ ο Νίκος Σαμπάνης. Στην αντίθετη πλευρά δεκάδες μαφιόζικες εκτελέσεις με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο περνάνε στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων, συγκαλύπτονται όλα τα στοιχεία που εμπλέκουν πολιτικούς, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, αστυνομικούς, δικαστικούς, σε αυτή τη βίαιη αναδιανομή της πίτας της “παράνομης” οικονομίας η οποία στα υψηλά της κλιμάκια διαπλέκεται άμεσα με τη “νόμιμη”.

Αποδεικνύοντας ότι το δόγμα νόμος και τάξη έχει αποκλειστική εφαρμογή σε όσους και όσες αντιστέκονται στους σχεδιασμούς και τις πολιτικές της κυβέρνησης. Ένα πολιτικό προϊόν που σερβίρεται μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες για κατανάλωση από τους ψηφοφόρους της ΝΔ και τους υποστηρικτές του ακραίου κέντρου που είναι διατεθειμένοι να πιστέψουν στο αφήγημά της.

Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω ξανά σε όλους τους τόνους πως το κλίμα τρομοκράτησης που στήνεται με φόντο την απεργία πείνας του Γιάννη και τον αγώνα ζωής και θανάτου που δίνει για την ελευθερία του δεν φοβίζει κανέναν. Δεν θα γίνει ανεκτή η περαιτέρω στοχοποίησή μου από πολιτικούς κύκλους και ειδικές αστυνομικές υπηρεσίες, δεν σκοπεύω να γίνω το προϊόν που θα πουληθεί στο ακροατήριο της δεξιάς πολυκατοικίας, δεν θα ανεχτώ άλλη φορά να παραβιάζονται τα όρια και οι κόκκινες γραμμές με αυτόν τον επαίσχυντο τρόπο».